Θα σε κάνω βασίλισσα. Να με κάνεις Πρώτη Κυρία και θα’μαι εντάξει. Ενας ρομαντικός ιδεαλιστής νέος με ωραία κορμοστασιά και μια πιο πραγματίστρια, πιο αμυντική νέα, φιλόδοξη και συγκροτημένη, έχουν γνωριστεί στο δικηγορικό γραφείο του Σικάγο όπου δουλεύουν κι οι δυο. Στη διάρκεια του φιλμ, βγαίνουν για το πρώτο τους ραντεβού που κρατά μια μέρα, από το μεσημεράκι ως το βράδυ. Το ότι αυτοί οι δυο λέγονται Μπαράκ και Μισέλ κι έμελλε να γίνουν το καθοριστικότερο ζευγάρι της σύγχρονης Αμερικής, αποτελεί την κυρίαρχη σφραγίδα της ταινίας.

Αποσπασμένο από τους συνδέσμους του με την πραγματικότητα, το «Southside With You», με πρεμιέρα στο Σάντανς, κυλά ως ένα γλυκό, χαριτωμένο date movie, πολύ συμβατικό για να προκαλέσει από μόνο του το ενδιαφέρον, πολύ προφανές στην επιθυμία του για ρομαντισμό, ακόμα και στην τίντα στα χρώματα του ηλιοβασιλέματος που σκεπάζει ολόκληρη την ταινία. Η δράση ξετυλίγεται καθαρά και χρονολογικά: η συνάντηση, η καπατσοσύνη εκείνου να παρασύρει εκείνη σε μια μέρα που θα τον αναδείξει και θα τη σαγηνεύσει. Θα την πάει σε μια έκθεση γιατί αγαπά την τέχνη, θα την κεράσει φαγητό στα όρθια, θα την περάσει από μια κοινοτική συνέλευση όπου θα φανεί το πόσο καλός και πειστικός ρήτορας είναι, θα την πάει σινεμά.

Αυτή είναι μάλλον η πιο εύστοχη και καλοσκηνοθετημένη σεκάνς της ταινίας, μια και το ζευγάρι, καλοκαίρι του 1989, βλέπει το «Do the Right Thing» του Σπάικ Λι που μόλις έχει βγει (στις αφίσες των προσεχώς το «Sex, Lies & Videotape», γιατί είναι εκείνη η εποχή), βρίσκοντας τις αφορμές να μιλήσει για μια φυλετικά τεταμένη αμερικανική κοινωνία που, σήμερα, έχει ξαναβγεί στο φως. Και θα την καληνυχτίσει μ’ ένα παγωτό χωνάκι και το πρώτο τους φιλί. Τελεία, παύλα, το μέλλον είναι δικό τους.

Από την άλλη πλευρά, το γεγονός ότι οι ήρωες είναι πράγματι αυτή τη στιγμή ο Πρόεδρος της Αμερικής και η Πρώτη Κυρία, αναγκάζει και το σενάριο να κινηθεί σ’ ένα στρογγυλεμένο, προστατευτικό και εγκεκριμένο πλαίσιο. Οσο πίνουν το ποτό τους, όσο περπατούν χέρι-χέρι, ο Μπαράκ κι η Μισέλ μιλούν – έτσι δεν κάνουμε όλοι; - για τη φυλετική ανισότητα, το ελλιπές σύστημα υγείας, την πολύ-πολιτισμική αμερικανική κοινωνία, για όλα τα ζητήματα που επρόκειτο να μπουν στην πολιτική ατζέντα του Ομπάμα.

Οι συζητήσεις τους κεντρίζουν το ενδιαφέρον, επειδή ο θεατής γνωρίζει καλά ποιοι είναι και αναστατώνεται από αυτή την επιτετραμμένη ματιά από την κλειδαρότρυπα. Το ότι εκείνος καπνίζει αδιάκοπα σε μια mainstream αμερικανική ταινία είναι ακόμα πιο εντυπωσιακό, επειδή πρόκειται για τον Ομπάμα κι όχι για τον Μήτσο που δυσκολεύεται να το κόψει. Ο διάλογος «σκοπεύεις ν’ ασχοληθείς με την πολιτική;» «μπορεί κιόλας…», προκαλεί ένα χαμόγελο επειδή η συνέχεια είναι μέρος της σύγχρονης Ιστορίας. Το ίδιο τους το προφίλ βασίζεται περισσότερο στην εικόνα που το κοινό έχει διαμορφώσει γι’ αυτούς, παρά στο ποιοι πραγματικά είναι, πίσω από τα φώτα της δημοσιότητας. Η ταινία δεν είναι σκανδαλοθηρική – είναι απαλή και περιποιημένη.

Είναι, περισσότερο κι απ’ αυτό, ένα αξιοπερίεργο. Μια σχετικά ελεύθερη απόδοση της πρώτης συνάντησης του άντρα που είναι, τώρα, όχι απλώς εν ζωή, αλλά ο ενεργός Πρόεδρος της Αμερικής και της διαλεχτής της καρδιάς του. Μια ταινία που θα λειτουργούσε και ως προεκλογικό σποτ διαρκείας, ιδιαίτερα για τρυφερό κοινό. Ενα φιλμ με πρωτοτυπία, όχι στο σενάριο ή στην υλοποίησή του ή στις ερμηνείες του, παρότι ο Σόγιερς και η Σάμπτερ αποδίδουν τον αέρα του Μπαράκ και της Μισέλ με πειστικότητα και άνεση. Κυρίως στη σύλληψή του να καταπιαστεί μ’ αυτή τη στιγμή δυο εμβληματικών ανθρώπων που βρίσκονται και τώρα στο προσκήνιο. Αυτή η ίδια σύλληψη, στήνει παγίδα στον αυθόρμητο ρομαντισμό της ταινίας, αλλά ταυτόχρονα και την καθιστά κάτι ξεχωριστό. Δεν είναι μια ταινία για ένα πρώτο ραντεβού, δεν είναι η ταινία για να πάτε ραντεβού, θα είναι όμως πάντα εκείνη η ταινία για τον Μπαράκ και τη Μισέλ.