Γνωρίστε τον γκαφατζή Γκαστόν, τον ευέξαπτο κύριο Πρινέλ, τη δεσποινίδα Ζαν με τη χαρακτηριστική αλογοουρά, τον αστυνόμο Λονγκταρέν και, βέβαια, τον τρομερό και φοβερό κύριο Ντε Μεσμεκέρ! Τρελές εφευρέσεις, γκάφες και καταστροφές «με το κιλό» δίνουν το παρών στις νέες περιπέτειες του ευφυούς πολυτεχνίτη που το μόνο που θέλει είναι να κάνει καλό στους γύρω του.

Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την κληρονομία των Ευρωπαίων, και δη των Βέλγων, σκιτσογράφων κόμικ. Από τον Αστερίξ μέχρι και τον Τετ-Τεν και τον Λούκι Λουκ, οι Ευρωπαίοι «χάρτινοι ήρωες» μπορεί να μην είχαν την χολιγουντιανή φλόγα των χαρακτήρων της Marvel ή της DC, αλλά κατάφεραν να γράψουν τη δική τους (σε ειδικές περιπτώσεις τεράστια) ιστορία.

Αρκετοί από εσάς ίσως να μην γνωρίζετε το κόμικ στριπ «Γκαστόν, ο Γκάφας» (όπως είχε μεταφραστεί στα ελληνικά) του Βέλγου Αντρέ Φρανκέν, τις ιστορίες δηλαδή ενός γκαφατζή αντι-ήρωα υπάλληλου γραφείου που φέρνει τα πάνω κάτω στις ζωές των συναδέλφων του. Ο Γκαστον έχει αγαπηθεί αρκετά στο εξωτερικό, και κυρίως στην χώρα του το Βέλγιο, αλλά στην Ελλάδα δεν είχε τόση μεγάλη απήχηση όσο ένας άλλος συμπατριώτης του, ο Τεν-Τεν του Ερζέ, αν και κατάφερε να κερδίσει μια κάποια δημοσιότητα όταν κυκλοφόρησαν οι πρώτες περιπέτειές του στα μέσα της δεκαετίας του ’90.

Η ιδέα του να μεταφερθούν οι περιπέτειες του «Γκαστόν του Γκαφατζή» στην μεγάλη οθόνη ήταν απλά το επόμενο (αρκετά προβλέψιμο) βήμα. Μια ευκαιρία για όσους αγαπούν τον Γκαστόν να τον δουν ζωντανό στο σινεμά και για όσους δεν τον γνωρίζουν να τον μάθουν από την αρχή. Ο σκηνοθέτης Πιέρ-Φρανσουά Μαρτέν-Λαβάλ, ο οποίος είναι κι ένας από τους σεναριογράφους της ταινίας, προσπαθεί εναγωνίως να μείνει πιστός στο έργο και το πνεύμα των κόμικ του Φρανκέν, διατηρώντας άνευ όρων τη ψυχή και τον παιδικό ενθουσιασμό (ή αφέλεια αν θέλετε) των χαρακτήρων.

Μόνο που, παρόλο τις καλές προθέσεις, όλα φαίνεται να πηγαίνουν στραβά (και δεν μιλάει κανείς για τις αμέτρητες γκάφες του πρωταγωνιστή) από το πρώτο κιόλας λεπτό. Ολη η ταινία εξελίσσεται σε ένα είδος φαρσικής κωμωδίας, χωρίς καμία απολύτως ροή, με το σενάριο να μοιάζει να είναι γραμμένο στο πόδι, τα αστεία και τα γκαγκς να ταιριάζουν σε IQ 5χρονου και με τις όποιες οικολογικές ανησυχίες του Γκαστόν να δείχνουν περισσότερο ανόητες παρά σεναριακά ευρηματικές.

Ο Μαρτέν-Λαβάλ, σε μια προσπάθειά του να ικανοποιήσει μάλλον όσο το δυνατόν τους φανς, μπουκώνει την ταινία με όσους περισσότερους εμβληματικούς χαρακτήρες από τα κόμικ μπορεί, όπως τον αστυνόμο Λονγκταρέν, τον Πρινέλ, την δεσποινίδα Ζαν και τον κακό Ντε Μεσμεκέρ, αλλά και τα ζωάκια του Γκαστόν, τον γλάρο, την γάτα και το χρυσόψαρό του. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι περισσότεροι από αυτούς μένουν ανεκμετάλλευτοι, ενώ οι υπόλοιποι είναι απλά αδιάφοροι.

Η ταινία μπορεί απευθύνεται αποκλειστικά σε πολύ μικρές ηλικίες (εξάλλου μπορείτε να την δείτε και μεταγλωττισμένη στα ελληνικά) αλλά όσοι θυμούνται τον εαυτό τους να γελούν με τις περιπέτειες του Γκαστόν μάλλον θα την αποκηρύξουν (όπως έκανε εξάλλου και η κόρη του Φρανκέν) και θα προτιμήσουν να τρέξουν στις παλιές τους στοίβες από κόμικς για να απολαύσουν κάποιες από τις παλαιότερες, και σίγουρα αρκετά καλύτερες, περιπέτειες του Γκαστόν και των φίλων του.