Η Φιλαδελφιανή κληρονόμος Τρέισι Λόρντ πετάει τον πλέιμποϊ άντρα της, Ντέξτερ Χάβεν, έξω απ’το σπίτι τους λίγο μετά τον γάμο. Δύο χρόνια μετά, η Τρέισι σχεδιάζει να ξαναπαντρευτεί αλλά ο Ντέξτερ φτάνει σπίτι την παραμονή του γάμου, με έναν δημοσιογράφο και μια φωτογράφο απο τον περιοδικό «Spy», αποφασισμένος να τους χαλάσει τα σχέδια. Η Κέιτ αναγκάζεται να τους δώσει πρόσβαση στην προσωπική της ζωή γιατί το περιοδικό για το οποίο δουλεύουν απειλεί να ξεσκεπάσει τις υποθέσεις του πατέρα της.

Εβδομηντα δύο χρόνια πριν, το «The Philadelphia Story» δεν ήταν παρά ένα όχημα για τη μεγάλη επιστροφή της Κάθριν Χέπμπορν στο σινεμά (ακριβώς τη στιγμή που το όνομα της βρισκόταν ψηλά στη λίστα των ηθοποιών με τον τίτλο «box office poison») και ακόμη ένα δείγμα της «ξαναπαντρεύομαι» ρομαντικής κομεντί («Bringing Up Baby», «His Girl Friday» κ.ά.) που έκανε θραύση, ερήμην και εξαιτίας του πανίσχυρου τότε κώδικα λογοκρισίας.

Η Χέπμπορν έπεισε τον Χάουαρντ Χιουζ να της χαρίσει τα κινηματογραφικά δικαιώματα του ομώνυμου θεατρικού που ο ίδιος είχε αγοράσει και η Χέπμπορν τα πούλησε μόλις για 250.000 δολάρια στον Λούις Μπ. Μάγιερ υπό τον όρο να διαλέξει μόνη της το σκηνοθέτη, το σεναριογράφο και τους συμπρωταγωνιστές της.

Τι θα είχε συμβεί αν τελικά ο Κλαρκ Γκέιμπλ και o Σπένσερ Τρέισι, οι δύο ηθοποιοί που είχε διαλέξει αρχικά η Χέπμπορν για να την πλαισιώσουν, δεν είχαν αρνηθεί τους ρόλους των συμπρωταγωνιστών της λόγω ανειλημμένων υποχρεώσεων είναι κάτι που δεν θα το μάθουμε ποτέ.

Οπως δεν θα μάθουμε ποτέ πως θα έμοιαζε το «The Philadelphia Story», αν δεν το σκηνοθετούσε ο Τζορτζ Κιούκορ, προσωπική επιλογή κι αυτός της Χέπμπορν, που είχε ξαναδουλέψει μαζί της στο «A Bill of Divorcement» το 1932 και στο «Μικρές Κυρίες» του 1933.

Αυτό όμως που μάθαμε είναι πως σε μια από αυτές τις μαγικές στιγμές που θα παραμένουν για πάντα αδιάσειστα αποδεικτικά στοιχεία για την ύπαρξη του μύθου του Χόλιγουντ, ένας σπουδαίος σκηνοθέτης ενορχήστρωσε ένα αλάνθαστης ακρίβειας (βραβευμένο με Οσκαρ) σενάριο συντονίζοντας κάτω από το υψηλής κομψότητας βλέμμα του τρεις ηθοποιούς φτιαγμένους για να παίξουν αυτούς τους ρόλους σαν να μην μπήκαν ποτέ στο κινηματογραφικό πλατό.

Κάθε σκηνή του «The Philadelphia Story» φλέγεται από το ακούραστο, εκρηκτικό και σαρωτικό ταμπεραμέντο της Κάθριν Χέπμπορν, από την αφοπλιστική κωμική γοητεία του Κάρι Γκραντ, την γήινη αξιολάτρευτη περσόνα του Τζέιμς Στίουαρτ σε ένα παιχνίδι τένις για τρεις.

Μόνο που στη θέση της μπάλας μπορεί να βρει κανείς μερικούς από τους πιο πνευματώδεις διαλόγους πάνω στη ζωή, τον έρωτα, την απιστία και τη ματαιότητα της αναζήτησης της ευτυχίας.

Και στο ρόλο του διαιτητή, έναν Κιούκορ που μεγαλουργεί με ισχυρά αποθέματα φρενήρους κι όμως τόσο ακριβής σκηνοθεσίας, παραδίδοντας ένα υπόδειγμα κωμικού timing, καυστικής κριτικής πάνω στα «προβλήματα» της υψηλής κοινωνίας και μικρές ανεκτίμητες στιγμές κινηματογραφικής ευφυίας, ακριβώς στο σημείο όπου οι φαινομενικά «επιφανειακοί» ήρωες του αποκαλύπτουν το πραγματικό τους πρόσωπο και μεταμορφώνονται στους πραγματικούς πρωταγωνιστές μιας ολότελα κινηματογραφικής – και γι’ αυτό τόσο αληθινής – πραγματικότητας.

Από την εναρκτήρια – φορο τιμής στο βωβό σινεμά – σκηνή ανάμεσα στην Χέπμπορν και τον Γκραντ, μέχρι τον μεθυσμένο διάλογο – μάθημα σκηνοθεσίας και υποκριτικής - ανάμεσα στη Χέπμπορν και τον Στίουαρτ, δύσκολα θα βρεις στο «The Philadelphia Story» στιγμή που να μην επιβεβαιώνει το γεγονός πως η Καθριν Χέπμπορν υπήρξε μία από τις πιο δαιμόνια συναρπαστικές γυναίκες της ιστορίας του σινεμά, πως ο Κάρι Γκραντ ήταν τελικά ένας από τους σπουδαιότερους κωμικούς που γνώρισε η Αμερική, πως ο Τζέιμς Στίουαρτ ήταν από την αρχή ο μελαγχολικός ήρωας που θα διέκρινε λίγα χρόνια αργότερα ο Αλφρεντ Χίτσκοκ.

Και κυρίως δεν υπάρχει στο «The Philadelphia Story» ούτε μια στιγμή που να μην επιβεβαιώνει πως ο Κιούκορ ήταν πολλά περισσότερα από «ο σκηνοθέτης των γυναικών». Χαρακτηρισμό με τον οποίο προτίμησαν να τον κατηγοριοποιήσουν υποτιμητικά όσοι δεν μπόρεσαν ποτέ να διακρίνουν στην σκηνοθετική χάρη του, το αστείρευτό ταλέντο ενός δημιουργού που ήξερε καλύτερα από οποιονδήποτε πως ένας πραγματικός καλλιτέχνης οφείλει να είναι τόσο διακριτικός, ώστε να περνά απαρατήρητος κλέβοντας τελικά, ερήμην ακόμη και των λαμπερών πρωταγωνιστών του, την παράσταση.

Καθώς δεν έγινε δημοσιογραφική προβολή της ταινίας, θα σας συστήναμε να ρωτήσετε στην αίθουσα για τις συνθήκες προβολής. Μια αποκατεστημένη κινηματογραφική κόπια ή μια σύγχρονη ψηφιακή προβολή, πιθανότατα καθιστούν την θέαση του φιλμ στο σινεμά απαραίτητη. Μια φθαρμένη κόπια ή μια προβολή από DVD από την άλλη, δεν θα κάνει μεγάλη διαφορά από το να δείτε την ταινία σε σαφώς καλύτερες συνθήκες home entertainment.