Μετά τις συγκλονιστικές αποκαλύψεις στην «Ανταρσία», η Τρις πρέπει να αποδράσει με τον Φορ και να βγει εκτός του τείχους που περικλείει το Σικάγο. Oταν βρεθούν έξω, οι παλιές ανακαλύψεις γρήγορα χάνουν το νόημά τους με την αποκάλυψη νέων σοκαριστικών μυστικών. Η Τρις και ο Φορ πρέπει να αποφασίσουν γρήγορα ποιον μπορούν να εμπιστευθούν καθώς μια ανελέητη μάχη ξεσπά πέρα από τα τείχη του Σικάγο, απειλώντας όλη την ανθρωπότητα. Για να επιβιώσει, η Τρις θα έρθει αντιμέτωπη με απίστευτες αποφάσεις θάρρους, αφοσίωσης, θυσίας και αγάπης.

Λες και το ξέραμε. Η τελευταία παράγραφος στην κριτική του Flix για το δεύτερο μέρος της κινηματογραφικής «Τριλογίας της Απόκλισης» με τίτλο «Ανταρσία» ήταν η εξής: «Είναι σχεδόν σίγουρο πως όταν φτάσει η ώρα της “Αφοσίωσης” που σκηνοθετεί και πάλι ο Ρόμπερτ Σουέντκε θα χρειαστούμε λινκ για να προσπαθήσουμε να θυμηθούμε τι ακριβώς συνέβη στα... προηγούμενα.»

Για πολλή ώρα μέσα στην «Αφοσίωση» και δεν καταλαβαίνεις ούτε τα βασικά. Ποια ήταν η Τζανίν που πέθανε, γιατί το Σικάγο είναι σαν πόλη μετά από τη ρίψη πυρηνικής βόμβας, σχεδόν δεν θυμάσαι γιατί ο αδερφός της Τρις είναι φυλακισμένος και τι σχέση έχουν πραγματικά μεταξύ τους η Ναόμι Γουότς με τον Τίο Τζέιμς, αλλά μετά από λίγο καταλαβαίνεις πως αυτό είναι και το σημείο που θα διαφοροποιεί για πάντα τη saga του «Hunger Games» από οποιαδήποτε άλλη εφηβική σειρά που μιλάει για τα ακριβώς ίδια θέματα, έχει για πρωταγωνιστή ένα γενναίο κορίτσι και φιλοδοξεί - μάταια - να μείνει κλασική.

Στην «Τριλογία της Απόκλισης» σημασία έχει μόνο η ταινία που κάθε φορά βλέπεις και φυσικά για όσο τη βλέπεις. Πολύ μακριά από το κλειστοφοβικό σύμπαν των «Διαφορετικών» και όμως ακόμη πιο μακριά από τη σαν video-game πίστα της «Ανταρσίας», η «Αφοσίωση» φέρνει κάτι από το σκονισμένο τοπιό του «Mad Max» και μια ιδέα από το μέλλον του «Elysium» ή του «Oblivion» - τα δύο τελευταία μοιάζουν μεταξύ τους έτσι κι αλλιώς.

Στο κέντρο της βρίσκεται πάλι μια ομάδα νεαρών που θα τολμήσουν το αδύνατο και θα προσπαθήσουν να σώσουν ό,τι έχει απομείνει από τον κόσμο, βάζοντας μπροστά το στήθος, την ευφυία και την... αφοσίωσή τους – βοηθάει ωστόσο και το γεγόνός πως είναι εκπαιδευμένοι στην εντέλεια, κουβαλούν κάτι όπλα που ισοπεδώνουν μέχρι και ουρανοξύστες και γενικά παίζουν στα χέρια τους από τελευταίας τεχνολογίας αεροσκάφη μέχρι ηλεκτροφόρα σύρματα.

Πολύ κατώτερο των προσδοκιών, το τρίτο αυτό μέρος της «Τριλογίας της Απόκλισης» που κατά την πρακτική του «Hunger Games» διχοτομήθηκε για να φέρει περισσότερα λεφτά στα ταμεία, είναι μέχρι και βαρετό (εκτός από σχηματικό και με ελάχιστη δράση), αφού εκτός από τις πρώτες σκηνές της απόδρασης από το τείχος και άντε και τις τελευταίες με το αέριο που φιλοδοξεί να κάνει όλους τους κατοίκους του Σικάγο να ξεχάσουν τα πάντα, στο υπόλοιπο κομμάτι της «Αφοσίωσης» δεν συμβαίνει τίποτα που να σε κάνει να ενδιαφέρεσαι για την όποια έκβαση αυτής της αποστολής.

Ναι, η Σαϊλίν Γούντλεϊ παραμένει χαρισματική και όσο girl power απαιτεί ο ρόλος (αν και εδώ πιο άνευρη από ποτέ), ο Τίο Τζέιμς είναι τόσο κούκλος που αρκεί για πολλές περισσότερες ταινίες στις οποίες δεν χρειάζεται να συμβαίνει και τίποτα και ο Μάιλς Τέλερ, παρόλο που τον χαλάει να παίζει σε μη ποιοτικά, παραμένει ένας ενδιαφέρων κατά λάθος κακός από αυτούς που θα θέλαμε να βλέπουμε συχνότερα. Στο αντίβαρο των νέων, η Ναόμι Γουότς δίνει ρέστα κιτς ως νεοχίπσσα ηγέτης – σκύλα, η Οκτάβια Σπένσερ βαριέται πάρα πολύ που παίζει σε αυτήν την ταινία και ο Τζεφ Ντάνιελς – πάντα ευπρόσδεκτος και αγαπημένος – μπερδεύεται πάρα πολύ για το με ποιον τρόπο ακριβώς πρέπει να παίξει ένα ρόλο ανάμεσα στο καλό και το κακό ή και το αντίθετο (και όχι αυτό δεν είναι spoiler).

Είναι άδικο για την «Τριλογία της Απόκλισης» να κλείσει με μια τέτοια προοπτική σαν αυτή που υπόσχεται η «Αφοσίωση». Μπορεί η saga να μην κατάφερε ποτέ να γίνει «Hunger Games» και επίσης να μην είχε εξαρχής όλα τα υλικά για να το καταφέρει, αλλά κατάφερνε έστω και στο παρά πέντε να βρίσκεται πάνω από το μέσο όρο της «εφηβικής αρπαχτής». Οπότε ελπίζουμε όλοι το «Ascendant» του 2017 να κλείσει με καλύτερους οιωνούς μια σειρά ταινιών που στο μέλλον ενδεχομένως να άξιζε να ανακαλυφθούν και να αξιολογηθούν ξανά.