Ονειρευόταν από μικρός να γίνει μπαμπάς. Οχι «πατέρας». Πατέρας μπορεί να γίνει ο καθένας. «Μπαμπάς» - με εργατοώρες αφοσίωσης στην προπαρασκευή των κολατσιών για το σχολείο, την προπόνηση στο μπάσκετ, την οδήγηση στο μπαλέτο, τις συμβουλές όταν τον χρειάζονται. Δυστυχώς, ένα περίεργο ατύχημα του στέρησε τις ελπίδες ότι θα καταφέρει να κάνει δικά του παιδιά. Ομως παντρεύτηκε μία γυναίκα που ήταν ήδη μητέρα ενός αγοριού κι ενός μικρού κοριτσιού. Ετσι ο Μπραντ έκανε το όνειρό του πραγματικότητα. Περίπου... Τα παιδιά δεν τον χωνεύουν, θέλουν πίσω τον βιολογικό τους πατέρα. Εναν μηχανόβιο, ανεύθυνο, αλλά super cool τύπο, που στην ουσία τους παράτησε γιατί δεν μπορεί να στριμωχθεί στις οικογενειακές τους υποχρεώσεις. Ο Μπράντ έχει αρχίσει με πολύ κόπο να κερδίζει τις εντυπώσεις στις καρδιές των παιδιών όταν με ένα τηλεφώνημα ο πατέρας τους τούς ανακοινώνει ότι επιστρέφει για επίσκεψη. Κι ο Μπραντ θα έχει ανταγωνισμό. Ποιος είναι τελικά ο μπαμπάς σε αυτό το σπίτι;

Οι Γουίλ Φέρελ και Μαρκ Γουόλμπεργκ ενώνουν ξανά δυνάμεις μετά το «The Other Guys» («Μπάτσοι Από τον Πάγκο», 2010), σε μια κωμωδία γραμμένη σαν σε αυτόματο πιλότο: προβλέψιμη στην εξέλιξη της ιστορίας της, στερεότυπα φαρσική, με σχηματικούς χαρακτήρες.

Το βασικό πρόβλημα είναι ότι ο Σον Αντερς (της φήμης του «Αφεντικά για Σκότωμα 2») θεωρεί ότι μπορεί να κρατήσει το ενδιαφέρον μίας ολόκληρης ταινίας προσφέροντας μόνο ένα εύρημα: την αντίθεση στις προσωπικότητες των δύο αντρών (τόσο των φιξιόν ηρώων, όσο και των ίδιων των πρωταγωνιστών).

Η χημεία των Φέρελ-Γουόλμπεργκ, όσο κι αν βγάζει γέλιο την πρώτη φορά, μετά βιώνεται ως το αστείο που έχεις ξανακούσει (και ξανακούσει και ξανακούσει).

Ο Φέρελ είναι ένας χαρισματικός κωμικός και θα καταφέρει να κλέψει 2-3 στιγμές (τόσο αστείες, όσο και τρυφερές μέσα στην οικογενειακή πλοκή), όμως δεν είναι αρκετός για να διασώσει μία πρόχειρη αρπαχτή.