Μ' έναν παράξενο τρόπο, που δε δικαιολογείται παρά με τον γενικό όρο star quality, ο Τομ Κρουζ όσο κι αν μεγαλώσει, όσο κι αν συνεχίσει να μπλέκεται με τα θρησκευτικά και ενδοοικογενειακά κουτσομπολιά του, παραμένει μια απολαυστική ατραξιόν στην οθόνη. Παραμένει ακόμα και σ' αυτήν, τη δεύτερη κινηματογραφική περιπέτεια του Τζακ Ρίτσερ, που δεν έχει και πολλά περισσότερα για να περηφανευτεί από τον πρωταγωνιστή της.

Μετά τον Κρίστοφερ ΜακΚουάρι του πρώτου «Jack Reacher», σειρά παίρνει ο Εντουαρντ Ζούικ (στη δεύτερη συνεργασία του με τον Τομ Κρουζ μετά το «The Last Samurai»), για να διασκευάσει άλλο ένα από τα βιβλία του Βρετανού Τζιμ Γκραντ που, με το ψευδώνυμο Λι Τσάιλντ, γέννησε αυτόν τον πρώην αξιωματικό του αμερικανικού στρατού που, πια, κυκλοφορεί στις μητροπόλεις σα φάντασμα αλλά εμφανίζεται όποτε έχει ευκαιρία να «κάνει το σωστό».

Αυτή τη φορά, ο Ρίτσερ εμπλέκεται στην αποστολή του και πιο προσωπικά: στο επίκεντρο βρίσκεται η ιδιότυπη, αλλά οπωσδήποτε με ερωτικές υπόνοιες, σχέση του με την Ταγματάρχη Σούζαν Τέρνερ, η οποία κατηγορείται, προφανώς άδικα, για κατασκοπεία: προσπαθώντας να τη βοηθήσει, ο Ρίτσερ θα σταθεί απέναντι στον φονικό Κυνηγό, αλλά και θα θέσει τη ζωή της Σούζαν αλλά και τη δική του σε κίνδυνο. Παράλληλα, στο στόχαστρο θα βρεθεί κι έφηβη Σαμάνθα, που ο Ρίτσερ υποψιάζεται ότι μπορεί να είναι και κόρη του, εκείνου, που πάντα προτιμά να λειτουργεί ως μοναχικός καουμπόης των πόλεων, με όσο το δυνατόν λιγότερους προσωπικούς συνδέσμους.

Αν και πιο κοντινό, ας το πούμε διεισδυτικό, στην προσωπικότητα και το παρελθόν του Ρίτσερ είναι το σενάριο της ταινίας, άλλο τόσο είναι και πιο ρηχό, λιγότερο ενδιαφέρον στο παρασκήνιο, τη συνομωσία ή τις ανατροπές του. Με τον ίδιο τρόπο, ως προς την περιπέτεια, παρότι η πρώτη ταινία είχε μια γοητεία στις παλιομοδίτικες επιλογές της, η δεύτερη εξακολουθεί να επιμένει στις... σώμα με σώμα μάχες στις σκηνές δράσης, κάνοντάς τις όμως να φαίνονται όχι ρετρό, αλλά ανέμπνευστες. Κι αν το φινάλε κάνει τη φωτογενή επιλογή να εκτυλίσσεται στη Νέα Ορλεάνη στη διάρκεια της Γιορτής των Νεκρών, είναι μια επιλογή που έχουμε ξαναδεί συχνά και, πρόσφατα, τόσο εντυπωσιακά στο «Spectre» και την πόλη του Μεξικού. Το χιούμορ κάνει φειδωλές εμφανίσεις, το μελόδραμα βρίσκεται διαρκώς στο κατώφλι, η Κόμπι Σμόλντερς είναι από μόνη της απολαυστική κι ο Τομ Κρουζ εξασκεί τη γοητεία και τη λάμψη του. Αν το πρώτο «Jack Reacher» προκάλεσε την έκπληξη με το fun, τη δύναμη και το στιλ του, το σίκουελ αποδεικνύεται κατώτερο και πιο αδύναμο, έτοιμο να δώσει τη θέση του στο... επόμενο, ελπίζουμε και λίγο πιο πρόθυμα δουλεμένο.