Η ταινία εκτυλίσσεται στη διάρκεια του Πατρινού καρναβαλιού που ξυπνά τα πάθη: τα μέλη του γκρουπ «Παράδεισος», μεταμφιεσμένα σε εξωτικά πουλιά, φίδια, μήλα, Αδάμ και Εύες παίρνουν μέρος στο καρναβάλι της πόλης τους, χορεύουν τέκνο ή σάμπα και κάνουν παρέλαση στη βροχή.

Η Μαριάνα επιστρέφει ως έκπληξη στο αγόρι της για να μείνουν μαζί για πάντα, ο Νίκος χρησιμοποιει το καρναβάλι για να κάνει ερωτική εξομολόγηση στο αφεντικό του, η Ευγενία διστάζει να αποκαλύψει τον έρωτα της για τον αρχηγό του γκρουπ και ο Ηλίας παρακαλάει τη γυναίκα του να γυρίσει πίσω στο σπίτι που εγκατέλειψε... Μέσα στην «κολασμένη» ατμόσφαιρα της αποκριάς, όλοι διεκδικούν το συναισθηματικό τους Παράδεισο...

Ενα από τα μεγαλύτερα και πιο αντιπαθητικά κλισέ του σύγχρονου σινεμά, είναι αυτό που όταν οι ήρωες μιας ταινίας επισκέπτονται μια ξένη πόλη, τυγχάνει πάντα να είναι η μέρα μια μεγάλης τοπικής γιορτής. Αν πάνε σε μια πόλη του Μεξικό, τότε θα είναι πάντα στη μέρα των νεκρών, αν πήγαιναν στην Πάτρα, τότε θα ήταν το Σαββατοκύριακο του καρναβαλιού. Οφείλω να ομολογήσω ότι αντιπαθώ το καρναβάλι, από τα παιδικά μου χρόνια, όταν υπήρξε συνώνυμο του Αλκη Στέα και του τίποτα ενδιαφέρον να δεις στην τηλεόραση για μια ολόκληρη μέρα. Αντιπαθώ τις απόκριες, τις στολές, τα μπαλ μασκέ, τις μεταμφιέσεις. Και ξέρω ότι δεν είμαι ο μόνος.

Πράγμα που κάνει ακόμη πιο εντυπωσιακό το γεγονός ότι ο «Παράδεισος», μια ταινία που διαδραματίζεται ολόκληρη το τελευταίο Σαββατοκύριακο της Αποκριάς, όχι απλά δεν είναι «αντιπαθητική», αλλά αντίθετα είναι μια από τις πιο τρυφερές, αξιαγάπητες ταινίες της πρόσφατης Ελληνικής παραγωγής.

Οι απόκριες βεβαίως είναι απλώς το σκηνικό των ιστοριών της ταινίας, όμως με κάποιο όχι ακριβώς παράξενο τρόπο, η εξέλιξή τους δεν θα μπορούσε να είναι ίδια ένα οποιοδήποτε άλλο, συνηθισμένο Σαββατοκύριακο. Η σχεδόν διονυσιακή μέθεξη που φέρνει η μεταμφίεση, η μουσική, το ποτό, η αποκοπή από την πεζή καθημερινότητα, μοιάζει να ωθούν τους ήρωες να κάνουν πράγματα που δεν θα τολμούσαν αλλιώς.

Οχι πως οι πράξεις τους, οι αποφάσεις, οι κουβέντες που ανταλλάσσουν έχουν κάτι το κοσμογονικό, όμως καμιά φορά, τα μικρά τα εσωτερικά, τα κρυμμένα, είναι πιο δύσκολα να έρθουν στο φως. Γι αυτά ακριβώς ενδιαφέρεται ο Παναγιώτης Φαφούτης, στήνοντας με το σενάριο του, την σκηνή (ή καλύτερα την παρέλαση) για να φανερωθούν οι αληθινές, ευάλωτες, απροσποίητες πλευρές των ηρώων του. Και μαζί τους να μας κάνει να τις κοιτάξουμε κι εμείς τις δικές μας.

Περισσότερο απ οτιδήποτε ο «Παράδεισος» διακρίνεται για την τρυφερότητα του, για την αγάπη με την οποία κοιτάζει τους τσαλακωμένους ήρωες του, την καθαρή ματιά σε πράγματα και καταστάσεις γνώριμες. Μπορεί κατά στιγμές να χάνει τον βηματισμό του, ή να χάνει λίγο τον σωστό τόνο, όμως ο Παναγιώτης Φαφούτης κατορθώνει να ενορχηστρώσει μια τόσο ειλικρινή συμφωνία των ανθρώπινων σχέσεων που η καρδιά σου καταλήγει να του συγχωρεί τις όποιες αδυναμίες.

Με χιούμορ αλλά και συγκίνηση, με στιγμές αληθινές και χαρακτήρες αναγνωρίσιμους, δίχως πομπώδεις μελοδραματισμούς ή κοινότυπες ευκολίες, ο «Παράδεισος» δεν είναι μια ταινία που θέλει ν΄ αλλάξει τη ζωή σου, αλλά μια ταινία που κατορθώνει να την περιγράψει. Κι αυτό ίσως να είναι εξίσου σημαντικό.