Ο Ρομπέρτο Μπερμούδες (Ρικάρντο Νταρίν) είναι ένας εγνωσμένης αξίας δικηγόρος ο οποίος πλέον, στην ηλικία των 55, έχει αφιερώσει τη ζωή του στη διδασκαλία.Όπως κάθε χρόνο, ετοιμάζεται να παραδώσει ένα από τα περίφημα σεμινάριά του στην εγκληματολογία. Μεταξύ των 15 φοιτητών που επιλέγονται να το παρακολουθήσουν, βρίσκεται ο Γκονζάλο (Αλμπέρτο Αμάν), γιος του Iσπανού διπλωμάτη Φελίπε Ρουίς Κορδέρα και παλιού φίλου του Ρομπέρτο. Σαν γιος μορφωτικού ακόλουθου, ο Γκονζάλο μεγάλωσε μεταξύ επίσημων τελετών και πρωτοκόλλων, προσέχοντας πάντα τους τρόπους του και αναζητώντας την αποδοχή των γύρω του˙ καθώς πρέπει, μορφωμένος και υπερβολικά σεμνός, έχει όλα τα χαρακτηριστικά που εκνευρίζουν τον δικηγόρο. Παρόλα αυτά, ο Γκονζάλο είναι, μεταξύ άλλων, ενοχλητικά παρατηρητικός και με εκπληκτική μνήμη. Τόσο, που αναπόφευκτα ο Ρομπέρτο τον βλέπει σαν ανταγωνιστή.Ένα απόγευμα, κατά τη διάρκεια του σεμιναρίου, ένα τρομερό έγκλημα ταράζει τη σχολή της Νομικής: Το βάναυσα δολοφονημένο πτώμα της Βαλέρια Ντι Νατάλε, μιας νεαρής κοπέλας, εμφανίζεται στο πάρκινγκ της σχολής, πολύ κοντά στην αίθουσα που διδάσκει ο Ρομπέρτο. Ένα ανεπαίσθητο στοιχείο, ασήμαντο για την αστυνομία αλλά θεμελιώδους σημασίας για τον δικηγόρο, τον πείθει ότι δράστης του εγκλήματος είναι ο Γκονζάλο.Αποφασισμένος να αποδείξει την ενοχή του νεαρού και κυρίως να επιβληθεί στην ιδιότυπη μονομαχία που ξεκινά μεταξύ τους, ο Ρομπέρτο διεξάγει μόνος του μια έρευνα. Οι ενδείξεις της συμμετοχής του Γκονζάλο στο έγκλημα συσσωρεύονται διαρκώς, αν και ιδωμένες μέσα από το υποκειμενικό πρίσμα του βετεράνου δικηγόρου, που προσπαθεί απλά να αποδείξει την υπόθεσή του. Είναι ο Ρομπέρτο το αντικείμενο μιας διεστραμμένης πρόκλησης από τον Γκονζάλο ή μήπως τα μάτια του βλέπουν μόνο όσα θέλει να δουν;

Ο Ρικάρντο Νταρίν είναι ένας από εκείνους του ηθοποιούς που μοιάζουν εξαιρετικοί σε κάθε τους ρόλο, οπότε δεν αποτελεί έκπληξη ότι αποτελεί κι εδώ ένα από τα καλύτερα στοιχεία της ταινίας του Χερνάν Γκόλντφριντ. Είναι επίσης ίσως ο πιο διάσημος ηθοποιός της Αργεντινής αλλά στον υπόλοιπο κόσμο, μοιάζει ταυτισμένος με τον ήρωα που υποδύθηκε στο «Το Μυστικό στα Μάτια της» του Χουάν Χοσέ Καμπανέλα, μια ταινία που κέρδισε το όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας και γνώρισε εξαιρετική επιτυχία και στην χώρα μας.

Είναι λογικό λοιπόν, ένα ψυχολογικό θρίλερ (από την ίδια εταιρία παραγωγής μάλιστα) με τον ίδιο πρωταγωνιστή, να φέρνει στο μυαλό εκείνη την ταινία, αλλά δεν είναι απαραίτητα υπέρ του φιλμ Γκόλντφριντ. Γιατί παρά την ενδιαφέρουσα αλλά όχι ακριβώς πρωτότυπη σεναριακή ιδέα, αυτή η «Διατριβή» δεν κατορθώνει ποτέ να δημιουργήσει την αγωνία που θα απαιτούσε η ιστορία της προκειμένου να κρατήσει το ενδιαφέρον σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο μέχρι το τέλος.

Το πρόβλημα, βρίσκεται κυρίως στο γνωστό αξίωμα του Χίτσκοκ που λέει πως ένα θρίλερ είναι τόσο καλό, όσο καλός είναι ο κακός σου. Κι εδώ ακόμη κι αν ο Ρικάρντο Νταρίν είναι εξαιρετικός, ο Αλμπέρτο Αμάν όμως που υποδύεται τον άνθρωπο που ο ήρωας υποπτεύεται για τον φόνο, δεν κατορθώνει να γίνει ποτέ ο ελκυστικά σκοτεινός ήρωας που θα σε κάνει να νοιαστείς για την τύχη του, ή να θαυμάσεις την ευφυΐα του.

Μπορεί το παρουσιαστικό του να τον βοηθά στο να δείχνει υπεράνω πάσης υποψίας, δίνοντας στην εμμονική αφοσίωση του πρωταγωνιστή να αποδείξει την ενοχή του μια ακόμη νότα αμφισημίας, αλλά το σενάριο δεν τον βοηθά να χτίσει έναν ολοκληρωμένο χαρακτήρα, κάτι που ως ένα σημείο ισχύει και για τον χαρακτήρα του Νταρίν.

Ομως ακόμη κι έτσι και παρ΄ ότι το φιλμ δεν κατορθώνει ποτέ να σε συναρπάσει, το ψυχολογικό παιχνίδι μεταξύ των δύο αντιπάλων παραμένει ενδιαφέρον και υπάρχουν αρκετές σκηνές στην διάρκεια του φιλμ που μπορείς να διακρίνεις τις εκλάμψεις μιας καλύτερης ταινίας, που θα φρόντισε εξίσου την κατασκευή του ψυχολογικού της σχήματος όσο κι αυτό μιας πιο επείγουσας, άμεσης κινηματογραφικής φόρμας.

Γιατί τώρα, όσο κι αν μπορείς να αναγνωρίσεις την προσπάθεια, την δουλειά τις καλές προθέσεις πίσω από την ταινία, το φιλμ του Γκόλνφριντ μοιάζει περισσότερο όπως άλλωστε προϊδεάζει κι ο τίτλος της με μια στεγνή, μελετημένη «διατριβή» και λιγότερο με ένα ωμό, ίσως πιο άτεχνο μα πιθανότατα και πιο ενδιαφέρον pulp «μυθιστόρημα».