Για να μην φτάσουμε στο σημείο να παρεξηγήσουμε τον Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ, ο οποίος προσπαθεί φιλότιμα (αν και άνισα σχεδόν για πρώτη φορά στην καριέρα του) να κρατήσει το ενδιαφέρον μιας ταινίας που εξαντλείται περίπου στο πρώτο τέταρτο και ίσως και πιο νωρίς, καταλαβαίνουμε ακριβώς γιατί ο πάντα υπέροχος Μεξικάνος ηθοποιός δέχθηκε να γίνει η κινητήριος δύναμη της ταινίας του Ρομπέρτ Σνάιντερ που βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Χοσέ Αγκουστίν.

Η ιστορία τον θέλει να υποδύεται τον Ελίχιο, έναν ηθοποιό που το ταλέντο του εξαντλείται σε ρόλους καουμπόι κομπάρσου σε τηλεοπτικές σαπουνόπερες, λίγο όμορφο, λίγο πονηρό, λίγο γυναικά, λίγο σεξιστή, λίγο πιστό κατά τα πολύ άλλα στην Σουζάνα με την οποία είναι παντρεμένος και μοιράζεται τη ζωή του.

Οταν αυτή θα εξαφανιστεί χωρίς καμία εξήγηση ένα πρώι σαν όλα τα άλλα, ο Ελίχιο θα αναγκαστεί να ταξιδέψει μέχρι την αμερικανική ενδοχώρα για να προσπαθήσει να ενσωματωθεί σε ένα κόσμο που δεν θα πίστευε ποτέ ότι μπορεί να ανήκει, να μάθει για πρώτη φορά τη συζυγό του και να τη διεκδικήσει από την αρχή.

Εκτός από την αφετηρία της παράξενης εξαφάνισης, μια δυο σκηνές ανάμεσα στον Ελίχιο και τη Σουζάνα (καθώς επαναδιαπραγματεύονται τη σχέση τους) και στην προφανή αλλά χαριτωμένη αντίθεση του ηλιόλουστου ταμπεραμέντου του Ελίχιο με το χιονισμένο σκηνικό της Αϊόβα, είναι πολύ λίγα αυτά που δικαιολογούν και κάνουν ανεκτό το γεγονός πως βρισκόμαστε ενώπιον μιας ταινίας που δεν μπορεί να αποφασίσει αν μιλάει για την πάλη των φύλων ή για την ανδρική ενηλικίωση – πόσο μάλλον για τη σύγκρουση δύο τελείως διαφορετικών πολιτισμών (του βορειοαμερικάνικου και του μεξικάνικου) ειδικά σήμερα, στην Αμερική του Ντόναλντ Τραμπ.

Το χιούμορ είναι λίγο (και σε στιγμές κακογραμμένο), οι καταστάσεις (τύπου ακραίες, τύπου υπερρεαλιστικές, τύπου weird... #not) δεν στέκονται ποτέ στο ύψος των περιστάσεων, πέφτοντας στην πλειοψηφία τους στο επίπεδο της μπαλαφάρας, ο ρομαντισμός λείπει και η κομεντί περισσεύει σε ένα σύνολο που μοιάζει ανάλαφρο αλλά δεν είναι παρά ελάχιστα διασκεδαστικό και το κυριότερο σαν να προσπαθεί συνεχώς να πει κάτι για τη ζωή, τον έρωτα, τις σχέσεις και το σινεμά, αρθρώνοντας μόνο λέξεις που αγγίζουν συνεχώς και τόσο επικίνδυνα το κλισέ.

Αν επίσης, ειδικά σε μια τέτοια ταινία, σε ενδιαφέρει να αναγνωρίσεις στον κεντρικό ήρωα (που δεν είναι η Σουζάνα, μην μπερδευτείτε!) μια διαδρομή αυτογνωσίας και ωρίμανσης, τίποτα από αυτά δεν θα συμβεί στον Ελίχιο που θα κοντέψει να σκοτωθεί για χάρη της γυναίκας του (τιμώντας και τον κατά τ' άλλα πετυχημένο τίτλο της ταινίας), αλλά που μόνο ελάχιστα θα σε κάνει να νοιαστείς γι’ αυτό. Και για οτιδήποτε ήταν, είναι και θα είναι η ζωή του ή μια ταινία που αφηγείται τη ζωή του.