Το Νησί διαλύθηκε κάτω από τα πόδια μας σαν το Κύμα
Η Γη που μας συγκρατούσε έμοιαζε να παραμένει σταθερή
Μόνο όταν την αγκαλιάσαμε με Πάθος
Ολα όσα πιστεύω πως έγιναν εκεί ήταν Οραμα
Σέιμους Χίνι, Το Νησί που Εξαφανίζεται

Μ’ αυτό το απόσπασμα του ποιήματος ενός από τους πιο διάσημους Ιρλανδούς ποιητές ανοίγει το «Η Εικόνα που Εχασες» του Ντόναλ Φόρμαν και οι στίχοι του αποτελούν τον δομικό κορμό πάνω στον οποίο χτίζεται αυτό το πειραματικό κινηματογραφικό δοκίμιο για την απώλεια, την ταυτότητα και την εικόνα ως το τελευταίο καταφύγιο της μνήμης, μια ταινία τεκμηρίωσης που προσπαθεί να συγκεράσει το βαθιά προσωπικό με το πολιτικό και τα ατομικά με τα συλλογικά τραύματα, με φόντο ένα νησί στο οποίο οι Ταραχές αποτελούν ακόμα το πιο σκοτεινό κομμάτι της (πρόσφατης και μη) ιστορίας του.

Γιατί ο Φόρμαν δεν επιδιώκει να κάνει (άλλο) ένα ντοκιμαντέρ για τον επαναστατικό αγώνα των κατοίκων της Βόρειας Ιρλανδίας για την ανεξαρτησία, ούτε προσπαθεί απλώς να συνθέσει ένα γράμμα προσέγγισης, κατανόησης και (γιατί όχι) αγάπης ενός νέου κινηματογραφιστή στον επίσης σκηνοθέτη, αποξενωμένο και απόμακρο, πατέρα του, δέκα χρόνια μετά το θάνατο του τελευταίου, αλλά χρησιμοποιεί τις εικόνες ως έναν ζωντανό διάλογο ανάμεσα στους δυο τους κι ως τη μοναδική γλώσσα που είναι ικανή να καλύψει τόσο το δικό του εσωτερικό κενό, όσο και το χρονικό, γενεαλογικό και σημειολογικό χάσμα ανάμεσα σε δύο σκηνοθέτες που έζησαν τον ιρλανδικό αγώνα σε δύο τελείως διαφορετικές φάσεις του κι αυτό επηρέασε τον τρόπο της κινηματογραφικής τους προσέγγισης.

Το 2008 ο Φόρμαν ανακάλυψε στο διαμέρισμα του θανόντος πατέρα του, Άρθουρ ΜακΚέιγκ, στο Παρίσι ένα οπτικό αρχείο τριάντα ετών με σπάνιο υλικό από τη ζωή στη Βόρεια Ιρλανδία κατά τη διάρκεια των Ταραχών και τη δράση του ΙΡΑ στην περιοχή. Ο ΜακΚέιγκ ήταν γόνος Iρλανδών μεταναστών στις Ηνωμένες Πολιτείες, επέστρεψε όμως πίσω στην Ευρώπη και από το ορμητήριό του στη γαλλική πρωτεύουσα ταξίδευε στην Ιρλανδία για να συμμετάσχει στην αντίσταση κατά των Βρετανών κατακτητών γυρίζοντας ταινίες, με πιο διάσημη το “The Patriot Game“ του 1978. Οι εικόνες του, ηλεκτρισμένες από το πάθος του αγώνα και φορτωμένες από το ιστορικό βάρος τριών δεκαετιών, αποπνέουν ακόμα το δυναμισμό και τη μαχητικότητα μιας άγριας, όσο και ρομαντικής εποχής ιδεαλιστικής επαναστατικότητας.

Όμως πίσω και πέρα από αυτές, ο Φόρμαν ψάχνει να βρει τον πατέρα του, όχι μόνο γυρεύοντας το καλλιτεχνικό του αποτύπωμα, αλλά αναζητώντας ακόμα και το ίδιο το πρόσωπό του, αφού τον είδε ελάχιστες φορές στη ζωή του, καθώς μεγάλωσε με τη μητέρα του στο Δουβλίνο, ενώ ο ΜακΚέιγκ παρέμεινε στο Παρίσι με τη νέα του σύζυγο. Η επιλογή του μάλιστα να γίνει και ο ίδιος σκηνοθέτης είχε άμεση σχέση με αυτή την απόρριψη και ο Φόρμαν δεν παύει να το υπογραμμίζει αντιπαραβάλλοντας τις δικές του εικόνες με εκείνες του πατέρα του, συνθέτοντας ένα αμάλγαμα από ιστορικά πλάνα αρχείου, δικές του λήψεις, φωτογραφίες, τηλεοπτικά επίκαιρα, αποσπάσματα των ταινιών του εκλιπόντος και home movies αμφοτέρων, με μια ψυχαναλυτική και σχεδόν συνειδησιακή ροή, η συγκινησιακή δύναμη της οποίας εντείνεται από ένα voice over που δίνει φωνή τόσο στο γιο, όσο και στον πατέρα, μέσα από την ανάγνωση γραμμάτων και την ημερολογιακή σχεδόν καταγραφή των μύχιων σκέψεών τους.

Αυτή η πολυφωνική αντίστιξη ανάμεσα σε παλιές και νεότερες εικόνες, οι οποίες δρουν συμπληρωματικά, παραπληρωματικά ή ακόμα και αντίθετα η μία στην άλλη, σε συνδυασμό με έναν λόγο που συνοδεύει, σχολιάζει ή εναντιώνεται στην εικόνα, σχηματίζουν ένα έργο πλούσιο σε ερεθίσματα και πολύσημο, που καλεί το θεατή να κάνει τη δική του αποκρυπτογράφηση στα πολλαπλά σημαινόμενα. Γιατί καμία εικόνα δεν είναι αθώα ή μονοδιάστατη, αλλά πάντα κουβαλά το ηθικό και πολιτικό βάρος της εποχής της, όπως ξεκάθαρα φαίνεται από την αντιπαραβολή των φορτισμένων πλάνων του πατέρα με τις τεχνικά πιο άρτιες, αλλά παράλληλα σαφώς πιο αποστασιοποιημένες ψηφιακές λήψεις του γιου. Ακόμα, όμως, και η ίδια η κινηματογράφηση είναι τελικά μια επαναστατική πράξη απέναντι στη λήθη κι εκεί επιτυγχάνεται η πολυπόθητη συμφιλίωση των δύο καλλιτεχνών που έτυχε να είναι πατέρας και γιος.