Η Εμιλι είναι μία 70χρονη Αμερικανίδα που μένει εδώ και τρεις δεκαετίες στο Χάμπστεντ, έξω από το Λονδίνο. Ο Βρετανός επιχειρηματίας σύζυγός της πέθανε πριν από ένα χρόνο κι εκείνη προσπαθεί να μαζέψει τα κομμάτια της. Ψυχικά και κυριολεκτικά: μετά το θάνατό του θα μάθει για τις εξωσυζυγικές του περιπέτειες, αλλά και τα αμέτρητα χρέη του στο κράτος. Ο φιλικός της κύκλος (οι υπόλοιπες αγγλίδες σύζυγοι του κτιριού της) συνεχίζει στον ίδιο ρυθμό: ψώνια, σπατάλες, φιλανθρωπίες, κοινωφελείς δράσεις. Μία από αυτές είναι η συλλογή υπογραφών για την κατεδάφιση ενός εγκατελειμένου παλιού νοσοκομείου που βρίσκεται στο απέναντι πάρκο από το σπίτι τους και την παραχώρησή του από το δήμο, ώστε να χτιστούν πολυτελή διαμερίσματα. Μόνο που στις περιπλανήσεις της η Εμιλι γνωρίζει τον Ντόναλντ, έναν συνομήλικο της άστεγο που έχει φτιάξει την καλύβα του στο απέναντι πάρκο. Μοναχικός, αυτόνομος, περήφανος, ο Ντόναλντ αρνείται να εκκενώσει τη γη που αποκαλεί εδώ και 17 χρόνια «σπίτι του». Και η Εμιλι βρίσκει μετά από πάρα πολύ καιρό ένα νόημα στη ζωή της: να τον βοηθήσει.

Ο Ρόμπερτ Φέστιντζερ (σεναριογράφος του «In the Bedroom» του Τοντ Φιλντ) βάσισε την ιστορία του σ' ένα αληθινό πρόσωπο: τον Χάρι «τον Ερημίτη», έναν ηλικιωμένο Ιρλανδό, ο οποίος όντως βρέθηκε να μένει χρόνια σε μια καλύβα στο Χάμπστεντ Χιθ και να κερδίζει σε μία διάσημη στην περιοχή δίκη το δικαίωμα της χρησικτησίας του οικοπέδου από το βρετανικό κράτος. Ο Χάρι ήταν γνωστός στη γειτονιά και έκανε μαστορέματα για τους κατοίκους - όπως για τον Τέρι Γκίλιαμ, που καμιά φορά του έδινε δουλειά στα σετ των ταινιών του. Πέθανε πριν από λίγο καιρό και ίσως για καλό: το μουντρούχικο ταπεραμέντο του δε θα μπορούσε να ανεχτεί ξαφνικές εισβολές από περίεργους σινεφίλ που μετά από αυτή την ταινία θα έκαναν εξορμήσεις στο πάρκο και την καλύβα του - όπως αντίστοιχα είχε γίνει με το βιβλιοπωλείο στο Νότινγκ Χιλ.

Μιλώντας για Νότινγκ Χιλ: τόσο η πένα του Φέστιντζερ, όσο και η κάμερα του Τζόελ Χόπκινς που περιπλανιέται γοητευμένη στα γραφικά σοκάκια του Χάμπστεντ θα ήθελαν πάρα πολύ να εφαρμόσουν τη συνταγή μίας αλά Ρίτσαρντ Κέρτις κομεντί που μας κάνει να ερωτευόμαστε τον παραμυθένιο μικρόκοσμο μιας γειτονιάς - πιο πολύ κι από την ιστορία και τους ήρωες. Μόνο που ακόμα και το ανάλαφρο τελικά είναι δύσκολο. Απαιτεί κάποια πατήματα, μία μικρή αληθοφάνεια, κάπου να πιαστείς για να ταυτιστείς. Η ιστορία της Εμιλι και του Ντόναλντ μοιάζει με την καλύβα του: έχει κατασκευαστεί με περισσεύματα ιδεών που έχουμε ξαναδεί και, όσο κι αν προσφέρει μία παλιομοδίτικη νοσταλγία και γλύκα, μπορεί να γκρεμιστεί με την πρώτη ευκαιρία.

Η Νταϊάν Κίτον παίζει τον συνηθισμένο εαυτό της: μία γοητευτική 70χρονη τύπισσα με ασημένια μαλλιά και τυπάδικο ανδρόγυνο ντύσιμο, με την οποία θα ήθελες να κάνεις παρέα. Θα ήταν υπέροχο βέβαια, μέσα στα (κινηματογραφικά και μη) χρόνια της να είχε λίγο ηρεμήσει την νευρωτική της περσόνα, να μην εξαντλείει τις ερμηνείες της σε παραμιλητά ταραχής και χαριτωμένες αμηχανίες. Φυσικά είναι κάτι που εκείνη έχτισε πριν από 4 δεκαετίες, η Ανι Χολ φιγούρα της, αλλά με κάθε νέα της ταινία μοιάζει όλο αυτό φορετό και ανεμενόμενο - σαν ένα ακόμα καπέλο της.

Ο Μπρένταν Γκλίσον όμως, για ακόμα μία φορά, είναι αποκάλυψη. Ενώ δεν τον βοηθά η όψη, το σώμα, ο όγκος του, αυτός ο ηθοποιός μεταμορφώνεται σε κάθε ρόλο. Καμία σχέση ο εκτελεστής της «Αποστολής στην Μπριζ» με τον πατέρα της αντίστασης στο «Mόνος στο Βερολίνο», τον αδίστακτο "Οικογενειάρχη" του «Trespass Against Us» και τον κοκκινοτρίχη, γεροπαράξενο Ντόναλντ. Ο τρόπος που φωτίζει και αστράφτει και γλυκαίνει το βλέμμα του σε κάνει να τον χαζεύεις. Είναι γοητευτικός, σοβαρός, στιβαρός ακόμα και σ' ένα σενάριο που εμφανώς βαριέται.

Δείτε τη σαν μια βόλτα στο πάρκο, αλλά μην περιμένετε τίποτα απροσδόκητο.