Γερμανία 1938. Μετά το θάνατο του μικρού της αδελφού, η μητέρα της Λίζελ δίνει το κοριτσάκι της για υιοθεσία σε ανάδοχη οικογένεια. Η νέα της «μαμά» είναι μία σκληρή, ψυχρή γυναίκα που απαιτεί την τάξη και την πειθαρχία. Ο νέος μπαμπάς όμως είναι ένας γλυκός άντρας, που της μαθαίνει να διαβάζει και σταδιακά να εμπιστεύεται τους ανθρώπους. Γιατί οι νέοι της γονείς δεν είναι αυτό που φαίνονται: αντιστασιακοί, δεν γράφτηκαν ποτέ στους κόλπους του Γ' Ράιχ, αλλά ζουν την οικογένειά τους φιλήσυχα και με σκληρή δουλειά, κάτω από το ραντάρ του Χίτλερ. Οταν μάλιστα ο Μαξ, ένα νεαρό Εβραιόπουλο, χτυπά κυνηγημένος την πόρτα τους, η οικογένεια τον κρύβει στο υπόγειο και η Λίζελ αποκτά έναν νέο φίλο. Οταν ο Μαξ αρρωσταίνει από το κρύο στο νέο του κρυσφύγετο, η Λίζελ κλέβει βιβλία από το πλούσιο ναζιστικό σπίτι της πόλης τους, αυτό με την τεράστια βιβλιοθήκη, και του διαβάζει προσπαθώντας να τον θεραπεύσει με τη δύναμη των λέξων κι ενός μαγικού κόσμου. Και τότε η Αγγλία κυρήσσει πόλεμο...

Το κατά γενική ομολογία υπέροχο νεανικό μυθιστόρημα του Μάρκους Ζούσακ, ένα βιβλίο που μαθαίνει στα πιτσιρίκια τη δύναμη και τη στήριξη που προσφέρει ο μαγικός κόσμος των βιβλίων σε εποχές σκοταδισμού και τρόμου, μεταφέρεται στο σινεμά από τον Μπράιαν Πέρσιβαλ (σκηνοθέτη του «Downton Abbey»), σαν ένα πολεμικό μελόδραμα που απευθύνεται... στον παππού και στη γιαγιά. Κάτι που θα χάζευαν Κυριακή σούρουπο στην τηλεόρασή τους κάνοντας ζάπινγκ.

Γεμάτο κλισέ, εμμονή στη σκηνογραφία και τα κοστούμια (όταν πιάσεις τον εαυτό σου να παρατηρεί τα στοιχεία παραγωγής, συνειδητοποιείς ότι το δράμα εποχής δεν λειτουργεί, σ' έχει πετάξει έξω), με δυνατούς ηθοποιούς που υπνοβατούν στους στερεότυπους ρόλους τους και μία «φορετή» συγκίνηση που στο τελευταίο μισάωρο της ταινίας σου βγάζει την ψυχή.

Οι ταινίες εποχής, αν δεν επιθυμείς να χαζεύεις απλά την καλλιγραφία των πλάνων και τον φορσέ λυρισμό, χρειάζονται ψυχή στο σενάριο και τόλμη στη σκηνοθεσία για να σε μεταφέρουν πραγματικά πίσω στο χρόνο - να νιώσεις στο μεδούλι σου τη βαριά απειλή της Ναζιστικής κατοχής, την πείνα, τον τρόμο που οδηγούσε ανθρώπους να κρύβονται στα υγρά, παγωμένα υπόγεια. Μόνο τότε ένα αγγελικό κοριτσάκι που βυθίζεται σε σελίδες βιβλίων και βγαίνει με κάθε κεφάλαιο πιο δυνατή, για αυτό αποφασίζει να τις κλέβει και να χαρίζει μαγεία στους αποδεκατισμένους από τη φτώχια γείτονες, να διαβάζει δυνατά στα καταφύγια την ώρα των αεροπορικών επιδρομών, να δίνει φως στο ανελέητο σκοτάδι, γίνεται πιστευτό.

Οταν όμως η ταινία αναλώνεται στη διεύθυνση φωτογραφίας, τη μουσική και θεωρεί δεδομένο το συγκινητικό της στόρι, πιάνεις τον εαυτό σου να νιώθει ότι σπατάλησες δύο ώρες από τη ζωή σου. Θα μπορούσες να είχες προχωρήσει λίγο το βιβλίο σου...