Οταν ο Ματ κληρονομεί ολόκληρη την περιουσία ενός μακρινού θείου του, ο ίδιος κι η γυναίκα του, η Τζιν, δεν μπορούν να πιστέψουν την ανέλπιστη τύχη τους. Μόνο που η «περιουσία» αποτελείται από έναν παλιό κινηματογράφο σε μια μικρή βιομηχανική πόλη, ένα ερείπιο με τρεις ηλικιωμένους και παράξενους υπαλλήλους. Χωρίς άλλη εναλλακτική, ο Ματ κι η Τζιν θα προσπαθήσουν να κάνουν το σινεμά να ξαναλειτουργήσει, προκειμένου να προσελκύσουν μια ευνοϊκή προσφορά αγοράς από τον μοναδικό ανταγωνιστή τους στην περιοχή. Αλλά η γοητεία του κινηματογράφου θα τους αλλάξει τα σχέδια, έστω προσωρινά.

Ασπρόμαυρη βρετανική κομεντί που επενδύει στο δημοφιλές, τότε, ζευγάρι και στη ζωή των Μπιλ Τράβερς και Βιρτζίνια ΜακΚένα. Συμβατική για την εποχή της, τόσο σκηνοθετικά όσο και σεναριακά, η ταινία αναδύει σήμερα μια γλυκειά νοσταλγία για την παλιά, καλή, ρομαντική εποχή του σινεμά ως τέχνη κι ως επιχείρηση. Ενα μικρό πιτσιρικάκι που δεν μπορεί ν' αντισταθεί στην καινούρια ταινία με τους καουμπόηδες και τους Ινδιάνους, το τρίο των υπαλλήλων - η ταμίας, ο πορτιέρης κι ο μηχανικός προβολής - που στην ελεύθερη ώρα τους απολαμβάνουν βωβές ταινίες, η σύλληψη ότι ενδέχεται να είναι προσοδοφόρο στο διάλειμμα της ταινίας να προσφέρονται αναψυκτικά και σνακ, είναι εικόνες που κοιτάζεις με χαμόγελο, έστω κι αν η πλοκή καθώς προχωρά η ταινία ξεφεύγει από τη ρότα της στα ντεμοντέ μονοπάτια.

Οι δεύτεροι ρόλοι ούτως ή άλλως κερδίζουν την παράσταση, με την εκπληκτική Μάργκαρετ Ράδερφορντ να δίνει (και κυριολεκτικά) ρεσιτάλ και με τον Πίτερ Σέλερς, ως πικραμένο αλκοολικό προβολατζή με όραμα να χτίζει ένα ολόκληρο σύμπαν γύρω από τον ήρωά του, σε μια από τις χαρακτηριστικές μικρές ερμηνείες που τον οδήγησαν στη μεγάλη του καριέρα.