«Ο άνθρωπος χρησιμοποιεί μόνο 10% του εγκεφάλου του. Φαντάζεστε πώς θα ήταν ο κόσμος αν το ποσοστό διπλασιαζόταν; Τριπλασιαζόταν;» Η Λούσι είναι μία νεαρή αμερικανίδα φοιτήτρια στη φρενίτιδα της μητροπολιτικής Ταπέι. Ξενυχτάει, φλερτάρει, χορεύει, παίρνει ουσίες. Οταν ο τυχοδιωκτάκος γόης εραστής της την εμπλέκει σε μία περίεργη «παράδοση» ενός χαρτοφύλακα σε μεγαλοεπιχειρηματία, η Λούσι βρίσκεται βαθιά μπλεγμένη στα άδυτα της Κινεζικής μαφίας και σε μία περιπέτεια που τη θέλει βαποράκι σε παγκόσμιο δίκτυο εμπορίου ναρκωτικών: να κουβαλάει στα σπλάχνα της μία πανάκριβη νέα χημική ουσία που ενεργοποιεί μεγαλύτερο ποσοστό των εγκεφαλικών σου κυττάρων. Μόνο που οι μαφιόζοι δεν είχαν υπολογίσει κάτι: τι θα μπορούσε να συμβεί αν το πανίσχυρο ναρκωτικό διέρρεε στο αίμα μίας δυναμικής γυναίκας;

Enter: σέξι θυληκό με μεγάλο όπλο και μικροσκοπική φούστα. Η αγαπημένη κινηματογραφική φαντασίωση του Λικ Μπεσόν, η ηρωίδα-φετίχ του (από το «Νικήτα» και το «Πέμπτο Στοιχείο», μέχρι την πρόσφατη «Colombiana») επιστρέφει για το κοινό των 00ς με την μορφή της Σκάρλετ Τζοχάνσον. Και παρόλο που η σέξι πρωταγωνίστρια του δίνει ένα τεράστιο αβαντάζ στο buzz της ταινίας, ο Μπεσόν δε χρησιμοποιεί περισσότερο από 5% του εγκεφάλου του για να απογειώσει την ιδέα του και να μας χαρίσει κάτι από τον παλιό καλό του εαυτό.

Δεν μας ενοχλεί το προσχηματικό σενάριο. Καλοδεχούμενη η κόμικ εξτραβαγκάνζα σε στόρι και φόρμα, οι υπερρεαλιστικές εξελίξεις της πλοκής, το μαύρο χιούμορ, η ηρωΐδα ρομπότ. Ομως ο Μπεσόν επιμένει και σε μία σοβαροφανή αφηγηματική γραμμή που θέλει τη Λούσι να προβληματίζεται για το παρόν και το μέλλον της ανθρωπότητας και να συνεργάζεται μ' έναν ερευνητή καθηγητή (ο Μόργκαν Φρίμαν παίζει με τον τρόπο που δανείζει τη στιβαρή φωνή του σε ντοκιμαντέρ για πιγκουίνους) για να τον βοηθήσει στην μελέτη της δυνατότητας του εγκεφάλου μας και τις ηθικές της προεκτάσεις για τον άνθρωπο.

Η αντίστιξη των δύο άκρων -ένα action sci fi κατασκευασμένο ως απενοχοποιημένο guilty pleasure εφηβικού κοινού, να προσπαθεί να μας πείσει για τις βαθιές φιλοσοφικές του αναζητήσεις- είναι αυτό που τελικά αποδυναμώνει, αντί να απογειώνει την ταινία. Ας έλειπε η υπογραμμισμένη διδακτική σκηνοθεσία που θέλει την τελική αναμέτρηση να συμβαίνει μέσα σε πανεπιστήμιο, όπου οι σφαίρες των ανεγκέφαλων καταστρέφουν τα έργα και την έρευνα μεγάλων εγκεφάλων. Ας έλειπε το εκκωφαντικό μήνυμα για την αυτοκαταστροφική ανθρώπινη φύση. Δε χρειαζόμασταν έκτο στοιχείο.

Υπάρχουν ταινίες που θέλουν να σε αφυπνίσουν, να ενεργοποιήσουν το μεγαλύτερο ποσοστό των εγκεφαλικών σου κυττάρων, να προβληματιστείς, να μπεις σε διάλογο με την οθόνη, να βγεις από την αίθουσα προβληματισμένος. Σε κάποιες άλλες, καλό είναι ο κινηματογραφιστής να μην τρέφει αυταπάτες: ο θεατής μαζί με το ποπ κορν και το αναψυκτικό του έχει εμμέσως πληρώσει για να αφήσει το IQ του στην είσοδο.

Γιατί τα μπερδεύουμε;