Οταν η Κάρλι συναντήσει τυχαία την Κέιτ, τη γυναίκα του καινούριου της αμόρε, Μαρκ, θα συνειδητοποιήσει με τον πιο αναπάντεχο τρόπο, ότι έχει μπλέξει με έναν απατεώνα και μισό. Η Κάρλι βρίσκεται στη θέση να παρηγορεί την Κέιτ και ανάμεσά τους αναπτύσσεται μια φιλική σχέση η οποία σύντομα θα ενισχυθεί δραστικά, όταν οι δυο τους καταλάβουν ότι ο Μαρκ τις απατά με μία τρίτη γυναίκα, την Αμπερ. Οι τρεις, πλέον, γυναίκες θα ενώσουν τις δυνάμεις τους απέναντι στον κοινό εχθρό, με σκοπό να καταστρώσουν το απόλυτο σχέδιο εκδίκησης.

Μπορεί να μην είμαστε σίγουροι ποια ακριβώς είναι τα κινηματογραφικά χαρίσματα της Κέιτ Απτον, εκτός από αυτά που το φιλμ επιδεικνύει βάζοντάς την να τρέχει σε slow motion με ένα λευκό μπικίνι σε μια παραλία, αλλά ξέρουμε ποια είναι τόσο αυτά της Κάμερον Ντίαζ, όσο και της Λέσλι Μαν.

Με τον τρόπο της κάθε μια έχει το δικό της κωμικό timing κάτι που στο φιλμ του Νικ Κασαβέτη μοιάζει να θάβεται κάτω από ένα σενάριο τόσο αδιάφορο, προφανές και γνώριμο που κάνει ακόμη και τις (κακές) ταινίες του «Sex and the City» να μοιάζουν με απόλυτα εμπνευσμένα φεμινιστικά μανιφέστο και μνημεία του κινηματογραφικού χιούμορ.

Στο σενάριο της Μελίσα Κ. Στακ, δεν υπάρχουν χαρακτήρες αλλά κλισέ με όμορφες γάμπες, τύποι γυναικών κι όχι ηρωίδες, που στην πορεία δεν κατορθώνουν να αποκτήσουν κανένα βάθος, ενδιαφέρον, να κάνουν οποιαδήποτε διαδρομή ακόμη κι αν η ιστορία του φιλμ τις οδηγεί θεωρητικά σε ένα ταξίδι αυτοσεβασμού και προσωπικής ωρίμανσης.

Κι εκδίκησης. Φυσικά απέναντι σε έναν άντρα που τις απατά και τις τρεις κι ο οποίος είναι ακόμη πιο πρόχειρα σκιαγραφημένος κι από τις τρεις, σε μια απόδειξη πως όχι δεν υπάρχει καμιά συνωμοσία τυποποίησης των γυναικών από το Χόλιγουντ, απλά υπάρχουν αληθινά κακοί σεναριογράφοι και παραγωγοί πρόθυμοι να χρηματοδοτήσουν τις ταινίες τους.

Το βασικό πρόβλημα με την «Αλλη Γυναίκα» όμως, δεν είναι ούτε «ηθικό», ούτε «καλλιτεχνικό». Ολοι μας είμαστε λίγο πιο χαλαροί απέναντι σε μια κωμωδία. Αρκεί να είναι αστεία. Κι αυτή εδώ δυστυχώς δεν είναι. Εκτός κι αν μετράτε ως χιούμορ μια αληθινά αμήχανη σκηνή στην οποία ο Νικολάι Κόστερ Βαλντάου τρέχει στην τουαλέτα και περνά ώρα εκεί (με την αντίστοιχη ηχητική μπάντα) μετά από μια γερή δόση καθαρτικού, ή βγαίνει από το μπάνιο με τεράστιες ρώγες χάρη στα οιστρογόνα που σερβίρει η απατημένη σύζυγός του μαζί με το smothie του κάθε πρωί.

Αν η προβολή του φιλμ γινόταν στον κόσμο του «Game of Thrones», φοβόμαστε πως μετά τέτοιες σκηνές, θα τον είχαν αποκεφαλίσει.

Και το πρόβλημα εντοπίζεται και στον Νικ Κασαβέτη που δεν κατορθώνει να δώσει στο φιλμ ούτε ρυθμό, ούτε fun, ούτε κάν την αίσθηση πως ενδιαφερόταν για κάτι παραπάνω από το να ικανοποιήσει την επιβάτη της οικονομικής θέσης μιας τυχαίας αεροπορικής εταιρίας μερικούς μήνες πριν που θα αναζητά κάτι που θα την κάνει να ξεχάσει πως έχει ακόμη πέντε ώρες μέχρι τον προορισμό της κι μια οικογένεια με μικρά παιδιά που κλαίνε στα διπλανά καθίσμα