Η Κέιτ είναι σαραντάρα σύζυγος, μητέρα κι επαγγελματίας. Εχει δυο παιδιά, απαιτητικά εξ ορισμού, έναν άντρα με απεριόριστη κατανόηση, που όμως μόλις έχει αναλάβει ένα σημαντικό project και μια ανταγωνιστική δουλειά σε επενδυτική εταιρεία. Προκειμένου να τα καταφέρει όσο μπορεί καλύτερα σε όλες της τις υποχρεώσεις, αναπτύσσει ικανότητες ζογκλέρ. Μόνο που καμιά φορά, αν προσπαθείς να τα κάνεις όλα, δεν κάνεις τίποτα πολύ καλά.

Η Σάρα Τζέσικα Πάρκερ πρωταγωνιστεί με ένα ρόλο που ανταποκρίνεται, για πρώτη φορά, στην περσόνα που έχτισε με το τηλεοπτικό «Sex and the City». Είναι χαριτωμένη, σέξι, δραστήρια και σχετικά κανονικός άνθρωπος. Ενσαρκώνει τη διασπασμένη σύγχρονη γυναίκα, που ξέρει πώς να συνδυάσει τις ψηλοτάκουνες γόβες με μπλούζες λίγο λερωμένες με εμετό του μωρού, με μια δόση πειστικότητας και αδιαμφισβήτητη γοητεία.

Και οι δεύτεροι γυναικείοι ρόλοι της ταινίας κερδίζουν στα σημεία: η Κριστίνα Χέντρικς του «Mad Men», με ούτε δείγμα ντεκολτέ, ως ανύπαντρη εργαζόμενη μητέρα, γεμίζει την οθόνη τις λίγες φορές που εμφανίζεται, σπάει κόκκαλα με το υποψιασμένο της βλέμμα και ετοιμάζεται για mainstream καριέρα. Αλλά και η Ολίβια Μαν, ανακάλυψη του Τζίμι Φάλον και του Τζον Στιούαρτ στην αμερικανική τηλεόραση, ενσαρκώνοντας την ψυχαναγκαστική, σχολαστική βοηθό της Κέιτ είναι και όμορφη και αστεία, αποδεικνύοντας και στη μεγάλη οθόνη την κωμική της ενέργεια.

Οι άντρες της ταινίας περνούν σε δεύτερο πλάνο, παρότι ο Γκρεγκ Κινίαρ είναι, όπως πάντα, οικείος, γλυκός και σταθερός και ο Πιρς Μπρόσναν όσο πρέπει υπεροπτικός, suave και σέξι.

Οσο καλά ισορροπημένο, όμως, είναι το καστ – σημαντικό, βέβαια, σε κάθε ρομαντική κομεντί, τόσο το σενάριο ταλαντεύεται μεταξύ έξυπνου και χιλιοειπωμένου, παρότι βασίζεται (ή ίσως και γι’ αυτό το λόγο), στο ομότιτλο best seller της Αλισον Πίτερς. Οι διασκεδαστικές ατάκες που μένουν στη μνήμη μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού και η εξέλιξη της ιστορίας είναι απολύτως προβλέψιμη – μην έχετε αμφιβολία, θα συμβεί ακριβώς αυτό που καταλαβαίνετε από τα πρώτα δέκα λεπτά.

Επιπλέον, η ταινία αποφασίζει, αντί να παραμείνει στα προβλήματα των διαπροσωπικών σχέσεων, να κάνει κι ελαφρύ κοινωνικό σχολιασμό, μια και η κεντρική ηρωίδα είναι μια σύγχρονη και πιο καλοντυμένη Μαίρη Παναγιωταρά! Απευθυνόμενη, βέβαια, κυρίως σε γυναίκες, τις διδάσκει ότι πρέπει μεν να διεκδικούν ανταγωνιστικές καριέρες, αλλά ταυτόχρονα και ειδικούς όρους στην εργασία. Κι ενώ ο στρατευμένος φεμινισμός πραγματικά ξεπεράστηκε από την πραγματικότητα, «πολιτικός» συμπέρασμα της ταινίας είναι εντελώς αφελές. Ναι, οι γυναίκες είναι καλό να μπορούν να συνδυάσουν τη δουλειά, τον έρωτα και τα παιδιά, αλλά όποιος πιστεύει, όπως η σεναριογράφος Αλίν Μπρος ΜακΚένα, ότι αυτό μπορεί να γίνει μ’ ένα απλό αίτημα στον εργοδότη και μια κουβέντα με τον σύζυγο, μάλλον ζει στη σφαίρα... της ρομαντικής κομεντί!