Oταν ο για χρόνια χαμένος πατέρας του Πο ξαφνικά επανεμφανίζεται, οι δυο τους ταξιδεύουν σε έναν μυστικό παράδεισο όπου κατοικούν αρκουδάκια πάντα. Ομως, όταν ο υπερφυσικός κακός Κάι αρχίζει να σαρώνει την Κίνα νικώντας όλους τους πολεμιστές κουνγκ-φου, ο Πο πρέπει να κάνει το αδύνατο - να γίνει ο δάσκαλος που οφείλει να εκπαιδεύσει όλους τους αδέξιους και αραχτούς συντρόφους του για να γίνουν η απόλυτη συμμορία Kung Fu Panda.

Υπό κανονικές συνθήκες, τα σίκουελ του «Kung Fu Panda» δεν θα απασχολούσαν εδώ και καιρό κανέναν, εκτός από τα ταμεία της Dreamworks και τις πολύ νεαρές ηλικίες των θεατών που καταναλώνουν αδιάκριτα κινούμενα σχέδια – ειδικά όταν σε αυτά πρωταγωνιστούν οι αγαπημένοι τους ήρωες ξανά και ξανά και ξανά.

Κι όμως, κρατώντας ακέραια την καρδιά και την τεχνική που κάποτε το έκαναν ένα από τα πιο σπουδαία δείγματα του σύγχρονου animation, το φιλμ που τόλμησε να τοποθετήσει ένα γκαφατζή υπέρβαρο ήρωα στο κέντρο ενός σχεδόν αριστουργηματικού εικαστικού καμβά που ξεκινάει από την κινεζική ζωγραφική για να καταλήξει στα κόμικς και από εκεί στο manga και ακόμη παραπέρα, φτάνει στην τρίτη του ιστορία χάνοντας ελάχιστα από τα όπλα του.

Η λογική κατάληξη του Πο σε δάσκαλο του κουνγκ φου είναι μια ακόμη ευκαιρία για τους νέους σκηνοθέτες του τρίτου αυτού μέρους να μεγαλουργήσουν σε split screens, απίθανους χρωματικούς συνδυασμούς και σκηνές δράσης από αυτές που δεν βλέπουμε συχνά στο σινεμά, θυμίζοντας συνεχώς την έμπνευση της πρώτης ταινίας του 2008 που ήρθε σχεδόν από το πουθενά για να γίνει όχι μόνο μία από τις πιο επιτυχημένες ταινίες κινουμένων σχεδίων των τελευταίων χρόνων αλλά και μια απόδειξη πως όταν υπάρχει ταλέντο και φαντασία το μοναδικό όριο είναι… ο ουρανός.

Γνωρίζοντας πως ο Πο είναι πλέον ένας απο πιο αγαπημένους ήρωες όλων των εποχών και πως η τρίτη αυτή ταινία έχει εξασφαλισμένη την εμπορική της επιτυχία, οι δημιουργοί της μείωσαν τις απαιτήσεις στο σενάριο (φορτώντας ίσως υπερβολίκα την ιστορία και με τη μάχη απέναντι στον Κάι και με την προσπάθεια του Πο να καταφέρει να γίνει δάσκαλος και την εμφάνιση του χαμένου του πατέρα) για να απελευθερώσουν το σχεδιασμό και τη ζωγραφική - και μαζί όλη τη βεντάλια των μηνυμάτων για την πίστη στον εαυτό σου, την ανοχή στη διαφορετικότητα, την «οικογένεια» που επιλέγεις και όχι αυτή στην οποία γεννιέσαι.

Το αποτέλεσμα είναι ένα δώρο για τα μάτια (δείτε μόνο την εικονογράφηση της ιστορίας του Κάι – ένα πραγματικό έργο τέχνης από μόνο του) και ταυτόχρονα ένα φρενήρες, πραγματικά αστείο και δεόντως παιδικό (περισσότερο ίσως και από τις δύο πρώτες ταινίες) παραμύθι από αυτά που δεν χρειάζεται να προσπαθήσουν πολύ για να είναι… επιτυχία. Από τις λίγες φορές που κανείς δεν θα παραπονεθεί για την επανάληψη μιας τόσο απολαυστικής συνταγής.