Συναντάμε τον Iron Man, μετά ακριβώς από τα γεγονότα των «Avengers», όπου τίποτα δεν είναι ακριβώς ίδιο στη ζωή του: το σπίτι, το επιτελείο, το εργαστήριό του δέχονται επίθεση, ο κόσμος του ισοπεδώνεται και οι αγαπημένοι του άνθρωποι κινδυνεύουν. Ο Mandarin, ένας από τους πιο ισχυρούς εχθρούς του απειλεί την ύπαρξη του υπερήρωα, αλλά ο Τόνι Σταρκ είναι αποφασισμένος, όχι μόνο να πάρει εκδίκηση, αλλά και να απαντήσει επιτέλους στο αιώνιο ερώτημα αν είναι η στολή που κάνει τον άνθρωπο ή ο άνθρωπος που κάνει τη στολή...

Απ’ όπου και να το πιάσεις, το «Iron Man 3» μοιάζει με ένα ξέφρενο πάρτι που δεν θα σταματήσει παρά μόνο όταν παραδεχτείς ότι είναι σχεδόν η πιο απολαυστική ταινία υπερήρωα που έχεις δει ποτέ. Eξασφαλίζοντας ταυτόχρονα πως το hangover που σου αφήνει είναι καθαρό, διαρκές και κάτι παραπάνω από κομβικό για ό,τι θα είναι η μετά – «Avengers» εποχή της Marvel στη μεγάλη οθόνη – αν όχι για όλο το μέλλον των κόμικς στο σινεμά.

Τα εύσημα ανήκουν στον Σέιν Μπλακ που με προϋπηρεσία στο σενάριο των «Φονικών Οπλων» και στη σκηνοθεσία ενός παραγνωρισμένου μικρού διαμαντιού, του «Kiss Kiss Bang Bang» του 2005, γράφει και σκηνοθετεί την τρίτη σόλο περιπέτεια του Τόνι Σταρκ σαν να επρόκειτο για την κωμική περιπέτεια της χρονιάς.

Μακριά από την αναγνωριστική πρώτη του 2008 και τα inside jokes της μέτριας δεύτερης ταινίας το 2010, το «Iron Man 3» ίπταται πριν απ’ οτιδήποτε στο πιο υψηλό δραματικό επίπεδο που έφτασε ποτέ ταινία υπερήρωα της Marvel, καθώς ο Μπλακ καταφέρνει κάτι πραγματικά μοναδικό: χωρίς να αφαιρεί ίχνος από την κομίστικη καταγωγή του Iron Man τον αντιμετωπίζει πρωτίστως ως έναν αυτόνομο κινηματογραφικό ήρωα με χαρακτήρα, πάθη, αδυναμίες, φλεγματικό χιούμορ και μια μεγάλη καρδιά που – δεν θα τον κατηγορούσαμε ποτέ - βρίσκεται απλά αρκετά βαθιά κάτω από την επίστρωση του επιτυχημένου γόη και του out of the closet πλέον υπερήρωα.

Ισως γι’ αυτό το «Iron Man 3» στο μεγαλύτερο ποσοστό του κυριαρχείται από τον Τόνι Σταρκ, δίνοντας λιγότερο χρόνο στο σιδερένιο alter – ego του. Ισως γι' αυτό οι καλύτερες σκηνές δράσης θέλουν τον Iron Man χωρίς το κοστούμι του ή τουλάχιστον όχι με όλα τα μεταλλικά άκρα του. Ισως γι’ αυτό ο Ρόμπερτ Ντάουνι Τζιούνορ μεγαλουργεί στην σχεδόν καλύτερη ερμηνεία της καριέρας του, χτίζοντας έναν ήρωα που είναι καταδικασμένος να μείνει κλασικός εξαιτίας αυτής της ταινίας.

Ψυχολογικά τραυματισμένος απ’ όσα διαδραματίστηκαν στους «Avengers», ο Τόνι Σταρκ πάσχει από κρίσεις πανικού, κρύβεται μέσα στο εργαστήριο του σαν ένα μικρό αγόρι που νιώθει ασφαλές μόνο με τα παιχνίδια του, παραμένει ο ίδιος απαράδεκτος σύντροφος απέναντι στην υπέροχη Πέπερ που συνεχίζει να του συγχωρεί τα πάντα, μοναχικός και μόνος αδυνατεί να αποτινάξει από πάνω του το class ενός γνήσιου κοσμοπολίτη θέλει απλά να συνεχίσει να έχει όλον τον κόσμο στα πόδια του, είτε αυτό σημαίνει να σώσει τον κόσμο από την απειλή του Mandarin είτε να διαφυλάξει ως αναφαίρετο δικαίωμα του πως – κατά το οι ωραίοι έχουν χρέη – από το κρεβάτι του έχουν περάσει περισσότερες γυναίκες απ’ όσες θυμάται. Μόνο που σταδιακά (και σε αυτό θα βοηθήσει το παιδί που «κυριολεκτικά» όλοι κρύβουμε μέσα μας), θα ανακαλύψει πως οι αδυναμίες του μπορεί να είναι και αυτές που μπορούν να τον σώσουν περισσότερο από οποιαδήποτε υπερηρωική δύναμη.

Δεν υπάρχει τέλος στο πόσο γλαφυρά έχει χτίσει το χαρακτήρα του Τόνι Σταρκ ο συνδυασμός της πένας και της σκηνοθετικής λιτότητας του Σέιν με την συναρπαστική ερμηνεία του Ρόμπερτ Ντάουνι Τζιούνορ σε μια non stop επίθεση πραγματικού χιούμορ και μιας (επιτέλους!) καλώς εννοούμενης ελαφρότητας που τα τελευταία χρόνια, με τις ευλογίες του Κρίστοφερ Νόλαν, μοιάζει να χάνεται από τις κινηματογραφικές διασκευές των κόμικ υπερηρώων προς όφελος μιας σκοτεινής αισθητικής που απομυζεί ταινία με την ταινία κάθε πολύχρωμη και ποπ αναφορά, λες και είναι κακό μια ταινία που βασίζεται σε κόμικ να παραμένει πιστή στην αρχική πηγή της.

Ομως, το «Iron Man 3» δεν εξαντλείται εκεί. Ή στην πραγματικότητα δεν εξαντλείται ποτέ.

Αντίβαρο στον Τόνι Σταρκ του Ρόμπερτ Ντάουνι Τζιούνορ, το «Iron Man 3» παίζει να διαθέτει τον καλύτερο κακό στην ιστορία των κινηματογραφικών κόμικ (πάντα μετά τον Χιθ Λέτζερ του «The Dark Knight»). Ο Mandarin του Μπεν Κίνγκσλεϊ δεν έρχεται μόνο με τη φόρα της ερμηνείας ενός συγκλονιστικού ηθοποιού που μπορεί να είναι ήρωας του πιο τρομακτικού πολιτικού θρίλερ που είδατε ποτέ και ταυτόχρονα πρωταγωνιστής ενός sitcom του prime time. Ερχεται την ίδια στιγμή για να προσφέρει στον Τόνι Σταρκ έναν αντίπαλο που ζει στο ίδιο παράλογο σύμπαν με αυτό του «Iron Man», φτιαγμένο από μάσκες, μηχανικά props και μια κοσμική προσμονή πως αυτός μπορεί να είναι ο άνθρωπος που θα καταστρέψει τον κόσμο, όπως αντίστοιχα ο Iron Man μπορεί να είναι ο σωτήρας του.

Ανάμεσα στους δύο βρίσκει ζωτικό χώρο για να αναδειχθεί και με το παραπάνω και ο Ολντριτς Κίλιαν του μεταμορφωμένου ξανά Γκάι Πιρς σε μια στοιχειωτική φιγούρα ενός τρελού επιστήμονα – θύμα της απόρριψης του Σταρκ και ο Στρατηγός Ρόουντς του Ντον Τσιντλ ως ένα ιδανικό συμπλήρωμα στον Iron Man, η Ρεμπέκα Χολ στο ρόλο μιας πρώην ερωμένης του Σταρκ αλλά και ο Χάπι Χόγκαν του Τζον Φαβρό (σκηνοθέτης των δύο πρώτων ταινιών) που εδώ ανεβάζει το volume του κωμικού του ταλέντου ως πιστός προστάτης του Τόνι Σταρκ και ίσως ο πιο μπρατσωμένος φαν που γνώρισε ποτέ το «Downton Abbey»!

Τίποτα ωστόσο δεν θα ήταν ίδιο, όχι μόνο στο «Iron Man 3», αλλά και στην κινηματογραφική ζωή του Τόνι Σταρκ, αν δίπλα του δεν υπήρχε ακούραστη σύντροφος η Πέπερ Ποτς. Στην σημαντικότερη κινηματογραφική της εμφάνιση εδώ και χρόνια, η Γκουίνεθ Πάλτροου δανείζεται στροφές από το σεναριακό ντελίριο της ταινίας για να μεταλλαχθεί σε μια ηρωίδα με σεξ απίλ αλλά και αρχίδια, ορίζοντας τη σχέση της με τον Σταρκ από την αρχή με τον πιο δυναμικό τρόπο που το έκανε γυναίκα σε περιπέτεια τα τελευταία χρόνια.

Ναι, ο Σέιν Μπλακ παίρνει τόσο σοβαρά το ρόλο του συνεχιστή της κινηματογραφικής μυθολογίας του Iron Man, κάνοντας το με τον μοναδικό τρόπο που μπορεί να γίνει: μην παίρνοντας τίποτα στα σοβαρά.

Με κωμικούς ρυθμούς που θα ζήλευε μέχρι και ο Μπλέικ Εντουαρντς, σεναριακές ανατροπές που σε κάνουν να σηκώνεσαι από την καρέκλα σου χειροκροτώντας, τέλεια ισορροπία ανάμεσα σε κάτι «χάρτινο» που δεν είναι ποτέ καρικατούρα, κάτι κωμικό που δεν είναι δωρεάν και ελαφρά μελοδραματικά κρεσέντα που γειώνονται ιδανικά από τον ανεξάντλητο κυνισμό του Τζον Σταρκ, ο Μπλακ παραδίδει τελικά μια ταινία - διαυγούς entertainment - που είναι ικανή να ξεσηκώσει τους πάντες: τους φανατικούς του κόμικ, όσους δεν έχουν ιδέα τι είναι ο Iron Man, όσους κουράστηκαν από την επέλαση της Marvel στον κινηματογράφο, όσους ήταν πάντα σίγουροι πως ο Ρόμπερτ Ντάουνι Τζιούνορ είναι ένας από τους μεγαλύτερους ηθοποιούς της γενιάς του, όσους πίστευαν πως το «Avengers» ήταν το πιο high που μπορεί να φτάσει μια ταινία υπερηρώων, όλα τα αγόρια που συνεχίζουν να πιστεύουν πως μπορούν να σώσουν τον κόσμο αγωνιώντας να βρουν τον τρόπο όταν μεγαλώσουν να γίνουν σαν τον Τονι Σταρκ και κυρίως όλα τα κορίτσια που θα έκαναν τα πάντα (κι όταν λέμε τα πάντα, εννοούμε τα πάντα) για να σώσουν αυτόν που αγαπούν.

Δυστυχώς ή, για εμάς, ευτυχώς, για κάθε μεταφορά κόμικ που θα γίνει από δω και πέρα στο σινεμά, ας καταγραφεί πως μόλις βρέθηκε νέο σημείο αναφοράς!

[ΠΡΟΣΟΧΗ: Μετά τους τίτλους τέλους της ταινίας υπάρχει μια μικρή σκηνή - έκπληξη. Μη βιαστείτε λοιπόν να σηκωθείτε από τις θέσεις σας μόλις ξεκινήσουν τα credits.]

Διαβάστε και δείτε εδώ περισσότερα για την ταινία.