Σε μια εποχή συγκρούσεων, μια ομάδα από απρόσμενους ήρωες ενώνει τις δυνάμεις της σε μία αποστολή να κλέψει τα σχέδια του Death Star, του απόλυτου εργαλείου καταστροφής της Αυτοκρατορίας. Αυτό το κομβικό γεγονός στο χρονοδιάγραμμα των Star Wars φέρνει κοντά συνηθισμένους ανθρώπους που καλούνται να κάνουν ασυνήθιστα πράγματα και, έτσι, να υπηρετήσουν κάτι πολύ μεγαλύτερο από τους ίδιους.

Το «Rogue One» μπορεί να διαδραματίζεται κι αυτό σε έναν γαλαξία πολύ, πολύ μακριά, όμως βρίσκεται έξω από το κέντρο του γνωστού «Star Wars» σύμπαντος, εφόσον αφηγείται μια περιφερειακή, αλλά την ίδια στιγμή σημαντική στην μεγαλύτερη εικόνα της saga ιστορία. Οι ήρωές της ταινίας του Γκάρεθ Εντουαρντς (ή έστω οι περισσότεροι ή πιο κεντρικοί από αυτούς) δεν είναι κάποιοι που έχουμε ήδη γνωρίσει και ο χρόνος που η ιστορία διαδραματίζεται τοποθετείται ανάμεσα στην πρώτη και πρώτη από τις καλές ταινίες της σειράς το «Episode IV, A New Hope» και την τελευταία από τις χμ... λιγότερο καλές, το «Episode III: Revenge of the Sith».

Το «Rogue One» μπορεί να μην φέρνει τίποτα αληθινά καινούριο στην μυθολογία της σειράς, αλλά μάλλον να γεμίζει μερικά από τα κενά της ιστορίας που δεν ήξερες ότι σου έλειπαν στ΄αλήθεια, αλλά ξέρει πολύ καλά ποιος είναι ο ρόλος του και τι θέλει να κάνει. Το φιλμ ικανοποιεί την ξανά πλούσια όρεξη των φαν μέχρι την επόμενη «κανονική» ταινία του «Πολεμου των Αστρων», την δεύτερη της σειράς των sequel της original τριλογίας που έρχεται στις αίθουσες ακριβώς σε ένα χρόνο από τώρα, τον Δεκέμβριο του 2017.

Θέλει επίσης να είναι μια μάλλον «κλασσική» χορταστική περιπέτεια, στο πνεύμα των πρωτότυπων φιλμ, με χαρακτήρες που μπορεί να μην γνωρίζεις, αλλά των οποίων τα χαρακτηριστικά και το DNA αναγνωρίζεις και με μια περιπέτεια που μοιαζει εξίσου θεαματική όσο και παλιομοδίτικη.

Το φιλμ καταφέρνει σχεδόν όλους τους στόχους που θέτει, κρατάει ζωντανό το ενδιαφέρον μας για την saga, χορταίνει τις ορδές των φανατικών της σειράς με καινούριο υλικό, γεμίζει τα ταμεία της Disney με ζεστό χρήμα και επεκτείνει το σύμπαν της σειράς σε ακόμη πιο μακρινούς γαλαξίες δίνοντας την ευκαιρία στην σειρά να εξερευνήσει περισσότερες γωνιές του και γιατί όχι να γίνει πιο τολμηρό στις επιλογές των ιστοριών που θα αφηγηθεί στο μέλλον.

Ομως πέρα από αυτό, το «Rogue One», μπορεί να γεμίζει ένα κενό, αλλά δεν προσφέρει κάτι αληθινά συναρπαστικό σε έναν θεατή που δεν λατρεύει ήδη τυφλά τον βωμό που έχτισε ο Τζορτζ Λούκας. Οι ήρωές του μοιάζουν γνώριμοι και αναλώσιμοι, οι ηθοποιοί του όχι πάντα απόλυτα πετυχημένες επιλογές (ο Ντιέγκο Λούνα είναι εξαιρετικά αδύναμος κι ελάχιστα πειστικός) έστω κι αν ηθοποιοί όπως ο Μπεν Μέντελσον ή ο Μάντς Μίκλεσεν κάνουν την διαφορά στους δεύτερους ρόλους.

Και παρ ότι ο κινηματογραφικός χρόνος κυλά σαν γάργαρο νερό και η ταινία δεν έχει σχεδόν καθόλου βαρετές στιγμές, δεν μπορείς στ΄αλήθεια να βρεις σ αυτή μια σκηνή ανθολογίας ή αληθινά αξιομνημόνευτους διαλόγους ή χαρακτήρες, με μοναδική εξαίρεση –κι αυτό δεν αποτελεί spoiler- όταν ο Ντάρθ Βέιντερ αναλαμβάνει δράση.

Ομως ακόμη κι έτσι, δεν μπορείς παρά να παραδεχτείς ότι το «Rogue One» στέκεται αξιοπρεπέστατα ανάμεσα στην μυθολογία της σειράς, ως δορυφόρος ενός πολύ μεγαλύτερου κινηματογραφικού πλανήτη. Ο αντίκτυπος και η σημασία του είναι σαφώς περιορισμένα, όμως το fun είναι εγγυημένο και η παρουσία του μπορεί να μην είναι απόλυτα απαραίτητη, αλλά δεν είναι ενοχλητική όπως εκείνη της τριλογίας των prequel της σειράς.