Από την πρώτη κι όλας ταινία του, «Τοτό ο Ηρωας», ο Βέλγος Ζακό Βαν Ντορμέλ δεν φοβήθηκε ποτέ να στριμώξει όσες περισσότερες ιδέες κι άλλο τόσο συναίσθημα μπορούσε σε αυτές. Και στο «Brand New Testament» το κάνει με ακόμη περισσότερο ζήλο, προσθέτοντας στο μείγμα, ένα ξεκάθαρα μαύρο χιούμορ, που όμως δεν μπορεί να επισκιάσει το γεγονός πως η πυξίδα στο σινεμά του είναι πάντα η καρδιά.

Το φιλμ φαντάζεται τον θεό να έχει την μορφή του Μπενουά Πελβούρντ και την ψυχοσύνθεση ενός μικρόψυχου μικροαστού που αναζητώντας ψυχαγωγία, φτιάχνει τον κόσμο -ξεκινώντας από τις Βρυξέλλες- και απολαμβάνει να ταλαιπωρεί τους ανθρώπους με μικρή η μεγαλύτερα βάσανα. Οπως για παράδειγμα με «κανόνες» που επιβάλουν πως «ο απαραίτητος χρόνος ύπνου, είναι πάντα δέκα λεπτά περισσότερα» ή «πως όταν ένα σώμα βυθιστεί στο νερό, θα χτυπήσει το τηλέφωνο».

Ο γιος του JC (όπως Jesus Christ κι όχι όπως Jean-Claude Van Damme) έχει εγκαταλείψει την οικογενειακή εστία εδώ και χρόνια και παρά τις ελπίδες της μητέρας του -που κεντά με πάθος-, μάλλον δεν πρόκειται ποτέ να επιστρέψει. Αφήστε που έχει ήδη σταυρωθεί. Και την ίδια πορεία θα ακολουθήσει και η αδελφή του Εα, όταν απηυδισμένη από την τυραννική συμπεριφορά του, θα το σκάσει σε αναζήτηση των δικών της αποστόλων και με φιλοδοξία να γράψει μια ακόμη πιο νέα Καινή Διαθήκη.

Πριν όμως φύγει και, για να εκδικηθεί τον πατέρα της, θα στείλει σε όλους τους κατοίκους του πλανήτη ένα sms με την ακριβή στιγμή του θανάτου τους για να τους απελευθερώσει από τα δεσμά της αβεβαιότητας στα οποία ο Θεός τους κρατά. Η συνέχεια θα την βρει στην γη όπου θα συναντήσει τον καθένα από τους έξι νέους αποστόλους της οι οποίοι είναι συνηθισμένοι ή καλύτερα προβληματικοί άνθρωποι και θα τους βοηθήσει να βρουν τον δρόμο τους, μέσα από μικρές παρεμβάσεις και αποκαλύπτοντας το τραγούδι που παίζει η καρδιά του καθενός, σε μια σειρά από βινιέτες που τις περισσότερες φορές είναι πιο χαριτωμένες και γλυκές απ΄όσο θα χρειαζόταν.

Και που συχνά θυμίζουν κάτι. Οπως αυτή στην οποία η Κατρίν Ντενέβ εγκαταλείπει τον άντρα της για την αγάπη ενός γορίλα που θα μπορούσε να είναι βγαλμένο από το «Μαξ Αγάπη μου», ή αυτή για ένα νεαρό αγόρι που όταν μαθαίνει την ημερομηνία του θανάτου του αποφασίζει να ζήσει σαν κορίτσι, που φέρνει στο νου το «Ενα Αγόρι στα Ροζ».

Το πρόβλημα με την ταινία του Βαν Ντορμέλ, όμως δεν είναι οι αναφορές της αλλά το πόσο φορτωμένη είναι από αυτές, από ιδέες που θέλουν και τις περισσότερες φορές είναι, ευρηματικές, από οπτικά γκαγκ και πολλαπλά πατήματα των συναισθηματικών σου κουμπιών. Ναι, η ταινία είναι απόλυτα τρυφερή κι αξιαγάπητη. Ιόμως περισσότερο απ όσο θα έπρεπε. Και ναι είναι γεμάτη από χιούμορ και σουρεαλιστικές στιγμές μιας σχεδόν καρτουνίστικης οπτικής γλώσσας. Και με κάποιο τρόπο όλα αυτά, όσο χαριτωμένα κι απολαυστικά κι αν είναι, λειτουργούν σε βάρος της ουσίας της.

Η οποία δεν είναι άλλη από έναν βαθιά υπαρξιακό προβληματισμό για το νόημα της ζωής, για την ανάγκη μας να πλάθουμε μύθους δημιουργίας και δυνάμεις που μας κυβερνούν, για την σύγκρουση της ιδέας της μοίρας με την επιθυμία για ελεύθερη βούληση.

Ναι η «Ολοκαίνουργια... Καινή Διαθήκη!», πιθανότατα θα επέφερε την άμεση στοχοποίηση του σκηνοθέτη του από ομάδες φανατικών αν ο Θεός που επέλεγε να κάνει ήρωα ήταν για παράδειγμα ο Αλάχ, αλλά στην πραγματικότητα το φιλμ είναι πολύ γλυκό για να είναι με τον οποιοδήποτε τρόπο ιερόσυλο και στην φυσικά, δεν μιλά στ΄αλήθεια για τον θεό, μα για τους ανθρώπους. Οι οποίοι αντίθετα απ ότι κηρύττουν οι γραφές, τον δημιούργησαν κατ εικόνα και φαντασία τους.

«Δεν πιστεύω στο Θεό. Πιστεύω στην αμφιβολία»: Διαβάστε εδώ τη συνέντευξη του Ζακό Βαν Ντορμέλ στο Flix