Eνα ταξίδι αναψυχής μετατρέπεται σε εφιάλτη όταν δύο φίλοι παίρνουν με ώτο-στοπ έναν ψυχοπαθή κατάδικο, ο οποίος τους ανακοινώνει ότι στο τέλος του ταξιδιού θα τους σκοτώσει. Σαν να μην έφτανε αυτό, η ιδιαιτερότητα που έχει στο ένα μάτι του το οποίο μένει μόνιμα ανοικτό, δεν τους αφήνει να γνωρίζουν πότε κοιμάται και πότε είναι ξύπνιος...

Ο σεναριογράφος Ντάνιελ Μεϊνγουόρινγκ εμπνεύστηκε το σενάριο της ταινίας απο την πραγματική ιστορία του Μπίλι Κουκ, ο οποίος το 1950 στην Καλιφόρνια δολοφόνησε μία πενταμελή οικογένεια και έναν πωλητή . Μετά από αυτές τις δολοφονίες, ο Κουκ απήγαγε τον Σερίφη Χόμερ Γουόλντριπ και τον εξανάγκασε να οδηγήσει στην έρημο. Εκεί τον έδεσε, κλέβοντας το περιπολικό. Παρ'όλα αυτά, ο σερίφης κατάφερε να απελευθερωθεί απ'τα δεσμά και να ειδοποιήσει τις αρχές. Ο Κουκ συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο στις φυλακές του Σαν Κουέντιν στις 12 Δεκεμβρίου του 1952. Η ταινία γράφτηκε σχεδόν παράλληλα (έκανε πρεμίερα στις αίθουσες τον Μάρτιο 1953).

«Το πρώτο νουάρ σηνοθετημένο από γυναίκα», σε μια εποχή που οι γυναίκες σκηνοθέτες στο Χόλιγουντ ήταν απλά ένα παράδοξο «ο Δολοφόνος της Λεωφόρου» είναι ένα σφιχτοδεμένο, b-movie που ξέρει πως να κρατά την ένταση ακόμη κι αν η ιστορία του, ή η σκιαγράφηση των χαρακτήρων του είναι τουλάχιστον λιτή.

Βασισμένο σε αληθινά γεγονότα, που ήταν πολύ πρόσφατα όταν το φιλμ γυρίστηκε, σκόπευε να σοκάρει τους θεατές των ημερών του, αλλά η εγκληματική δράση του πρωταγωνιστή του μοιάζει σήμερα σχεδόν αθώα.

Ακόμη κι έτσι όμως ο Γουίλιαμ Τάλμαν που υποδύεται τον «κακό» είναι πετυχημένα απειλητικός και το φιλμ εκμεταλλεύεται την φιγούρα του -και το ελαττωματικό του μάτι- για να χτίσει έναν αξιομνημόνευτο bad guy.

Τοποθετημένο στους παράδρομους της ερήμου του Μεξικό, σε ξεχασμένες μικρές πόλεις εκμεταλλεύεται την ατμόσφαιρα και το φυσικό τοπίο και το χρησιμοποιεί σαν σκηνικό για μερικές από τις πιο αξιομνημόνευτες στιγμές της ταινίας, όπως αυτή στην οποία ο κακός του φιλμ, αναγκάζει ένα από τα θύματά του να δοκιμάσει τις ικανότητές του στην σκοποβολή.

Αξιο προσοχής σήμερα κυρίως για ιστορικούς λόγους, το φιλμ εξακολουθεί να βλέπεται δίχως να κουράζει, αλλά δεν αποτελεί κάποιο αληθινό κινηματογραφικό ορόσημο πέραν την «πρωτιάς» του.