Τα media τους είχαν δώσει τον τίτλο «The Bling Ring», γιατί αυτή η «συμμορία», μία παρέα γυμνασιόπαιδων από το Λος Αντζελες, έγινε διάσημη εισβάλλοντας σε σπίτια διάσημων celebrities και κλέβοντας ό,τι λάμπει (bling). Από την Πάρις Χίλτον, μέχρι την Λίντσεϊ Λόχαν και από τον Ορλάντο Μπλουμ μέχρι την Μέγκαν Φοξ, τα 17χρονα πιτσιρίκια είχαν σύστημα: έκαναν google τις διευθύνσεις των αγαπημένων τους celebrities, έβρισκαν τα σπίτια τους και με τη βεβαιότητα ότι πάντα κάτι είναι ξεκλείδωτο, έμπαιναν και σάρωναν τις γκαρνταρόμπες τους. Ο σκοπός δεν ήταν τόσο η αξία των ρούχων, των παπουτσιών, των κοσμημάτων, όσο ότι γινόντουσαν και εκείνοι κομμάτι αυτού του γκλάμουρ κόσμου που παρελαύνει στα περιοδικά, τις οθόνες και το twitter τους. Από τον Οκτώβριο του 2008 μέχρι και τον Αύγουστο του 2009 συγκέντρωσαν 3 εκατομμύρια δολάρια και έζησαν την μεγάλη ζωή, μέχρι που μία κρυφή κάμερα κατέγραψε τα πρόσωπά τους και το πάρτι τελείωσε.

Είναι ξεκάθαρο γιατί ταίριαζε στην Κόπολα («The Virgin Suicides», «Χαμένοι Στη Μετάφραση», «Somewhere») να γυρίσει μία τέτοια ταινία. Τα θέματα ενηλικίωσης (κάτω από ποιες συνθήκες, πότε και πώς) είναι αυτά που απασχολούν πάντα τον κινηματογραφικό φακό της. Περιμέναμε να τον στρέψει πίσω από την χυδαία επιφάνεια του lifestyle, πέρα από την αβάσταχτη σαχλαμάρα της γενιάς του E Entertainment και του facebook, ανυπομονούσαμε να βυθιστούμε σ' αυτό που, με τόση τρυφερότητα, κάνει πάντα: στην μελαγχολία, την μοναξιά, την εσωτερικότητα των νεαρών της ηρώων.

Δυστυχώς εδώ επιλέγει έναν άλλο τρόπο: κοιτάει απ' έξω. Εμμένει να καταγράφει την φρενίτιδα των παιδιών στις επιδρομές τους - τα drugs & fashion πάρτι στις επαύλεις των σταρς και την οργασμική χαρά τους να κλέβουν κομμάτι κομμάτι λίγο από την λάμψη τους. Αυτή όμως η loud κινηματογραφική ατμόσφαιρα είναι τόσο μονομερώς αποτυπωμένη, που όταν στο τέλος πρέπει να γίνουμε μάρτυρες της κατάληξης της συμμορίας, συνειδητοποιούμε ότι ούτε τους ξέρουμε, ούτε τους μάθαμε ποτέ και, κυρίως, ούτε τους νιώσαμε. Ελάχιστες κλεφτές στιγμές στα παιδικά δωμάτια δεν αρκούν.

Καταλαβαίνουμε ότι αυτή η επιλογή της Κόπολα είναι από μόνη της μια δήλωση. Δεν παραλείπει μάλιστα να παρακολουθεί τους επαναστάτες χωρίς αιτία ήρωές της στις παράνομές τους δραστηριότητες, κόβοντας συνεχώς σε αυθεντικό υλικό από τις συλλήψεις και τις δίκες των ξεπεσμένων ειδώλων τους (αναρωτιόμαστε πώς νιώθουν οι σταρς που θα δουν την ταινία και τι σκελετούς βγάζουν τα παιδιά από τις ντουλάπες τους).

Η Κόπολα δε δείχνει κάτι άλλο γιατί αυστηρά κρίνει ότι δεν υπάρχει κάτι άλλο. Τελειώσαμε. Καμία ουσία πλέον, μόνο επιδερμίδα. Καμία επικοινωνία, μόνο social media. Κανένας πραγματικός γονιός, μόνο καλιφορνέζες νεο-ζεν νοικοκυρές.

Αντίθετα όμως με αυτό που είχε καταφέρει το δίδυμο Ααρον Σόρκιν/Ντέιβιντ Φίντσερ με το «Social Network» (ή η γερμανική πολιτική ταινία του Χανς Βαϊνγκάρτνερ «Οι Μέρες της Αφθονίας σας Είναι Μετρημένες»), το «The Bling Ring» τελικά δεν επιτυγχάνει κανέναν ουσιαστικό, ή ανατρεπτικό σχολιασμό. Δεν έχει τίποτα καινούργιο να προσθέσει στον κοινωνικό διάλογο. Μοιάζει περιορισμένο, ρηχό και απίστευτα φλύαρο.

Στα συν, η Εμα Γουότσον που αντιμετωπίζει την ηρωίδα της με μία δόση χιούμορ, αυτοσαρκασμού και ωμής ειρωνίας, κάνοντας από μόνη της ένα σχόλιο που, ευτυχώς, δεν χάνεται στην μετάφραση.