Ο Λάρι Κράουν είναι ένας μέσος Αμερικανός, πωλητής σε πολυκατάστημα, που κάθε χρόνο βραβεύεται ως ο καλύτερος υπάλληλος. Μόνο που φέτος, αντί να του απονείμει βραβείο, η διεύθυνση θα τον απολύσει. Ο Λάρι βρίσκει ευκαιρία ν’ αλλάξει τη ζωή του ριζικά και να πάει στο Πανεπιστήμιο. Εκεί θα γνωρίσει την Τάλια, ένα «ελεύθερο πνεύμα» που θα τον οδηγήσει (με τη βέσπα της) στην απελευθέρωση και την Κυρία Τεϊνό, τη δασκάλα του, που θα τον εμπνεύσει, για πρώτη φορά στη ζωή του, να ερωτευτεί.

Τα φιλελληνικά αισθήματα του Τομ Χανκς είναι γνωστά, αλλά δεν ήταν ανάγκη να εμπιστευτεί το σενάριο της νέας του ταινίας, δικής του σκηνοθεσίας, στη «Γάμος αλά Ελληνικά» Νία Βαρντάλος, η οποία γράφει μια ρομαντική κομεντί ανέμπνευστη και επίπεδη.

Η παραδοσιακά ελκυστική και χαρούμενη Τζούλια Ρόμπερτς έχει ένα ρόλο συγκρατημένο, επιτηδευμένα αμυντικό και γκρινιάρικο, με αποτέλεσμα η χάρη και η λάμψη της να μη βγαίνουν στην επιφάνεια. Η Γκούγκου Μπάθα Ρο (τι όνομα κι αυτό!), στο ρόλο της Τάλια, είναι πανέμορφη, ζουμερή και κάνει φιλότιμες προσπάθειες. Ο ίδιος ο Τομ Χανκς, του οποίου η σκηνοθεσία είναι εντελώς συμβατική και άνευρη, έχει την παιδική έκπληξη που χαρακτηρίζει όλους τους κωμικούς του ρόλους. Εν ολίγοις, οι ηθοποιοί κάνουν το καθήκον τους, ορισμένες φορές προκαλούν κι ένα γελάκι, κάθε τόσο έχουν και μια σπιρτάδα, αλλά δεν έχουν σενάριο και ατάκες πάνω στις οποίες να δουλέψουν.

Οσο για το κεντρικό νόημα της ταινίας, ότι, δηλαδή, ο άνθρωπος για ν’ αναπτύξει την προσωπικότητά του χρειάζεται αναγνώριση και επιδοκιμασία, ή ότι ποτέ δεν είναι αργά για να γίνεις αυτό που ονειρεύεσαι, είναι η υποτυπώδης φιλοσοφία της πρώτης τυχούσας αμερικανικής ταινίας. Μ’ ένα τόσο επώνυμο, εγγυημένα εμπορικό καστ και όλες τις παροχές στις οποίες έχει πρόσβαση, ειλικρινά, ο Τομ Χανκς αυτόν το στόχο αποφάσισε ότι ήθελε να εκπληρώσει;

Μια ταινία που δε θα προσβάλει κανέναν, αλλά οπωσδήποτε είναι χαμένη ευκαιρία απόλαυσης. Κι όποιος καταλάβει γιατί, σεναριακά, ο Τομ Χανκς κυκλοφορεί με το μαλλί βαμμένο κομοδινί, να το γράψει στα σχόλια.