Η Ζωή σπουδάζει σε Δραματική Σχολή στην Αθήνα. Ζει με την κολλητή της, πιο τολμηρή και περιπετειώδη ερωτικά και προσπαθεί να καθησυχάζει τον υπερπροστατευτικό, τατουατζή πατέρα της. Δουλεύει στο μπαρ του στενού της φίλου - ο οποίος είναι κρυφά ερωτευμένος με τη συγκάτοικο - και τον χρησιμοποιεί για να κάνει τον συμφοιτητή που της αρέσει να ζηλέψει. Οσο η Ζωή αναζητά την ευτυχία, ή έστω την καλοπέραση, οι φίλοι της στη Σχολή προσπαθούν κι αυτοί να βγάλουν άκρη με τα τερτίπια της νιότης.

Ο Νίκος Ζερβός, πατώντας πάνω στο σενάριο που υπογράφει η πρωταγωνίστριά του Ζωή Ζέρβα, μαζί με τη Νίκη Σταυριανοπούλου, κάνει ρομαντική κομεντί. Ανάλαφρη. Χωρίς πολιτικούς υπαινιγμούς ή κοινωνικά κατηγορώ. Φυσικά με τον δικό του τρόπο, με διαρκείς μεσότιτλους που σχολιάζουν «αλά Ζερβός» τη δράση ή απαντούν στους ήρωες, με αποσπασματικό μοντάζ και συνεχή βαβούρα από ήχο τηλεόρασης ή τραγούδια με στίχους που κολλάνε με τη δράση. Οι αυτοαναφορές δε λείπουν (χαρακτηριστικά στην πιο ασύλληπτη εισαγωγή που, εν συντομία, διατρέχει ολόκληρο το έργο του μετρ απ’ το στόμα μιας καλόγριας που συνομιλεί με τον Ζουγανέλη), το ίδιο και οι χαρακτηριστικές αιθέριες υπάρξεις που πάντα αγαπά ο Ζερβός, η ακατέργαστη υστερία και ο μονταζιακός πανικός που παίρνει ώρα να βγάλει νόημα.

Η ιστορία είναι αυτονόητη, οι ήρωες όσο σχηματικοί πάει και το χιούμορ δε φέρνει γέλιο. Αντίθετα, το πιο διασκεδαστικό και, με κάποιον τρόπο, συγκινητικό στοιχείο της ταινίας, είναι ότι ο Νίκος Ζερβός προσπαθεί να ενώσει τον μεταμοντερνισμό του Γκοντάρ με το «Sex & the City» και το «Glee». Και μόνο γι’ αυτό, η «Λύσσα Κακιά» είναι η ταινία του Ζερβού των τελευταίων χρόνων που βλέπεται πιο ευχάριστα και πιο βατά, τουλάχιστον από τον μυημένο θεατή. Οι υπόλοιποι μάλλον θα τη βρουν εξίσου αφόρητη.