Το «Rocketman» κάνει για τον Ελτον Τζον όσα δεν τόλμησε το «Bohemian Rhapsody» για τον Φρέντι Μέρκιουρι. Είναι από τις πικρά αστείες ανατροπές της κινηματογραφικής ιστορίας, ότι ο Ντέξτερ Φλέτσερ ήταν ο σκηνοθέτης που επιλέχθηκε για να «συμμαζέψει» το «Bohemian Rhapsody», όταν το στούντιο απέλυσε τον Μπράιαν Σίνγκερ. Το τελικό αποτέλεσμα ήταν ένα εξωραϊσμένο, επιφανειακό biopic, που, όμως, γνώρισε τεράστια εμπορική επιτυχία αλλά και οσκαρική δόξα. Στη «δική του» ταινία, το «Rocketman», επίσης μουσική βιογραφία ενός άλλου βρετανικού και διεθνούς ινδάλματος με ταραγμένη ζωή, του Ελτον Τζον, ο Φλέτσερ έκανε όλα εκείνα που θα ευχόταν κανείς: μια απολαυστικά θεαματική ταινία με αιχμή και βάθος. Απλώς ήρθε δεύτερος κι αυτό δεν αποκλείεται να κοστίσει και σ' εκείνον και στον θαυμάσιο Τάρον Ετζερτον τις δάφνες τους.

Ενας πορτοκαλί διάβολος, με ολόσωμη φόρμα από λύκρα, παπούτσια με πλατφόρμες, μπέρτα και σκουφί με παγιέτες και στριφογυριστά κέρατα, «προσγειώνεται» ορμητικά σε μια συνάντηση των Ανώνυμων Αλκοολικών κι αρχίζει να... ξεφορτώνει. Το παρελθόν μπλέκεται με το παρόν, η τραγωδία μ' ένα μπλαζέ χιούμορ κι η απαρίθμηση εθισμών και τραυμάτων ξεκινά: αλκοόλ, κοκαΐνη, όλα τα ναρκωτικά του κόσμου, υπερκαταναλωτισμός, σεξ, βουλιμία, βίαια ξεσπάσματα, ένας μπαμπάς που ποτέ δεν αγάπησε, μια μαμά που ποτέ δεν κατάλαβε, ένα στρουμπουλό αγόρι με γυαλιά που ποτέ δεν εκτιμήθηκε γι' αυτό, ακριβώς, που ήταν κι έτσι αναγκάστηκε να καμουφλαριστεί, με παγιέτες και πλατφόρμες και στριφογυριστά κέρατα. Ετσι ξεκινά περίπου το «Rocketman» κι η ενέργειά του δεν κατεβαίνει, ώσπου ο ήρωάς του να εκτοξευθεί σ' ένα καθολικό burn out και να επιστρέψει στο σώμα και το μεγαλειώδες ταλέντο του Ελτον Τζον.

Η ταινία είναι ένα πραγματικό μιούζικαλ. Οχι απλώς ντύνεται με τα τραγούδια του Ελτον Τζον, από το '70 και μετά, αλλά τα χρησιμοποιεί αφηγηματικά, εκείνα δίνουν ροή και συμπλήρωμα στους διαλόγους και τη δράση, συχνά συνοδευόμενα κι από πολυπληθή χορευτικά νούμερα. Μέσα απ' αυτά, αποκαλύπτεται βήμα-βήμα η ιστορία του μικρού, συνεσταλμένου Ρέτζι που είχε ταλέντο στο πιάνο και το πώς έγινε, με τη συμπαράσταση του στιχουργού Μπέρνι Τόπιν (η μοναδική του σχέση αγάπης που διήρκεσε, σύμφωνα με την ταινία) και σε πείσμα όλων των υπόλοιπων που προσπάθησαν να τον αποτρέψουν ως ανίκανο όταν ήταν μικρός, ή να το εκμεταλλευτούν ως χρυσή κότα (και με το αντίστοιχο κοστούμι), όταν ήταν ο πλουσιότερος μουσικός στην ιστορία, αποκλειστικά και μόνο από τις πωλήσεις των δίσκων του.

Μια και η περσόνα του Ελτον Τζον είναι συνυφασμένη με το σόου, με την υπέρβαση και με ένα χιούμορ που αψηφά τις νόρμες, το ίδιο ύφος ακολουθεί σκηνοθετικά και η ταινία. Είναι κι η ίδια ένα σόου, πολύχρωμο και θεαματικό, με γρήγορες εναλλαγές χρονικών περιόδων και συναισθηματικών κυμάτων που πρώτα χτυπά στις αισθήσεις και μετά, αργότερα, στη λογική. Για ν' ανακαλύψεις, σταδιακά, όπως σε κατευθύνει, τι κρύβεται μέσα στο εκρηκτικό περιτύλιγμα, τις ακραίες επιλογές και τη μαγευτική μουσική. Το ότι η ταινία ξεκινά με μια ομαδική συνεδρία δεν είναι τυχαίο: με παραγωγό τον Ντέιβιντ Φέρνις, τον σύζυγο του Ελτον Τζον και με τη σφραγίδα επικύρωσης του ίδιου, η ταινία συντίθεται από ψυχαναλυτικούς αφηγηματικούς μίτους, επεξηγήσεις κι αιτιολογήσεις. Είναι, ολόκληρη, σαν το αποτέλεσμα των επιτυχημένων συνεδριών του Ελτον Τζον και, μαζί, οι δικές του απολογίες, ευχαριστίες, τα κλεισίματα των λογαριασμών του, μ' έναν τρόπο σίγουρα απλοϊκό, αλλά όχι ανειλικρινή.

Στο κέντρο αυτού του ψυχαγωγικού σίφουνα, ο Τάρον Ετζερτον παίζει σαν να μην υπάρχει αύριο. Με μερικά κιλά παραπάνω στο chubby κορμί του, με ένα εύθραυστο, παιδικό πρόσωπο στην τρυφερότητα και στα πείσματά του, με την αποφασιστικότητα και την παραίτηση να εναλλάσσονται σε διαστήματα δευτερολέπτων, με δικές του ερμηνείες των τραγουδιών, που του επιτρέπουν να παίζει και μ' αυτά ως όπλα, ισοπεδώνει τα ζητήματα της εξωτερικής ομοιότητας και γεννά τον ήρωά του από την αρχή, με μια τόλμη και μια δύναμη που κανείς ως τώρα δεν θα θεωρούσε ότι διαθέτει.

Φυσικά, η ταινία είναι μια «επίσημη» βιογραφία - προφανώς κρατά τα μυστικά της φυλαγμένα, όπως προφανώς και ο Ελτον Τζον είχε μια πλευρά πιο σκοτεινή απ' όσο το φιλμ επιτρέπει να φανεί. Κάνει, ωστόσο, θαρραλέα βήματα προς μια πραγματική απεικόνιση της ψυχοσύνθεσης ενός ανθρώπου που εκτοξεύτηκε, σαν ρουκέτα, στο έξω διάστημα της διασημότητας, απροετοίμαστος και φτιαγμένος, με προδιαγεγραμμένη πορεία να ξανασυγκρουστεί με το έδαφος. Και, σαν τον ήρωά της, η ταινία, ακόμα και στις δραματικότερες σκηνές της, έχει ένα σκανταλιάρικο χιούμορ και μια συναισθηματική γενναιότητα, ντυμένα με κάποια από τα ωραιότερα τραγούδια της ποπ-ροκ μουσικής.