Στη διάρκεια μιας υπερμεγέθους συναυλίας των Metallica, ο Τριπ, ένας πρόθυμος γκρούπι, αναλαμβάνει να εκτελέσει μια μυστηριώδη αποστολή που προϋποθέτει ότι θα βγει απρόθυμα από την αρένα στον έξω κόσμο. Στη διαδρομή του ο Τριπ έρχεται αντιμέτωπος με τη βία, το θάνατο, μεσαιωνικές και σύγχρονες απειλές και το μοιραίο εφιάλτη, την ίδια στιγμή που η μπάντα τα σπάει στη σκηνή.

Οι Metallica είναι, αξιωματικά, το σπουδαιότερο metal συγκρότημα στην ιστορία: «ιστορία» είναι η λέξη κλειδί εδώ, μια και η ταινία, σε σενάριο και παραγωγή των ίδιων των Metallica, ανταποκρίνεται στην πρόκληση του να αποτυπώσει ένα καταιγιστικό live από αυτά που δίνουν σήμερα, χωρίς νέα τραγούδια και χωρίς το πάθος και τη βρώμικη, μουσικά επιθετική εικόνα που τους καθιέρωσε. Όπως η μπάντα τα τελευταία χρόνια έχει «καθαρίσει», όσο ακουμπά όλο και περισσότερο στα εντυπωσιακά, θεαματικής παραγωγής σόου και λιγότερο στον ιδρώτα και τη σκληράδα της συναυλίας, έτσι και η ταινία τούς αντιμετωπίζει λατρευτικά αλλά και καλογυαλισμένα.

Γυρισμένη σε 3D με τρόπο μάλλον περιττό, παρότι κάνει την εικόνα πιο γλαφυρή, η ταινία μοιράζεται στα γενικά του εκστασιασμένου σταδίου, τα κοντινά σε μύες στα χέρια, τα γνώριμα πρόσωπα των Metallica, τις κιθάρες, τους καπνούς, τις φλόγες και τα φέρετρα που γεμίζουν τη σκηνή και τους ενθουσιώδεις οπαδούς που γεμίζουν την αρένα, με εικόνα ωστόσο που προορίζεται περισσότερο για να κάνει τους σημερινούς Metallica ν’ αρέσουν στους αναγνώστες των lifestyle περιοδικών.

Ολη η σημειολογία του γκοθ παραμυθιού τροφοδοτεί την ταινία, αλλά το κομμάτι της «μυθοπλασίας» με τον Ντέιν ΝτεΧάαν δεν είναι μια ιστορία που στέκει αυτόνομα στην ταινία: η διαδρομή του λειτουργεί απλώς ως επιπλέον ατμοσφαιρική εικονογράφηση των τραγουδιών, που ακούγονται μεν ολόκληρα, αλλά δυστυχώς όχι αρκετά δυνατά στην αίθουσα. Οι Metallica, πέρα απ’ το ότι παίζουν ολόκληρο το σετ τους, δεν παρεμβαίνουν ή συμμετέχουν με κανέναν άλλον τρόπο στην ταινία, κάνοντας έτσι τελικά το «Through the Never» μια εντυπωσιακή κινηματογραφική απόδοση του live τους. Τίποτε λιγότερο, αλλά και τίποτε περισσότερο. Το αποτέλεσμα είναι ένα φιλμ αποθεωτικό, όμορφο και περιποιημένο, κατ’ επιλογή του συγκροτήματος, αλλά όχι απαραίτητα και των fans, οι οποίοι μπορούν πάντα να ξαναβάλουν το DVD του «Live Shit: Binge & Purge» στο player τους και να ξεδώσουν.