Buzz

Ο Νίκος Γραμματικός παίρνει ξανά μια «Κλειστή Στροφή»

στα 10

Με αφορμή την προβολή της «Κλειστής Στροφής» τη Μεγάλη Δευτέρα στο Αστορ, στο πλαίσιο της Χαμένης Λεωφόρου του Ελληνικού Σινεμά, ο δημιουργός της επιστρέφει στις διαδρομές του κινηματογραφικού του ντεμπούτου.

Flix Team
Ο Νίκος Γραμματικός παίρνει ξανά μια «Κλειστή Στροφή»

Το νουάρ ντεμπούτο του Νίκου Γραμματικού, η «Κλειστή Στροφή» του 1991 παραμένει η αρχή μιας φιλμογραφίας που θα έπαιρνε ακόμη περισσότερες κλειστές στροφές στο μέλλον, παραμένοντας πεισματικά, νοσταλγικά και με εμμονή στη σκοτεινή, ροκ πλευρά του «ελληνικού ονείρου».

Με δικά του λόγια, ο δημιουργός της θυμάται την εποχή που γυρίστηκε η ταινία, τις επιρροές της και το λόγο για τον οποίο προτιμά να κινηματογραφεί καλά χωνεμένα αισθήματα και βιώματα στα οποία μπορείς να πιστέψεις.

Διαβάστε ακόμη: Μια βόλτα στις «Σκοτεινές Πόλεις» της Χαμένης Λεωφόρου του Ελληνικού Σινεμά

Πως προέκυψε η ιδέα για την ταινία; Ποια η αφορμή;

Εχουν περάσει σχεδόν τριάντα χρόνια από όταν γυρίστηκε η ταινία και δεν την έχω δει ούτε μια φορά από τότε, θα προσπαθήσω να κάνω ένα μακροβούτι στη μνήμη μου.
Η κινηματογραφική της αφήγηση έχει να κάνει με μια προσπάθεια αποτύπωσης στην εικόνα του αισθήματος της μοναξιάς και της απουσίας, το οποίο είχε ισχύ τότε μέσα μου και φυσικά ήταν το προσωπικό μου κίνητρο για να κάνω την «Κλειστή Στροφή».
Η επίδραση που μπορεί ένα αίσθημα να έχει πάνω μας έχει να κάνει αρχικά με την υπόσταση του ανθρώπου, τον χαρακτήρα του, σε συνάρτηση με την εκάστοτε συνθήκη που θα βρεθεί. Το προσωπικό μου αίσθημα μοναξιάς γεννήθηκε από τον καρκίνο του πατέρα μου. Η αρρώστια του ήταν ο προάγγελος της μοναξιάς μου. Κάποια πράγματα, δυστυχώς η ευτυχώς, ξέρουμε πως θα γίνουν πριν ακόμα γίνουν. Η μοναξιά που ένιωθα είχε μέσα της την απουσία που θα ερχόταν. Ο πατέρας μου τότε νοσηλευόταν στον Πειραιά και για εμένα κάθε εικόνα έξω από το νοσοκομείο είχε αποκτήσει τον χαρακτήρα του αισθήματος μου. Και αυτό ακριβώς στάθηκε το κύριο κίνητρο για μένα. Να δομήσω μια ταινία βασισμένη σε αυτό το αίσθημα. Από τον χαρακτήρα του κεντρικού ήρωα, τους χώρους που επέλεξα μέχρι και την πλοκή που έδωσα στην ταινία, κυριαρχεί αυτό που σας είπα. Ο Πειραιάς ήταν και είναι προσφιλές μου μέρος, αφού εκεί έζησα αρκετά κατά τα παιδικά μου χρόνια, και αυτό που γεννήθηκε στο μυαλό μου, μαζί με τις εικόνες που έτυχε να συναντήσω και την απουσία του πατέρα μου που ερχόταν, γεννήθηκε η ιδέα της ταινίας. Φυσικά, στην πραγμάτωση της ιδέας, έπαιξε τεράστιο ρόλο η σχέση μου με τον Μηνά Χατζησάββα, στον οποίο οφείλω πάρα πολλά και θα σκέφτομαι πάντα.
Ο Μηνάς έτσι κι αλλιώς από μόνος του υπήρξε ένας σπουδαίος άνθρωπος. Δυστυχώς σήμερα δεν υπάρχουν πολλοί σαν κι αυτόν.

Γιατί διαλέξατε τη φόρμα και το αφηγηματικό όχημα του φιλμ νουάρ στην πρώτη σας ταινία; «Η Εποχή τον Δολοφόνων» είναι επίσης ένα καθαρόαιμο νουάρ, ενώ έντονα τέτοια στοιχεία βρίσκει κανείς στο «Βασιλιά» αλλά και στην «Αγρύπνια». Αγαπάτε το συγκεκριμένο είδος;

Σαφώς η πλοκή αλλά και οι χαρακτήρες έχουν στοιχεία του φιλμ νουάρ λόγω του ότι αυτό είναι το είδος που αγαπώ περισσότερο στο σινεμά. Η αδυναμία που έχω στο φιλμ νουάρ, και εσείς εντοπίζεται στοιχεία του και σε άλλες ταινίες μου, υπάρχει γιατί εγώ έχω εντοπίσει σε αυτό σημεία που συγγενεύουν με την αρχαία ελληνική τραγωδία. Σε απώτερη ανάλυση η ταινία έχει και στοιχεία αρχαίας ελληνικής τραγωδίας. Οι χαρακτήρες έχουν ισχυρά κίνητρα που τους κάνουν να επεμβαίνουν στο πεπρωμένο τους πάση θυσία, έρχονται σε σύγκρουση με αυτό προκειμένου να έρθουν σε συμφιλίωση με τον βαθύτερο εαυτό τους, πληρώνουν το τίμημα των επιλογών τους, χάνουν ή νικούν.
Ο χαρακτήρας του κεντρικού ήρωα της ταινίας έχει ακριβώς αυτά τα στοιχεία που έχει ένας ήρωας της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας. Τα βασικά δηλαδή χαρακτηριστικά που τον καθιστούν δρώντα. Σαφώς είναι ένας άνθρωπος βαθιά μοναχικός και ο εξωτερικός του κόσμος είναι ιδωμένος εκ των έσω, δηλαδή έρχεται από αυτό που σας είπα στην αρχή, ένας κόσμος με το χρώμα της μοναξιάς και της απουσίας αναπόφευκτα θα είναι για αυτόν ο κόσμος.

Μέσα στη δεκαετία του '90 επιλέγετε μια σταθερά πιο σκοτεινή θεματολόγια και εικονογραφία, τουλάχιστον σε σχέση με τους περισσότερους έλληνες συναδέλφους σας. Πιστεύετε ότι η δεκαετία αυτή είχε κάτι το υπαινικτικά σκοτεινό; Π.χ. η Αθήνα που βλέπουμε στην «Κλειστή Στροφή» είναι πάντα γκρίζα - ο ήλιος κρύβεται σχεδόν μονίμως στη συννεφιά - γεμάτη μάντρες, άδειους χώρους, φτωχές μονοκατοικίες, μίζερα ξενοδοχεία και βιομηχανικά κτήρια. Είναι για εσάς μια αντι-τουριστική, μοναχική και αφιλόξενη πόλη;

Στη συνείδηση μου ως σκηνοθέτης δεν κάνω κάποιον υπαινιγμό σε σχέση με τον χαρακτήρα της πόλης όπως λέτε αντι-τουριστικό και αφιλόξενο, ούτε επίσης η σκοτεινή θεματολογία, όπως τη χαρακτηρίζετε, υπαινίσσεται κάποιο σχόλιο σε σχέση με τον συνολικό χαρακτήρα της δεκαετίας του 90. Φυσικά ζούσα στην Αθήνα και όλα που αναφέρετε να με είχαν επηρεάσει ασυνείδητα. Κάτι που συμβαίνει συχνά στη τέχνη, ο θεατής να αναγνωρίζει πράγματα που ο καλλιτέχνης δεν έχει τη συνείδηση ότι υπάρχουν στο έργο του. Το μόνο κάτω κείμενο των σκοτεινών και καλύτερα σκουριασμένων εικόνων αλλά και των χώρων που επιλέχθηκαν, είναι το αίσθημα του ήρωα και κατ επέκταση το δικό μου. Κατασκεύασα μια φανταστική πόλη που θα αποτύπωνε το τοπίο του ψυχισμού του ήρωα. Έβαλα στη ταινία στοιχεία της απουσίας και της μοναξιάς μου, όπως η μουσική της αθλητικής Κυριακής που σημάδεψε τα παιδικά μου βράδια. Για εμένα αυτή η μουσική έχει χαραχτεί στη μνήμη μου και όποτε την ακούω, κάτι σαν τα σκυλιά του Pavlov, μου θυμίζει τις μελαγχολικές χειμωνιάτικες Κυριακές στη Σαλαμίνα που περνούσα μαζί με τον πατέρα μου, βλέποντας ποδόσφαιρο.

Κλειστή Στροφή 607

Στη συνείδηση μου ως σκηνοθέτης δεν κάνω κάποιον υπαινιγμό σε σχέση με τον χαρακτήρα της πόλης όπως λέτε αντι-τουριστικό και αφιλόξενο, ούτε επίσης η σκοτεινή θεματολογία, όπως τη χαρακτηρίζετε, υπαινίσσεται κάποιο σχόλιο σε σχέση με τον συνολικό χαρακτήρα της δεκαετίας του 90. Φυσικά ζούσα στην Αθήνα και όλα που αναφέρετε να με είχαν επηρεάσει ασυνείδητα. Κάτι που συμβαίνει συχνά στη τέχνη, ο θεατής να αναγνωρίζει πράγματα που ο καλλιτέχνης δεν έχει τη συνείδηση ότι υπάρχουν στο έργο του.»

Κλειστή Στροφή 607

Στο παρελθόν έχετε χαρακτηρίσει τη «Κλειστή Στροφή» ως «ρεπεράζ με υπόθεση» Αυτό σημαίνει ότι οι χώροι προϋπήρχαν της πλοκής;

O χαρακτηρισμός «ρεπεράζ με υπόθεση» αναφέρεται στο ότι πολλές φορές μια εικόνα μπορεί να αποδώσει καλύτερα αυτό που αισθανόμαστε γιατί και αυτή προσλαμβάνεται από μία άλλη αίσθηση, την όραση. Ένας άνθρωπος που βιώνει μοναξιά συνυπάρχει με τους έρημους χώρους και τον συννεφιασμένο ουρανό και όχι με χώρους που δεν έχουν σχέση με την εσωτερική του συνθήκη. Σε τελική ανάλυση η μήτρα που γέννησε τους χώρους, αλλά και όλα τα υπόλοιπα πρόσωπα, ήταν ο χαρακτήρας του μοναχικού κλεφτή αυτοκινήτων.

Που κάνατε γυρίσματα;

Τα γυρίσματα έγιναν σε σημεία του Πειραιά, στο Πέραμα, στην Ελευσίνα κ.α. Εν τέλει όμως δεν έχει σχέση ακριβώς ο τόπος. Κάποιος που βλέπει τον κόσμο με έναν συγκεκριμένο τρόπο θα ψάξει να βρει τα σημεία που εναρμονίζονται με τον βαθύτερο εσωτερικό του τόπο. Η εσωτερική συνθήκη του ήρωα κινεί τα σκηνοθετικά νήματα. Ηθελα αυτό να ιδωθεί από όλες τις πλευρές. Και αυτή η συνθήκη του ήρωα θέλω να αποδίδεται με αλήθεια στην εικόνα. Γι αυτό επιλέγω στις ταινίες μου αισθήματα και βιώματα που έχουν εμπεδωθεί και μπορούν να αποδοθούν.

Οι ερωτικές σκηνές ξεχωρίζουν για την αλήθεια και το ρεαλισμό τους - επίσης κάτι ασυνήθιστο σε σχέση με τις διαφημιστικές εικόνες του σεξ και του γυμνού που κυριαρχούν στην mainstream κουλτούρα της εποχής. Ηταν κάτι που συνειδητά επιδιώξατε με του ηθοποιούς;

Οι ερωτικές σκηνές, δεν μπορούν να υπάρξουν στο σινεμά χωρίς την ενοχλητική παρουσία των σωμάτων. Στόχος μου ήταν τα σώματα να είναι παρόντα με τέτοιο τρόπο ώστε να γίνονται δρώντα δια μέσω των χαρακτήρων τους. Δεν θέλησα να περιγράψω την περιπέτεια δύο σωμάτων που συνευρίσκονται απλώς, αλλά την περιπέτεια δύο σωμάτων που συνευρίσκονται με πρωταγωνιστές τους χαρακτήρες τους. Και αν εντοπίσατε ειλικρίνεια και ρεαλισμό στις ερωτικές σκηνές της ταινίας, σας ευχαριστώ πολύ και χαίρομαι που πέτυχα μάλλον τον αρχικό μου στόχο. Να αποδώσω δηλαδή την ερωτική περιπέτεια δύο χαρακτήρων, που παίζει ρόλο στην πλοκή των γεγονότων, και όχι μια ερωτική επαφή δύο ανθρώπων χωρίς κανένα άλλο χρώμα πέρα από την επιθυμία του ενός σώματος για το άλλο. Και είναι αυτή η ερωτική σχέση που αποβαίνει εντέλει μοιραία και για τους δυο. Φυσικά σε αυτό έπαιξαν σαφή ρόλο οι ηθοποιοί ο Μηνάς και η Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου και η χημεία που υπήρχε μεταξύ τους.

Κλειστή Στροφή 607

Το πεσιμιστικό και μαζί ειρωνικό φινάλε της ταινίας είναι ίσως αναφορά στο σινεμά του Μελβίλ;

Η ταινία σε τελική ανάλυση είναι όντως επηρεασμένη από το σινεμά του Μελβίλ. Από το σκηνοθετικό του ύφος αλλά κυρίως από το ήθος των «αντιηρώων» του. Το τέλος όμως της ταινίας είναι σαφώς επηρεασμένο από την αρχαία ελληνική τραγωδία. Από μηχανής θεός στη κυριολεξία και τραγική ειρωνεία ταυτόχρονα.

30 χρόνια μετά την πρώτη σας ταινία, τι είναι αυτό θα θυμάστε πάντα;

Μια ταινία κάποιος μπορεί να τη ξεκινήσει μόνος του αλλά δεν μπορεί να την τελειώσει μόνος του. Η «Κλειστή Στροφή» πραγματοποιήθηκε χωρίς κρατική χρηματοδότηση από μια παρέα φίλων που δουλέψαμε με πάθος. Αν εξαιρέσουμε το Μηνά που η συμβολή του υπήρξε καθοριστική, θα αναφέρω το Κωστή Γκίκα που έκανε τη φωτογραφία, τη Γιούλα Ζωιοπούλου που έκανε τα σκηνικά και τα κοστούμια, τον Αντώνη Σαμαρά που έκανε τον ήχο, τη Λέτα Ανδρεάδη που έκανε το μακιγιάζ, στενοί συνεργάτες και φίλοι μου μέχρι σήμερα, και φυσικά τον Παναγιώτη Παπαχατζή παραγωγό της ταινίας, που χωρίς αυτόν το μόνο που θα υπήρχε θα ήταν κάποιες σκόρπιες εικόνες στο μυαλό μου.


Κλειστή Στροφή του Νίκου Γραμματικού (1991) - Μεγάλη Δευτέρα 2 Απριλίου στις 22:15

Ο Ανδρέας είναι κλέφτης αυτοκινήτων, τύπος κλειστός και χωρίς φίλους. Οι μόνες του επαφές είναι με μια πόρνη, η οποία περιστασιακά τον βοηθά στις κλοπές του, και με έναν παλιό συγκρατούμενό του, παραιτημένο απ’ τη ζωή. Μια μέρα συναντά την Ισμήνη, η οποία μπαίνει στη ζωή του εντελώς απρόσμενα και κάτω από παράξενες συνθήκες. Σύντομα αναπτύσσεται μεταξύ τους μια ερωτική σχέση, με άνισους όρους.

Κλειστή Στροφή του Νίκου Γραμματικού | 1991 | 83᾽ | Παραγωγή: Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου | Διεύθυνση Φωτογραφίας: Κωστής Γκίκας | Παίζουν οι: Μηνάς Χατζησάββας, Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου, Γιώργος Νινιός, Γιώργος Μωρογιάννης κ.α. | Βραβεία-Διακρίσεις: Βραβεία Πρωτοεμφανιζόμενου Σκηνοθέτη & Ά Ανδρικού Ρόλου και Διάκριση Ποιότητας Ταινίας Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης 1991 | Η ταινία θα προβληθεί σε κόπια 35mm | Παρουσιάζουν οι Θέλγια Πετράκη (σκηνοθέτης της μικρού μήκους «Η Χέλγκα είναι στο Λουντ» – φεστιβάλ Κλερμόν Φεράν 2017 & υποψήφια για το βραβείο καλύτερης μικρού μήκους ταινίας της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου 2017) & Χάρης Βαφειάδης (σκηνοθέτης της μικρού μήκους «13 1/2» – 2ο βραβείο καλύτερης ταινίας φεστιβάλ Δράμας 2010).

Κλειστή Στροφή 607

Η Χαμένη Λεωφόρος του Ελληνικού Σινεμά είναι μια πρωτοβουλία της Ενωσης Σκηνοθετών-Παραγωγών Ελληνικού Κινηματογράφου (ΕΣΠΕΚ). Μια Δευτέρα και μια Παρασκευή κάθε μήνα Κλασικά και Καταραμένα Ελληνικά Φιλμ από το παρελθόν, επιλεγμένα από τους σκηνοθέτες Αλέξη Αλεξίου, Γιάννη Βεσλεμέ και Ελίνα Ψύκου και την ιστορικό κινηματογράφου Αφροδίτη Νικολαΐδου, ξαναγράφουν ιστορία στον Κινηματογράφο Αστορ, σε 35mm και ειδικά αποκατεστημένες ψηφιακές κόπιες. Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες στην επίσημη σελίδα του αφιερώματος στο Facebook.