Φεστιβάλ / Βραβεία

1o Parthenώn Film Festival: επιστροφή στο πατρικό, στο χωριό, στα παιδικά μας όνειρα γεμάτα σινεμά!

στα 10

Ενα νέο φεστιβάλ γεννιέται για να χαρίσει ονειρικές κινηματογραφικές νύχτες στους κατοίκους της Χαλκιδικής. Το τριήμερο 3 έως 5 Ιουλίου ραντεβού στο διατηρητέο παραδοσιακό οικισμό του Παρθενώνα για να ξαναδούμε το σινεμά όπως το βλέπαμε παιδιά. Κι αυτό δεν το λέμε τυχαία...

1o Parthenώn Film Festival: επιστροφή στο πατρικό, στο χωριό, στα παιδικά μας όνειρα γεμάτα σινεμά!

Ο Παρθενώνας είναι ένας παραδοσιακός οικισμός της Σιθωνίας Χαλκιδικής, χτισμένος σε υψόμετρο 350 μέτρων, με πλούσια παραδοσιακή αρχιτεκτονική. Οι κάτοικοι του άρχισαν σταδιακά να εγκαταλείπουν τον οικισμό τη δεκαετία του ’70 για να εγκατασταθούν στο γειτονικό Νέο Μαρμαρά, που προσέφερε περισσότερες δυνατότητες εργασίας. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 ο Παρθενώνας εμφανίζεται πλήρως εγκαταλειμμένος. Τα επόμενα χρόνια τα περισσότερα κτίσματα του οικισμού αναστηλώνονται και αναπαλαιώνονται, δίνοντας νέα ζωή στον τόπο. Το 1985 ιδρύεται από πρώην κατοίκους του χωριού ο πολιτιστικός σύλλογος «Ο Παρθενών», που συμβάλλει στην διοργάνωση πολιτιστικών εκδηλώσεων.

Τρίαντα χρόνια μετά, ένα νέο κινηματογραφικό φεστιβάλ έρχεται για να δώσει πνοή στον παραδοσιακό οικισμό. To Parthenώn Film Festival - Σινεμά στο χωριό είναι ένα τριήμερο κινηματογραφικό φεστιβάλ που πραγματοποιείται για πρώτη φορά από τις 3 έως τις 5 Ιουλίου 2015, με ελεύθερη είσοδο για το κοινό. Η κεντρική πλατεία του χωριού, μπροστά στο παλιό δημοτικό σχολείο, μετατρέπεται για τρεις ημέρες σε μία υπαίθρια αίθουσα προβολής και συστήνει στο κοινό μερικούς από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες της 7ης τέχνης.

parthenon 1

parthenon 3

parthenon 2

Βραβεμένες ταινίες, όπως «Το Κόκκινο Μπαλόνι» του Αλμπερτ Λαμορίς (που θα είναι η πρεμιέρα της διοργάνωσης), κλασικά αριστουργήματα όπως «Τα 400 Xτυπήματα» του Φρανσουά Τριφό και «Τα Πουλιά» του Αλφρεντ Χίτσκοκ, αλλά και το συγκλονιστικό σκηνοθετικό ντεμπούτο του Τσαρλς Λότον, «Η Νύχτα του Κυνηγού», θα προβληθούν στο κυρίως πρόγραμμα του Φεστιβάλ. Στηρίζοντας τη νέα γενιά Ελλήνων δημιουργών, το Φεστιβάλ φιλοξενεί και δύο βραβευμένες ταινίες μικρού μήκους, το «Dust» του Θανάση Τσιμπίνη και τη «Nicoleta» της Σόνια Λίζα Κέντερμαν.

Το Flix επικοινώνησε με τον Χρήστο Πολίτη, ο οποίος κατάγεται από τη Χαλκιδική, έκανε από μικρός μεγάλα κινηματογραφικά όνειρα και σήμερα είναι ένας από τους εμπνευστές και τους συνιδρυτές της διοργάνωσης. Διαβάστε τι μας είπε για αυτή την πρωτοβουλία και πώς, ναι, μπορούμε να φτιάξουμε την ποιότητα της ζωής μας, να οργανώνουμε και να βιώνουμε κινηματογραφικές εμπειρίες σε όλη την ελληνική επικράτεια.

Parthenon poster

Πώς γεννήθηκε η ιδέα του φεστιβάλ - ήταν παρόρμηση ή τη δούλευες χρόνια στο μυαλό σου;

Η ιδέα έπεσε στο τραπέζι τον περασμένο Μάρτη, ουσιαστικά 4 μήνες πριν γίνει το φεστιβάλ. Ηταν μια κάπως συλλογική ιδέα πέντε ατόμων (Αγγελος Μαλλίνης, Φώτης Πολίτης, Στράτος Αλεξόπουλος, Μάγδα Βλάχου και εγώ) που καταγόμαστε από ένα μικρό χωριό της Χαλκιδικής, τον Νέο Μαρμαρά, που βρίσκεται στριμωγμένο μέσα σε πράσινα βουνά και στις παραλίες κάπου στην άκρη του δεύτερου ποδιού. Το χωριό αυτό, που μεγάλωσα μέχρι και τα 18 μου χρόνια, είναι ένα ειδυλλιακό χωριό, και θεωρώ πλέον τιμή μου που μέχρι που ενηλικιώθηκα έζησα εκεί, σε ένα σχολείο που η Τρίτη Λυκείου του είχε μόλις 15 παιδιά. Στον Ν. Μαρμαρά λοιπόν, υπήρχε μόλις λίγα βήματα από το σπίτι μου ένα θερινό σινεμά, που εκεί είδα για πρώτη φορά το καλοκαίρι του '91 το «Μόνος στο Σπίτι», ταινία που τότε το σινεμά έπαιζε κάθε μέρα για μια εβδομάδα. Θυμάμαι οτι σαν παιδί 5 ετών, κάτι μέσα μου έκανε μια μεγάλη έκρηξη. Και αφού δυο μέρες μέσα στο σινεμά δεν μου ήταν αρκετές, θυμάμαι τον αδερφό μου δυο χρόνια μεγαλύτερο να με ανεβάζει στην πανύψηλη για μένα απέναντι ταράτσα για να το ξαναδούμε. Κι εκεί συναντούσα κι άλλα παιδιά απο την γειτονιά. Για μένα αυτός ήταν ο παιδικός μου ήρωας. Είχε πολλά πρόσωπα, αστεία και μακρυνά σε απόσταση. Και έτσι ένοιωσα οτι κάτι άρχιζα να αγαπώ. Δεν είχαμε ερεθίσματα κινηματογραφικά μέσα στο σπίτι, αλλά η ελευθερία των γονιών μου να προσανατολίζομαι όπου έπεφτε η ματιά και η καρδιά μου, με έκαναν (άθελά τους) να αγαπήσω το σινεμά. Και έτσι από μικρή ηλικία θυμάμαι τον εαυτό μου να λέει πως θέλει να «ανοίξει έναΝ σινεμά» και να παίζει ταινίες, που θα τις έβλεπα με τους φίλους μου, όπως τότε σε εκείνη την ταράτσα, που χρόνο με τον χρόνο μου έφερνε κι άλλους ήρωες. Το να δημιουργηθεί αυτό το φεστιβάλ ήταν ένα όνειρο και μια επιστροφή σε κάτι που ήταν τόσο δυνατό και τόσο συγκινητικό, που με γυρνούσε πίσω σαν παιδί. Και κάπως έτσι, αυτό το φεστιβάλ πιθανόν θα είναι η αρχή και για άλλα παιδιά να βρουν ήρωές τους στο πανί. Ουσιαστικά, η ιδέα του φεστιβάλ ενώνει πέντε φίλους που επιστρέφουν στο χωριό για να φτιάξουν κάτι με αγάπη και τρομερή συγκίνηση για τους μεγάλους (που το βλέπουν σαν τιμή) και για τους μικρούς που τρέχουν από πίσω και βοηθούν σε καθετί, περιμένοντας τη «μεγάλη βραδιά».

ΝΙΚΟΛΕΤΑ 607 «Nicoleta» της Σόνια Λίζα Κέντερμαν

Πόσο δύσκολο ήταν τελικά να εφαρμοστεί μία τέτοια ιδέα, ειδικά στις μέρες μας και ποιοι σε βοήθησαν;

Αυτό το φεστιβάλ, και το ξέραμε απο την αρχή, και ίσως και να το επιδιώξαμε, είναι ένα φεστιβάλ χειροποίητο. Από τις αρχικές κουβέντες, που έφτιαχναν τον χώρο μέχρι το πρόγραμμα, όλα ήταν μελετημένα στο να είναι ένα ήσυχο τριήμερο, που αργότερα γιγαντώθηκε, γιατί είδαμε πως υπήρχαν πολλοί που στήριξαν την ιδέα. Πρώτα απ' όλα, ο χώρος που επιλέξαμε δίνει αυτόματα τον χαρακτήρα που θέλουμε να ακολουθήσουμε. 5 χιλιόμετρα πάνω από τον Ν. Μαρμαρά, υπάρχει ένα χωριό, ο Παρθενώνας, που ζει από τα μέσα του 1800 και εγκαταλείφθηκε από τους τελευταίους κατοίκους το 1970, οι οποίοι κατέβηκαν στο Ν. Μαρμαρά. Ανάμεσα σε εκείνους, γονείς και συγγενείς μας. Αυτό το χωριό πλεόν, τόσο ειδυλλιακό με την πέτρινη πλατεία, το διατηρητέο δημοτικό σχολείο, την κάτασπρη μικρή εκκλησία, τα θέορατα δέντρα και τις πλαγιές που αγναντεύουν σχεδόν τα δυο πόδια της Χαλκδικής, τα λιθόστρωτα μονοπάτια θα ήταν το σκηνικό μας. Θα ανεβαίναμε εκεί, που πλεόν παραδοσιακά διατηρητέο φιλοξενεί λιγότερο από 20 μόνιμους κατοίκους. Και θα αναβιώναμε τις δικές μας σινεματικές αναμνήσεις και τις αναμνήσεις των παλιότερων για έναν τόπο που φεύγει με τον χρόνο. Από την αρχή μας στάθηκε τόσο ο Σύλλογος του Παρθενώνα, όσο και οι κάτοικοι του Ν. Μαρμαρά, κι ύστερα ήρθαν και οι χορηγοί, αφού η FIX Ηellas ενδιαφέρθηκε να στηρίξει την προσπάθεια. Και τελικά ήταν πολύ ευκολότερο από όσο περιμέναμε όλο αυτό να γίνει πραγματικότητα. Εμείς απλά φανταζόμασταν πως θα θέλαμε να είναι, κι ύστερα με μαγικό (σχεδόν κινηματογραφικό τρόπο) όλα πήγαιναν δεξιά. Χειροποίητα όλα. Κάπως έτσι προσεγγίσαμε και τις ταινίες. Και εδώ να ευχαριστήσουμε τόσο τους ανθρώπους που μας βοήθησαν για τα δικαιώματα των ταινιών (τη Μαρίνα Κόντη, τον Ζήνο Παναγιωτίδη, την Στέλλα Κεχαγιά, τον Βασίλη Σουραπά, τον Θανάση Τσιμπίνη, τη Σόνια Λίζα Κέντερμαν και τον Βελισσάριο Κοσσυβάκη).

red balloon 607 «Το Κόκκινο Μπαλόνι» του Αλμπερτ Λαμορίς

Πώς επιλέχθηκαν οι ταινίες; Πώς στήθηκε το πρόγραμμα;

Οι ταινιες επιλέχθηκαν με γνώμονα το τι θα θέλαμε να παρουσιάσουμε σε ένα κοινό μέσα σε ένα πλαίσιο ασφάλειας. Και επειδή το φεστιβάλ, επιστρέφει «στο χωριό», που αυτό για εμάς σημαίνει επιστροφή στην παιδική ηλικία, φτιάξαμε ένα πρόγραμμα που να βασίζεται σε έναν άξονα «παιδικό». Ο ήρωας του «Κόκκινου Μπαλονιού» είναι ένα ξανθό αγόρι που βρίσκει τον δικό του ήρωα που του δίνει φτερά, ο Αντουάν Ντουανέλ χαρτογραφεί το Παρίσι με μια απόκοσμη ελευθερία στα «400 Χτυπήματα», τα ''δεινά'' στα «Πουλιά» ξεκινούν όταν μια γυναίκα καταφτάνει σε μια παραθαλάσσια πόλη φέρνοτας ως δώρο πουλιά σε ενα μικρό κορίτσι, ενώ στην υπέροχη «Νύχτα του Κυνηγού» δυο αδέρφια πολεμούν το κακό από την ρίζα του σαν ήρωες ενός υγρού παραμυθιού. Οσο για τις μικρού μήκους, στο «Dust» ένα κορίτσι καταφέρνει να ξεφύγει από την αυταρχική μητέρα της, ζωντανεύοντας τα όνειρα (και τους εφιάλτες) της, ενώ στη «Νικολέτα» ένα μικρό αγόρι παίρνει στα χέρια του την τύχη της νεογέννητης σχεδόν αδερφής του. Χωρίς να άπτονται πλήρως αυτού του άξονα, οι ταινίες διαθέτουν μια ελευθερία ικανή να αφυπνίσει νέα και πιο νέα μυαλά σε ένα τριήμερο κάτω από τα αστέρια μιας απόμονωμένης πλατείας που θα γεμίσει κόσμο, μουσικές και γέλια. Πόσω μάλλον ότι θα δω μαζί με τους γονείς μου, την αγαπημένη μου ταινία, τα «400 Χτυπήματα» στην έναρξη του φεστιβάλ. Και ίσως τότε καταλάβουν, γιατί αγαπώ ''τους σινεμάδες'', όπως τους λέει η μητέρα μου, που ξέρει οτι κάθε φορά που δεν σηκώνω το τηλέφωνό μου είναι γιατί είμαι μέσα σε κάποια αίθουσα.

400 χτυπήματα 607 «Τα 400 Xτυπήματα» του Φρανσουά Τριφό

Τι συμβολίζει το Ω;

Ουσιαστικά το φεστιβάλ πήρε το όνομά του από το χωριό που θα το φιλοξενήσει, με το τονισμένο ''Ω'' στο Parthenώn να τονίζει τον χαρακτήρα του. Ενα φεστιβάλ που διατηρεί μια επιστροφή, δεν μιλάει greeklish, αλλά έρχεται για να ξυπνήσει αναμνήσεις που οι θεατές ίσως «δεν έχουν».  Ο υπότιτλος «Σινεμά στο Χωριό» υπογραμμίζει αυτή την επιστροφή, που για μένα ως επιμελητής είναι βαθιά συγκινητικός και ιδιαίτερα υπερήφανος που έρχεται να συμπληρώσει την ανάγκη αυτής της προσπάθειας, να ξεκινήσει ένας κύκλος αθώου πολιτισμού σε κάτι παιδικό μας.

Φιλοδοξείτε να το συνεχίσετε και τα επόμενα καλοκαίρια; Θέλετε να γίνει θεσμός;

Αυτό που επιδιώκουμε είναι να συνεχιστεί αυτό που υπάρχει σαν σκέψη και θα υλοποιηθει τον Ιούλιο και τα επόμενα καλοκαίρια να γίνει ακόμα μεγαλύτερο, με μέρες που θα προστεθούν, με συνεργασίες με φεστιβάλ που θα θέλαμε να παρουσιάσουμε στο Pathenώn Film Festival και στους θεατές του, και να γίνει ένα πλουραλιστικό πρόγραμμα, που κατα βάση του θα χτίζει μέσω μιας κλασικής φιλμογραφίας, μια εκπαιδευτική γραμμή που θα θέλαμε να γνωρίσει το κοινό μας. Αυτό που θέλουμε είναι αυτή η ιδέα να ευθυγραμμίσει όλες τις εποχές, με βάση να δίνεται πάντα το καλοκαίρι. Να ξεκινάει και να καταλήγει εκεί, αλλά με εμβόλιμες ενδιάμεσες προβολές. Για παράδειγμα, επόμενο βήμα είναι να γίνει ένα διήμερο προβολών στο παλιό δημοτικό σχολείο, στην ίδια πλατεία που θα φιλοξενηθεί το Parthenώn Film Festival, κοντά στα Χριστούγεννα, όταν έξω όλα θα είναι άσπρα από το χιόνι, με νοσταλγικές «χειμωνιάτικες» κλασικές ταινίες για μικρό αριθμό θεατών. Και αυτό που θέσαμε σαν στόχο, είναι αυτό το φεστιβάλ να γίνει θεσμός που θα επιστρέφει την πρώτη εβδομάδα κάθε Ιούλη και θα μας πηγαίνει «πίσω στο πατρικό».

Dust 607 «Dust» του Θανάση Τσιμπίνη

Γιατί έχουμε ανάγκη πιστεύεις να καθόμαστε ο ένας δίπλα στον άλλον και να βλέπουμε ταινίες σε μία εποχή που όλοι μπορούμε να τις δούμε ακόμα κι από τον υπολογιστή μας; Γιατί τα φεστιβάλ είναι... μαγικά;

Αυτό είναι και το πρώτο μέλημα του φεστιβάλ. Να δούμε σινεμά έξω από το σπίτι, και ουσιαστικά έξω από το συνηθισμένο. Θυμάμαι ότι μικρός, μαγεμένος από το σινεμά είχα πάρει ένα τετράδιο και σημείωνα ταινίες, λέξεις, ηθοποιούς, όλα όσα για μένα ήταν σινεμά και τα θεωρούσα θησαυρό μου. Υστερα συμπλήρωνα ονόματα και συνέδεα καταστάσεις με ταινίες και ηθοποιούς και έφτιαχνα νοητά τη δική μου εγκυκλοπαίδεια. Μα τότε δεν υπήρχαν ούτε τα μέσα για να να ξαναδώ μια ταινία, ούτε να ψάξω άμεσα κάτι για αυτήν, κι έτσι πολλά χάθηκαν μέσα στα χρόνια. Τώρα πλεον όλα είναι εύκολα, και τα πάντα βρίσκονται ακόμα πιο εύκολα. Δεν είναι ευκολία το βίντεο κλαμπ, που για μένα τοτε ήταν σχεδόν σαν εκκλησία. Ησυχος χώρος που έβρισκα τις πηγές μου. Αυτό που κάνουμε στο Parthenώn Film Festival είναι ουσιαστικά το άνοιγμα εκείνης της αυτοσχέδιας εγκυκλοπαίδειας, χύμα όλα τα ονόματα και οι πληροφορίες σε θεατές που θα μάθουν μια νέα ορθογραφία και σινεμά που είτε δεν γνώριζαν, είτε αγνοούσαν, είτε μέσα στα χρόνια ξέχασαν. Και η ανάγκη να γελάει μια ολόκληρη πλατεία, να τρομάζει και να κλαίει για μένα θα είναι η διπλή χαρά, ο διπλός φόβος και η τριπλή συγκίνηση. Γιατί τα γέλια που θα ακούω στη σκηνή που ο γυμναστής βγάζει την τάξη «βόλτα» στο Παρίσι για να μείνει στο τέλος μόνος του στα «400 Χτυπήματα», εμένα θα μου προκαλέσουν συγκίνηση. Και θα είναι η μεγαλύτερη χαρά αυτού του φεστιβάλ. Το «μαζί» του σινεμά ήταν για μένα εκείνη η ανταμοιβή που άξιζε να τρέχω μέχρι το Λονδίνο για να το σπουδάσω, για να τρέχω 9 η ώρα το πρωί σε χαμένα σινεμά στην άλλη άκρη της πόλης για να δω τα «400 Χτυπήματα» και για να υποσχεθώ στον εαυτό μου πως «όπου και να βρίσκομαι, αν κάπου παίζουν τα ''400 Χτυπήματα'' θα μπαίνω να τα βλέπω». Και το έζησα στο Λονδίνο, στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα. Και τότε ήμασταν λίγοι στην αίθουσα, αλλά για έναν ανεξήγητο λόγο καθόμασταν όλοι κοντά. Και ίσως αυτό το φεστιβάλ να γεννήθηκε στ' αλήθεια από αυτή την ανάγκη. Και θα είμαστε πολλοί ο ένας δίπλα στον άλλον, όταν η κάμερα του Τριφό θα κυνηγάει τον Πύργο του Άιφελ από κάθε πιθανή γωνία στους τίτλους έναρξης των «400 Χτυπημάτων».

Ο Χρήστος Πολίτης αρθρογραφεί στο περιοδικό Σινεμά, εργάζεται για τις Νύχτες Πρεμιέρας και διατηρεί το κινηματογραφικό blog «Ο Χρήστος Δε Μένει Πια Εδώ»

parthenon 4

Διαβάστε περισσότερα για το φεστιβάλ στο επίσημο site Parthenώn Film Festival και στη σελίδα του στο facebook

Ακόμα περισσότερα καλοκαιρινά φεστιβάλ εδώ: