Η ιστορία ενός Αγοριού, που φεύγει από το χωριό του και πηγαίνει στην πόλη για να συναντήσει τον πατέρα του, ο οποίος αναζητά εργασία ως εσωτερικός μετανάστης. Στο ταξίδι αυτό, το Αγόρι παρατηρεί το αντιφατικό πρόσωπο της σύγχρονης Βραζιλίας, που θα μπορούσε να είναι μια οποιαδήποτε χώρα στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Η ταινία συναρπάζει με τα σχέδια, τα χρώματα και τη μουσική. Δεν έχει διαλόγους «για να μη λερωθεί αυτό το διαμάντι με περιττά πράγματα», όπως έγραψε ο κριτικός της γαλλικής «L’ Express».

Μπορεί το σινεμά κινουμένων σχεδίων να έχει στις μέρες μας έναν αληθινό πλούτο ταινιών για κάθε γούστο, με καλύτερο δείγμα ασφαλώς τις ταινίες της Pixar, αλλά και με μια σειρά από άλλες αξιόλογες επιλογές, όμως το «Αγόρι κι ο Κόσμος» του βραζιλιάνου Αλε Αμπρέου, μοιάζει να δημιουργεί μια καινούρια ξεχωριστή κατηγορία.

Σκιτσαρισμένο με μια τεχνική που θυμίζει παιδικές ζωγραφιές, με τον τρόπο ενός παιδιού που σκιτσάρει κρατώντας ένα μάτσο κραγιόνια στα χέρια του κι αφήνοντας την φαντασία του να οργιάζει, το φιλμ είναι ένα αληθινό ποίημα συμπυκνωμένης ομορφιάς, που θυμίζει στην διάρκεια της ίδιας σκηνής ναίφ αναπαράσταση της ζωής ιμπερσιονιοστικό τοπίο και σουρεαλιστικό, γεμάτο φαντασία ταμπλό.

Ο Αμπρέου χρησιμοποιεί τις εικόνες και την εξαιρετική μουσική που εν τη απουσία του διαλόγου (όποιες φράσεις ακούγονται είναι ποδανά πορτογαλέζικα), λειτουργεί σαν οδηγός ή σαν voice over, με την ελευθερία ενός ανθρώπου που ξέρει ότι η ομορφιά και μόνο της ταινίας του είναι ικανή για να κρατήσει τα μάτια των μικρών ή μεγάλων θεατών της στην οθόνη.

Η ιστορία του μπορεί να είναι όμορφη και τρυφερή, αλλά δεν παύει να είναι ελαφρώς αναμενόμενη, όμως ο τρόπος που ο Αμπρέου την εικονογραφεί δεν είναι ποτέ προβλέψιμος. Κι ακόμη κι αν το μήνυμα της, ο τρόπος που η «πρόοδος» και η εκβιομηχάνιση καταπίνει έναν πιο ορθολογικό τρόπο ζωής και γεννά την οικονομική ανισότητα, είναι ασφαλώς καλοδεχούμενο, μερικά πράγματα όπως η απόφασή του να συμπεριλάβει ένα μοντάζ από κινηματογραφημένα πλάνα, λίγο πριν το τέλος του φιλμ, μάλλον αποδυναμώνει παρά μεγεθύνει τον αντίκτυπό του.

Ακόμη κι έτσι όμως το «Αγόρι κι ο Κόσμος» συναρπάζει με τις υπέροχες καλειδοσκοπικές εικόνες του και με την «τολμηρή» μα τόσο λειτουργική κινηματογραφική του γλώσσα που αρνείται κάθε τι περιττό για να αφήσει χώρο σε αυτά που έχουν πραγματική αξία στο σινεμά, στις εικόνες, την διαίσθηση και την συμμετοχή του θεατή.