Την ίδια περίοδο που προβάλλεται το ντοκιμαντέρ για τη Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ, το «RBG», βγαίνει ταυτόχρονα στις αίθουσες το biopic της, μια κινηματογραφική εκδοχή του άλματός της από την ακαδημαϊκή αντίρρηση στον έμπρακτο, έννομο ακτιβισμό. Δεν είναι καθόλου τυχαίο: την ώρα που ολόκληρος ο πλανήτης συλλογίζεται και συζητά το τρίτο κύμα φεμινισμού, η ιστορία της γυναίκας που, πρώτη στην Αμερική, κατέρριψε, βήμα-βήμα, τα σεξιστικά δείγματα νομοθεσίας, είναι καίριο να παρουσιάζεται και ν' απασχολεί τον κόσμο. Ισως, έστω και με μια ταινία τόσο περιποιημένη και άνευρη, όσο αυτή εδώ.

Η ταινία συναντά τη Ρουθ όταν, στα είκοσι χρόνια της, είναι η μία από τις εννέα, μόνο, φοιτήτριες, στις οποίες έχει, συγκαταβατικά, επιτραπεί να σπουδάσουν νομική στο Χάρβαρντ - εκεί φοιτά κι ο κατά ένα χρόνο μεγαλύτερος άντρας της, ο Μάρτι και, μαζί, όσο δεν διαβάζουν (κι όσο δεν αντιμετωπίζουν τον νεανικό καρκίνο του Μάρτι), μεγαλώνουν την κόρη τους. Τα χρόνια περνούν κι η Ρουθ αντί να διαπρέπει, δεν μπορεί να δουλέψει ως δικηγόρος: κανείς δεν προσλαμβάνει μια παντρεμένη μητέρα, όσο ξύπνια και δυναμική κι αν μοιάζει. Ωσπου η Ρουθ, που εν τω μεταξύ διδάσκει στο πανεπιστήμιο, βρίσκει την ιδανική αφορμή να κάνει τις πεποιθήσεις της πράξη.

Στην καρδιά, πια, της ταραγμένης, συγκρουσιακής δεκαετίας του '70, η Ρουθ κι ο άντρας της εντοπίζουν μια διαφορετική περίπτωση σεξισμού του νόμου: κατά ενός άντρα, αυτή τη φορά κι όχι μιας γυναίκας: τόσο πιο βολικό, στο να πείσουν το δικαστήριο ότι οι ισορροπίες πρέπει ν' ανατραπούν. Κι αυτή είναι η υπόθεση που θα φέρει τη Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ στο πρώτο της βήμα, στη διαδρομή για το Ανώτατο Δικαστήριο, όπου και έφτασε πράγματι, κλοτσώντας στη διαδρομή κάθε διάκριση και εμπόδιο που βρέθηκε μπροστά της.

Η «Αρχή της Ισότητας» αφηγείται την ιστορία τής RBG με συνέπεια, αλλά χωρίς δύναμη: τόσο τακτοποιημένη, γυαλιστερή κι ανώδυνη, όσο ακριβώς η κοινωνία του '50 και του '60 ήθελε να είναι οι γυναίκες. Τα στοιχεία είναι σωστά - σε σενάριο γραμμένο από τον ανιψιό τής Γκίνσμπεργκ και με την έγκρισή της. Η αναπαράσταση της εποχής ακριβής, τα ρούχα πιστά, η ατμόσφαιρα ρεαλιστική και όμορφη. Ο βαθμός προβλεψιμότητας της ιστορίας αγγίζει το 100%, μέχρι και την εμφάνισή τής πραγματικής Γκίνσμπεργκ στο φινάλε - που αν δεν ήταν η ίδια, θα ήταν η υπόλοιπη ιστορία της ζωής της, σε λευκούς τίτλους σε μαύρο φόντο.

Ο Αρμι Χάμερ, στο ρόλο του Μάρτι, είναι τόσο όμορφος και clean cut όσο ποτέ. Ο Τζάστιν Θερού, ως νομικός σύμβουλος της ACLU και η Κάθι Μπέιτς, ως επιθετική, μετά τις τόσες απογοητεύσεις, δικηγόρος υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είναι οι μόνοι δύο που χαρίζουν στην ταινία, έστω στο όριο με την καρικατούρα, έναν αυθορμητισμό και κάποιες σκηνές έντασης. Η Βρετανίδα Φελίσιτι Τζόουνς (του «Η Θεωρία των Πάντων»), στην οποία, δυστυχώς, κρέμεται όλη η ροή και το συναίσθημα της ταινίας, μοιάζει να προσέχει πάρα πολύ να αρθρώνει με τη σωστή προφορά του Μπρούκλιν και παίζει τόσο προστατευμένα, που δεν αναπτύσσει τελικά καμία χημεία με το κοινό.

Το «Αρχή της Ισότητας» είναι μια ταινία συγκροτημένη, ακριβής, φωτογενής και μ' ένα θέμα που αξίζει έτσι κι αλλιώς κάποιος να μάθει και να συζητήσει. Απλώς η μεταχείριση που επιλέγει, είναι σαν η ιστορία κι η ηρωίδα της να είναι ένα εύθραυστο μπιμπελό, όχι το παγοθραυστικό που υπήρξε η Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ.