Τρεις φοιτητές μετακομίζουν σε ένα παλιό σπίτι, όπου συνειδητοποιούν ότι έχουν γίνει στόχος της υπερφυσικής οντότητας «The Bye Bye Man». Προσπαθώντας να τον απωθήσουν, οι τρεις νεαροί θα πρέπει να βρουν έναν τρόπο να σωθούν, ενώ ταυτόχρονα πρέπει να κρατήσουν μυστική την μάχη τους για επιβίωση – όποιος μάθει την ύπαρξη της οντότητας, θα είναι και το επόμενό της θύμα…

Όταν διαβάζεις δίπλα στο όνομα της Στέισι Τάιτλ ότι ήταν υποψήφια για Oσκαρ το 1994 για την ταινία μικρού μήκους «Down on the Waterfront», έχεις κάποιες ελπίδες πως το «The Bye Bye Man», τουλάχιστον, θα είναι μια από αυτές τις ταινίες τρόμου που θα σε κάνουν να περάσεις ευχάριστα έστω και μιάμιση ώρα παρέα με ποπ κορν στο κοντινό σου μούλτιπλεξ. Αλλά, πριν καν καλά-καλά τελειώσει η εισαγωγή της, οι ελπίδες σου αυτές μετατρέπονται γρήγορα σε φρούδες.

Βασισμένο στην ιστορία του Ρόμπερτ Ντέιμον Σνεκ, «The Bridge to Body Island» από το βιβλίο του «The President’s Vampire: Strange but True Tales of the United States of America», το φιλμ της Τάιτλ έχει όλα εκείνα τα στοιχεία που θα μπορούσαν να το κάνουν τουλάχιστον αξιοπρεπές: μια ιστορία βασισμένη σε, φαινομενικά, πραγματικά γεγονότα, έναν κακό που μοιάζει αν ο Slender Man φορούσε αντί το κλασικό του κοστούμι το αδιάβροχο/καμπαρτίνα του δολοφόνου από το «Ξέρω τι Έκανες Πέρσι το Καλοκαίρι», και όμορφους πρωταγωνιστές.

Αντ’ αυτού, για άλλη μια φορά μοιάζει για άλλη μια μεταφυσική ταινία τρόμου του σωρού, έχοντας κάνει copy-paste σωρηδόν σκηνές και αναφορές από όποια ανάλογη ταινία μπορεί να σου έρθει στο μυαλό. Ο,τι κλισέ υπάρχει καταγραμμένο σε κάποιο εγχειρίδιο σκηνοθεσίας για ταινία του είδους, κάνει την εμφάνισή του το ένα πίσω από το άλλο (πόρτες να τρίζουν, παράξενοι ήχοι πίσω από τοίχους, σκιές να κινούνται στο σκοτάδι – η λίστα δεν έχει πραγματικά τελειωμό) μετατρέποντας την ταινία σε ό,τι πιο προβλέψιμο υπάρχει, μέχρι το αχαρακτήριστα κακό φινάλε της.

Ολα αυτά τα αμέτρητα κλισέ θα ήταν κάπως δικαιολογημένα αν η ταινία ήταν, έστω και στο ελάχιστο, τρομαχτική. Ομως το «The Bye Bye Man» δεν προσφέρει ούτε ένα ψήγμα τρόμου, ή έστω κάποια ανατριχιαστική στιγμή, που θα σε κάνει να μπεις στο κλίμα της. Το μόνο που προσφέρει, και μάλιστα απλόχερα, είναι αμήχανα χαχανητά σε κάποιες σκηνές, αλλά και απανωτά εγκεφαλικά ακούγοντας τους αφελείς διαλόγους μεταξύ των πρωταγωνιστών της, όπου από ένα σημείο και μετά σε αφήνουν μουδιασμένο στο να αντιδράσεις στο οτιδήποτε, ακόμα και στο να γελάσεις.

Και μιας και μιλάμε για τους πρωταγωνιστές, οι χαρακτήρες των τριών νεαρών είναι όσο πιο καρικατούρα και χάρτινοι μπορεί να είναι χωρίς καμία υπόσταση και λογική στις πράξεις τους, μια Κάρι-Αν Μος που φαίνεται πως είδε φως και μπήκε στα γυρίσματα, μια από τις πιο εκνευριστικές και κακοπαιγμένες παιδικές ερμηνείες που έχετε δει τον τελευταίο καιρό σε ταινία, αλλά και με μια Φέι Ντάναγουεϊ που ήρθε στο γύρισμα με ένα μακιγιάζ και ντύσιμο πιστεύοντας πως θα παίξει στο σίκουελ του «Mommie Dearest».

Και εκεί που περιμένεις να ακούσεις στους τίτλους τέλους το τραγούδι των *NSync «Bye Bye Bye», έτσι για τον αυτοσαρκασμό ή/και για το τρολάρισμα (ίσως) του πράγματος, αλλά δεν, το «The Bye Bye Man» είναι η πρώτη ταινία της χρονιάς που μπαίνει στην λίστα με τις χειρότερες του 2017, αν μπορούμε να μιλάμε για λίστες από τόσο νωρίς. «Don't think it. Don't say it» και ίσως χαθεί κι αυτή η ταινία τρόμου, μαζί με άλλες τόσες, στην λήθη.