Ο Ριντ, ένας νεαρός μαθητής Γυμνασίου, κατασκευάζει στο γκαράζ του σπιτιού του μία μηχανή τηλεμεταφοράς σε άλλη διάσταση, πειραματιζόμενος με τα αυτοκινητάκια του που εξαφανίζονται και επιστρέφουν καλυμμένα από μάζα κάποιου άλλου, άγνωστου πλανήτη. Παρουσιάζοντας την εφεύρεσή του σε μία σχολική επιστημονική επετηρίδα προσελκύει το ενδιαφέρον των επιστημόνων του πρωτοπόρου «Ινστιτούτου Μπάξτερ», μίας σχολής που συγκεντρώνει τα πιο λαμπρά μυαλά της χώρας για top secret πειράματα και κατασκευές προχωρημένης τεχνολογίας. Κερδίζοντας υποτροφία, ο Ριντ μαζί με μία ομάδα συνομήλικών του, θα κατασκευάσoυν τη μηχανή του κάτω από προδιαγραφές της NASA, που σκοπεύει να αποστείλει τους δικούς της ειδικούς πλέον για να μελετήσουν «την άλλη διάσταση», ψάχνοντας έναν κόσμο που μπορεί να προσφέρει τις αναγκαίες νέες πηγές ενέργειας στην αποδεκατισμένη Γη. Μόνο που ένα μεθυσμένο βράδυ, οι νεαροί επιστήμονες της ομάδας του Ριντ, έχοντας κουραστεί από το να τους κλέβουν άλλοι τη δόξα των αποστολών, αποφασίζουν να δοκιμάσουν την τηλεμηχανή μόνοι τους. Ολα φυσικά πηγαίνουν στραβά: ο ένας μένει πίσω, χάνοντας τη μάχη με την ενεργειακή λάβα του άγνωστου πλανήτη, ενώ οι υπόλοιποι επιστρέφουν μεταλλαγμένοι. Τότε ο αμερικανικός στρατός βλέπει τη χρυσή ευκαιρία να τους χρησιμοποιήσει ως πειραματόζωα και να εκμεταλλευτεί τις υπερδυνάμεις τους. Οι ίδιοι όμως θα επαναστατήσουν και θα σταθούν αυτόνομοι - χωρίς πονηρές ατζέντες. Θα γίνουν οι... Fantastic Four.

Τρεις ταινίες (μία στα 90ς και δύο στα 00ς) έχουν επιχειρήσει να μεταφέρουν τις περιπέτειες των νεαρών υπερηρώων της Marvel Comics στην μεγάλη οθόνη - όλες με αδιάφορα αποτελέσματα. Επίσης δύο σειρές, τρία video games και μία μικρού μήκους. Δεν μπορούμε να κατανοήσουμε την παταγώδη αποτυχία να προκαλέσεις το ενδιαφέρον του έτοιμου κινηματογραφικού κοινού που λατρεύει τους superheroes και τις ταινίες που βασίζονται σε κόμικς. Τι φταίει για το άνευρο αποτέλεσμα; Μήπως πηγάζει από το γεγονός ότι η πραγματικότητα των υπερηρώων είναι «επιστημονική»; Οτι πρόκειται για σπασικλάκια που κατά λάθος μεταλλάχτηκαν; Μα κι ο «Spiderman» ήταν nerd, ο «Superman» ντροπαλός κι ο «Batman» αντικοινωνικός και, κατά βάση, φρικιό. Για να μην πιάσουμε κι έναν έναν τους «X-Men» ή τους «Avengers». Η επιτυχία των ηρώων των κόμικς είναι ότι χτυπάνε νεύρο στους περιθωριακούς, μονόχνωτους έφηβους και ηρωποιούν τις αδυναμίες τους. Ποιο το πρόβλημα λοιπόν με τα 4 φανταστικά σπασικλάκια;

Με ένα καστ λαμπερών νέων ταλέντων (από τον Μάιλς Τέλερ του «Whiplash» και τον αιώνιο «Μπίλι Ελιοτ» Τζέιμς Μπελ, μέχρι την Κέιτ Μάρα του «House of Cards» και τον Μάικλ Μπ.Τζόρνταν του «Fruitvale Station») o σκηνοθέτης του «Χρονικού» Τζος Τρανκ επιχειρεί να αναγεννήσει κινηματογραφικά το μύθο των «Fantastic Four» με μία ταινία που καλείται να σβήσει το κακό κινηματογραφικό παρελθόν τους. Δυστυχώς και αυτός καταπίνεται από τη λάβα μίας άλλης, ανυπέρβλητης από ό,τι φαίνεται διάστασης.

Σπαταλώντας μία γεμάτη ώρα μέσα σε εργαστήρια, ανήλιαγα υπόγεια και nerdy διαλόγους, ο Τρανκ χάνει ανεπίστρεπτα το εφηβικό κοινό του, που έχει έρθει στην αίθουσα φορτωμένο με super-sized ποπ κορν και εξίσου υπέρογκες απαιτήσεις, αλλά καταλήγει να παίζει με το κινητό του περιμένοντας τη μεγάλη αναμέτρηση, τα εφέ και την υπερηρωική δράση. Οταν αυτή συμβαίνει, στο τελευταίο μισάωρο της ταινίας, κανείς μα κανείς δεν εντυπωσιάζεται. Βαρετή, ανέμπνευστη κορύφωση, μία action sequence που μοιάζει να μην έχει ιδέα του ανταγωνισμού εκεί έξω - τι εκρηκτικό συμβαίνει τα τελευταία 15 χρόνια στις μεγάλες οθόνες μας από την κινηματογραφική πραγμάτωση των κόμικς της Marvel και της DC Comics.

Πόσο κρίμα οι Fantastic Four να αναλώνονται να παγιδεύονται στην κλισέ τους διάσταση και να μη μπορούν να μας σώσουν από την αστική κινηματογραφική μας βαρεμάρα. Να μη διαθέτουν τίποτα, μα τίποτα, το πραγματικά φανταστικό...