Φεστιβάλ / Βραβεία

Βενετία 2012, «E Stato il Figlio»: Η Ιταλική μαύρη κωμωδία έχει ζήσει καλύτερες μέρες

στα 10

Θέλοντας να κάνει ένα σινεμά που να είναι μαζί λαϊκό και κριτικό, ο Ντανιέλε Τσίπρι παραδίδει μια κωμωδία που θέλει να είναι μαύρη, αλλά που καταλήγει κρύα και σχεδόν γκροτέκσα.

Βενετία 2012, «E Stato il Figlio»: Η Ιταλική μαύρη κωμωδία έχει ζήσει καλύτερες μέρες

Ενας μεσήλικας άντρας περιμένει την σειρά του σε ένα ταχυδρομείο. Μοιάζει χαμένος στις σκέψεις του, κάτοικος ενός δικού του κόσμου, μα την ίδια στιγμή είναι κάτι παραπάνω από πρόθυμος να αφηγηθεί ιστορίες σε όσους καθίσουν δίπλα του.

Αυτή που κεντρίζει το ενδιαφέρον όλων, ίσως γιατί είναι και αυτή που αφηγείται με την μεγαλύτερη θέρμη, είναι η ιστορία των Τσιράουλο, μιας φτωχής οικογένειας στο Παλέρμο, που ζει μια συνηθισμένη, ασήμαντη ζωη, μέχρι την στιγμή που η μικρή τους κόρη πέφτει κατά λάθος θύμα της μαφίας.

Αφού ξεπεράσουν το θρήνο και στο σοκ, θα ανακαλύψουν πως ένας νόμος του κράτους αποζημιώνει τους συγγενείς των θυμάτων της μαφίας και ξαφνικά αρχίζουν να ελπίζουν σε μια αποζημίωση που θα λύσει τα οικονομικά τους προβλήματα.


Μόνο που το πολυπόθητο ποσό μοιάζει χαμένο κάπου ανάμεσα στα χαρτιά της γραφειοκρατίας και τα γραφεία των δικηγόρων κι ακόμη κι όταν τελικά εγκριθεί, θα αργήσει κι άλλο να έρθει, αναγκάζοντας τους Τσιράουλο, να αγοράζουν βερεσέ και τελικά να πέσουν στην ανάγκη ενός τοπικού τοκογλύφου.

Κι όταν κάποια μέρα τα χρήματα τελικά βρεθούν σε μια σακούλα στο τραπέζι (γιατί οι Τσιράουλο δεν πιστεύουν στις τράπεζες), ο καθένας θα θέλει να καλύψει τις δικές του ανάγκες, μόνο που ο αρχηγός της οικογένειας, θα κατορθώσει να τους πείσει πως αυτό που αληθινά χρειάζονται, είναι μια Mercedes.


Η ιστορία ακούγεται λιγάκι τραβηγμένη και η απεικόνισή της, είναι δυστυχώς ακόμη περισσότερο. Γυρισμένο στο Παλέρμο της Σικελίας, το φιλμ του (πετυχημένου διευθυντή φωτογραφίας) Ντανιέλε Τσίπρι, θέλει να συλλάβει την πιο λαϊκή Ιταλία που μπορείτε να φανταστείτε και για να το πετύχει μεγεθύνει τα χειρότερα χαρακτηριστικά των γειτόνων: Το φιλμ είναι γεμάτο οικογένειες που φωνάζουν, χρυσές καδένες σε τριχωτά αντρικά στέρνα, κοιλαράδες σε παραλίες, ρούχα με τεράστιους λεκέδες και απλωμένες μπουγάδες σε άθλιες εργατικές πολυκατοικίες.


Οσο για το ύφος της ταινίας, δύσκολα μπορείς να μιλήσεις για κωμωδία, αφού ούτε το τραγικό ούτε το αστείο βρίσκουν στο φιλμ τις σωστές τους διαστάσεις κι όλα μοιάζουν ιδωμένα μέσα από έναν παραμορφωτικό φακό που δίνει στο φιλμ μια κατά στιγμές αξιοθαύμαστα γκροστέσκα αισθητική, αλλά τίποτα άλλο άξιο λόγου – εκτός φυσικά από μια ακόμη εξαιρετική ερμηνεία του Τόνι Σερβίλιο που δείχνει για μια ακόμη φορά τις χαμαιλεοντικές ερμηνευτικές του δυνατότητες.