Ο Πίτα βρίσκεται πλέον στην Περιοχή 13 μετά από την αιχμαλωσία του στην Κάπιτολ, έχοντας ωστόσο υποστεί πλύση εγκεφάλου και διακατέχεται από ακατανόητες εκρήξεις. Η Κάτνις, παρόλο που έχει δεχτεί να γίνει το σύμβολο της Επανάστασης, βλέπει την Πάνεμ να βυθίζεται στον πόλεμο και αποφασίζει πως αυτός ο ρόλος της δεν αρκεί για ανατρέψει τον Πρόεδρο Σνόου. Μαζί με τον Γκέιλ, τον Φίνικι, την «Ομάδα 451» αλλά και τον Πίτα θα κατευθυνθούν στην άλλοτε λαμπερή Κάπιτολ με μόνο στόχο να δολοφονήσουν τον Πρόεδρο Σνόου.

Η ατμόσφαιρα στο δρόμο για το φινάλε του «Hunger Games» είχε φανεί ήδη από το πρώτο μέρος της «Επανάστασης» που ξεκίνησε πέρσι την ίδια εποχή με το πρώτο μέρος και ολοκληρώνεται τώρα με το δεύτερο και τελικό επεισόδιο, δίνοντας νόημα σε μια καθόλα ενιαία και – αντίθετα με όσους είχαν επενδύσει αρχικά απλά στο entertainment – σοκαριστικά επίκαιρη ιστορία επιβίωσης.

Μακριά από τα φαντεζί σκηνικά και κοστούμια των αγώνων στα δύο πρώτα μέρη, το τελευταίο κεφάλαιο γράφεται και αυτό με εικόνες απόλυτης καταστροφής, με τους εναπομείναντες πολίτες της Πάνεμ να ζουν υπόγεια κάτω από συνθήκες τρόμου, με μονοχρωμίες εκεί που κάποτε κυριαρχούσαν τα κατακόκκινα της φωτιάς, με βλέμματα υγρά που προδίδουν πως ό,τι συνέβη θα είναι κάτι που δεν θα μπορέσει να ξεχαστεί εύκολα, ανεξάρτητα από την όποια έκβαση της... επανάστασης.

Ξεκινώντας ακριβώς από το σημείο που σταμάτησε το πρώτο μέρος της «Επανάστασης», ο Φράνσις Λόρενς ετοιμάζει την έξοδο των άριστων στρατιωτών του με ηγέτη την Κάτνις Εβερντιν στο δρόμο για την Κάπιτολ. Μόνο που η ανάδυσή τους από τα υπόγεια της βομβαρδισμένης Περιοχής 13 στον πολιτισμό της πρωτεύουσας δεν θα είναι λουσμένη στο φως.

Δεν είναι μόνο ο τραγικός Πίτα – σύμβολο και θύμα ταυτόχρονα μιας πλύσης εγκεφάλου που θέτει υπό συνεχή αμφισβήτηση τον αγώνα - κλονίζοντας τη ψυχολογία της Κάτνις, ούτε το γεγονός πως η ομάδα των επαναστατών πρέπει να διασχίσει την Κάπιτολ υπόγεια για να αποφύγει τις θεαματικές και φονικές παγίδες που έχουν στήσει οι καθεστωτικοί.

Είναι κυρίως αυτή η διάχυτη αίσθηση της ματαιότητας μιας επανάστασης που μοιάζει να μην οδηγεί πουθενά καθώς στο περασμά της αφήνει ορδές νεκρών και όλοι νιώθουν πως ικανοποιεί περισσότερο μια προσωπική ανάγκη εκδίκησης παρά την επιθυμία για... δημοκρατία.

Αν αναλογιστεί κανείς από που ξεκινήσε το «Hunger Games» για να φτάσει σε μια ελεγειακή, σκοτεινή και βαθιά μελαγχολική ιστορία για το τέλος του ηρωισμού, θα παραξενευτεί από το πόσο βαθιά φτάνει η κριτική του πάνω στις σύγχρονες κοινωνίες, τις εκκολαπτόμενες απολυταρχίες, την οριστική νίκη του θεάματος πάνω στην ουσία και τον αέναο κύκλο της εξουσίας που δεν διαταρράσσεται ακόμη και όταν οι απώλειες είναι μεγαλύτερες απ’ όσο μπορεί να διαχειριστεί ακόμη και ο πιο ικανός (βλ. και πονηρός) ηγέτης.

Χωρίς να χάνει ούτε ίχνος από την εφηβική του ορμή ή την action του βάση, το τελικό κεφάλαιο του «Hunger Games» μιλάει ταυτόχρονα για την ανάγκη μιας κοινωνίας να πιστέψει σε κάτι και την ίδια στιγμή για το κόστος που κανείς (ή όλοι) δεν είναι διατεθειμένος να πληρώσει για να το κάνει πραγματικότητα. Και το κάνει με εντυπωσιακές σκηνές δράσης (όπως αυτή με το πετρέλαιο – παγίδα ή τη μάχη με τους μεταλλαγμένους) αλλά και με ακόμη πιο εντυπωσιακές σκηνές βυθισμένες σε μια ανεξέλεγχτη μελαγχολία – είναι στιγμές που νιώθεις πως οι ήρωες της ταινίας δεν είναι παρά έφηβοι χαμένοι στο δρόμο προς την ενηλικίωση, ανίκανοι να αποφασίσουν αν το να μείνουν πίστοι στα ιδανικά τους είναι ο τρόπος για να επιβιώσουν ή αν είναι το αλαζονικό τους γαμώτο που θα τους οδηγήσει στην αυτοκαταστροφή.

Στο κέντρο μιας παράνοιας που εκφράζεται ιδανικά από τη λογική των επιπέδων που πρέπει να τερματίσουν οι κεντρικοί ήρωες του φιλμ ως ιδανικοί παίχτες ενός δυστοπικού μεν, αλλά καθόλα ρεαλιστικού video game, η Κάτνις Εβερντιν είναι κάτι περισσότερο από το meta κάθε φεμινιστικού ακτιβισμού και σίγουρα κάτι πολύ περισσότερο από την προπαγανδιστικά «σκηνοθετημένη» από άλλους «Κοτσυφόκισσα» – σύμβολο της επανάστασης.

Με την ήττα να έχει πλέον σκοτεινιάσει για πάντα το βλέμμα της, μόνη απέναντι ακόμη και σε αυτούς που αγάπησε πιο πολύ στη ζωή της και πάλεψε για την ευημερία τους, ένα κορίτσι φτιαγμένο από το περίσσευμα της ανθρώπινης θέλησης και το ελάχιστο αποθεματικό μιας εφηβείας που τέλειωσε νωρίς, η Κάτνις Εβερντιν είναι εδώ – στο φινάλε ενός αγώνα για την ελευθερία και σε ένα κόσμο που θα εκμεταλλεύεται πάντοτε τους ήρωες – ο άνθρωπος που πρέπει απλά να κάνει το σωστό.

Με την κάμερα καρφωμένη στο προσωπό της, στο αποφασιστικό βήμα της, στις στιγμές της οργής και της απογοήτευσής της, σε μια ερμηνεία που κρύβει μέσα της περισσότερο θάρρος και από την ίδια την ηρωίδα της, η Τζένιφερ Λόρενς ολοκληρώνει τις πίστες του franchise που την έκανε διάσημη, χαρίζοντας απύθμενο βάθος σε μια saga που με αυτό το φινάλε έρχεται να σταθεί ψηλότερα από οποιαδήποτε άλλη όμοια ή παρόμοιά της και να ανακηρυχθεί σε ένα σίγουρο μελλοντικό reference για τον κόσμο που ζούμε σήμερα και το blockbuster σινεμά που αξίζει να τον αντικατοπτρίζει.

Διαβάστε και δείτε ακόμη:

Θυμηθείτε τη γνώμη του Flix για τα προηγούμενα «Hunger Games»: