Από την εποχή του «Seven» κι εδώ, οι καθ έξιν δολοφόνοι της οθόνης δε λένε να ησυχάσουν. Ολο και πιο σοφιστικέ γίνονται στον σχεδιασμό και την εκτέλεση των εγκλημάτων τους, όλο και περισσότερες ενδείξεις αφήνουν ηθελημένα πίσω τους, όλο και πιο περίπλοκο κάνουν το παιχνίδι του κυνηγιού μεταξύ γάτας και ποντικού, όπου ποντικός είναι πάντα ο ντετέκτιβ που καλείται να λύσει το στημένο από απ’ αυτούς παζλ. Ως σπουδαστές θαρρείς για μεταπτυχιακό στα επιτραπέζια, τούτοι οι φιλμικοί σφαγείς είναι μεθοδικοί, ακριβείς, αλλά και γλεντζέδες -το διασκεδάζουν επιδεικτικά. Γιατί; Η καλύτερη εξήγηση που μπορούμε να δώσουμε είναι γιατί κλάνει το γατί.

Τα ίδια και στο «Hangman», βγαλμένο από το τσουβάλι των «θρίλερ» που νομίζουν πως τιμούν την παράδοση των αστυνομικών b movies ενόσω την ευτελίζουν. Εδώ, δύο πρώην συνεργάτες αστυνομικοί σε κωμόπολη της Τζόρτζια ενώνουν εκ νέου τις δυνάμεις τους στο κυνήγι ενός «ιδιοφυούς» παράφρονα που σκοτώνει κάποιον κάθε μέρα την ίδια ώρα με βάση το παιχνίδι της κρεμάλας, και που μοιάζει να τους γνωρίζει. Ο νεώτερος ντεντέκτιβ, με ειδικότητα στο profiling, κατατρύχεται από τον φόνο της γυναίκας του πριν έναν χρόνο. Ο άλλος, συνταξιούχος, έχει γίνει μάρτυρας παρόμοιων εγκλημάτων στο παρελθόν. Μαζί τους, μια υποψήφια για Πούλιτζερ (!) δημοσιογράφος, που ετοιμάζει κομμάτι για τη χαμένη σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ πολίτη και αστυνομικής αρχής, τους ακολουθεί κατά πόδας στις έρευνες.

Οι φόνοι σωρεύονται -τα γράμματα προς συμπλήρωση είναι πολλά. Ο γερο-μπάτσος αρχίζει να ανακαλεί παλιές υποθέσεις, ο νέος επιμένει να μη θυμάται τι συνέβη μόλις πέρυσι, η ρεπόρτερ ανακατεύεται παντού χαλαρά κι ανεμπόδιστα, ο τρελός κάνει όλο και πιο προκλητικό το κουίζ. Άραγε γιατί, συνεχίζεις να διερωτάσαι. Γιατί εξακολουθεί να πέρδεται το γατί, διαπιστώνεις, όσο το σενάριο παραλογίζεται κλιμακωτά, τα κίνητρα απ’ όλες τις μεριές αποδείχνονται από φθηνά μέχρι ανυπόστατα, η δράση ανακυκλώνεται τεμπέλικα, ο Αλ Πατσίνο μουρμουρίζει ακατάληπτα και ο Καρλ Ούρμπαν ποζάρει το ματόφρυδο ως άλλος Ντέιβιντ Καρούζο στο επίκεντρο μιας πλοκής που ακόμη και οι συντελεστές του τηλεοπτικού «CSI: Μαϊάμι» δε θα καταδέχονταν να εντάξουν σήμερα σε επεισόδιο της σειράς, ούτε καν ως σκετσάκι.