Ο 17χρονος Μόντρις ζει με την μητέρα του σε φτωχικό διαμέρισμα των εργατικών πολυκατοικιών στη Ρίγα της Λετονίας. Εθισμένος στο τζόγο, χαλά κάτι παραπάνω από το μικρό χαρτζηλίκι του στους κουλοχέρηδες: κλέβει από το πορτοφόλι της μαμάς, πουλάει αντικείμενα από το σπίτι τους κι εκείνη τον προειδοποιεί ότι θα καταλήξει σαν τον πατέρα που δεν γνώρισε ποτέ - στη φυλακή. Μόνο που στο παγωμένο φτωχικό γκέτο που αποτελεί τον κόσμο του Μόντρις η παρανομία είναι αδιέξοδο στην πλήξη. Οταν η απηυδησμένη μητέρα του τον καταγγέλλει επίσημα ως κλέφτη για να τον «νουθετήσει», ο Μόντρις μπλέκει σ' ένα κρατικό σύστημα που τον ωθεί με όλο και πιο σίγουρα βήματα στη φυλακή κι ένα μονόδρομο εγκληματικό μέλλον.

To σκηνοθετικό ντεμπούτο του Λετονού Γιούρις Κουρσιέτις είναι μια συμπαραγωγή Λετονίας και Ελλάδας (με την Βίκυ Μίχα της Boo Productions στην παραγωγή, τοω Γιώργο Μαυροψαρείδη στο μοντάζ και τον Λέανδρο Ντούνη ατο σχεδιασμό ήχου) κι ένα δυνατό δείγμα σύγχρονου, δουλεμένου, αναγκαίου πολιτικά, σινεμά. Νεορεαλιστικού, αλλά και με μαγικές στιγμές στυλιζαρισμένου λυρισμού - όπως το μεθυσμέννο μονοπλάνο στο νυχτερινό κέντρο της πόλης, όπου ο νεαρός ήρωας κάνει ένα πικρό οδοιπορικό στην νέα Λετονία της «ανάπτυξης» και της «εξέλιξης».

Με έναν μη επαγγελματία, πρωταγωνιστή να κοινωνεί το τυχοδιωκτισμό και την αθωότητα των αποπροσανατολισμένων νιάτων του, ο Κουρσιέτις φέρνει στην οθόνη με ρυθμό, μαεστρία και εύστοχο πολιτικό βλέμμα μία αληθινή ιστορία. Οσοι βγούμε από την αίθουσα προβληματιζόμενοι για το πώς η οικονομική κρίση και η έλλειψη επικοινωνίας πλάθει εν δυνάμει εγκληματίες να ξέρουμε ότι ο Μόντρις υπάρχει. Είναι ένα 18χρονο αγόρι που πήγε στη φυλακή, γιατί έκλεψε μία σόμπα. Γιατί ο κόσμος των ενηλίκων τον πρόδωσε.