Συγγραφέας, μίμος, ηθοποιός, δημοσιογράφος, επαναστάτρια, πρωτοπόρος φεμινίστρια, αμφισεξουαλική: μέχρι τα 81 της χρόνια, η Κολέτ έζησε μια ζωή τόσο γεμάτη, απρόβλεπτη, συναρπαστική κι ενίοτε σκανδαλώδη, που είναι να απορείς που κανείς μέχρι τώρα δεν είχε σκεφτεί να την κάνει ταινία. Αυτή την παράλειψη έρχεται να διορθώσει το «Colette» του Γουός Γουεστμόρλαντ, με την Κίρα Νάιτλι στον ομώνυμο ρόλο. Και μολονότι ακολουθεί τον σίγουρο και υπερβολικά άτολμο δρόμο μιας συμβατικής κινηματογραφικής βιογραφίας, καταφέρνει να αιχμαλωτίσει μια μικρή έστω αίσθηση της αντισυμβατικής ηρωίδας του.

Δίχως να βασιστούν σε κάποια προϋπάρχουσα βιογραφία, ο Γουεστμόρλαντ («Still Alice») και οι συν-σεναριογράφοι του (η Ρεμπέκα Λένκιεβιτς της «Ida» και της πρόσφατης «Ανυπακοής», και ο πρόωρα χαμένος Ρίτσαρντ Γκλέιτζερ, σύντροφος και σταθερός συνεργάτης του Γουεστμόρλαντ σχεδόν σε όλες τις προηγούμενες ταινίες του) επέλεξαν ευτυχώς να περιορίσουν το πεδίο τους και να ακολουθήσουν τα πρώτα βήματα της Κολέτ (η Κίρα Νάιτλι σε έναν ακόμα ρόλο εποχής που -ευτυχώς- της ταιριάζει), όταν από φτωχή επαρχιώτισσα βρίσκεται στο θορυβώδες Παρίσι της Μπελ Επόκ, χάρη στον γάμο της με τον μεγαλύτερό της, Ανρί Γκοτιέ-Βιλάρ, ή αλλιώς Ουίλι, διάσημο και επιτυχημένο συγγραφέα και εκδότη, κι ακόμα πιο διαβόητο γυναικά. Ο γάμος τους, ένα μείγμα έρωτα και συμβιβασμού, αμοιβαίου σεβασμού και αλληλεξάρτησης (ο Ουίλι δεν θα σταματήσει να βλέπει άλλες γυναίκες, αλλά παράλληλα θα την ενθαρρύνει να εξερευνήσει τις δικές της ομοφυλοφιλικές τάσεις), θα περάσει από πολλές τρικυμίες, όμως εκείνο που θα τον κλυδωνίσει περισσότερο είναι οι ατίθασες καλλιτεχνικές ανησυχίες της Κολέτ και η δίψα της για ανεξαρτησία.

Η Κολέτ θα βρεθεί να δουλεύει κι αυτή στο εργοστάσιο γραφιάδων του Ουίλι, γράφοντας για λογαριασμό του τα τέσσερα πρώτα βιβλία της, με τις περιπέτειες της νεαρής Κλοντίν. Τολμηρά και σε μεγάλο βαθμό αυτοβιογραφικά, τα βιβλία θα γίνουν τεράστια επιτυχία, σημαδεύοντας αυτό που σήμερα θα περιγράφαμε ως την ποπ κουλτούρα της εποχής, όμως η κατηγορηματική άρνηση του Ουίλι να της επιτρέψει να τα υπογράψει με το όνομά της θα είναι η σταγόνα που θα ξεχειλίσει το ποτήρι της προβληματικής πλέον σχέσης τους, ωθώντας την Κολέτ να αναζητήσει και να διεκδικήσει με κάθε τρόπο τη δική της φωνή – από τις προκλητικές της περφόρμανς στα μιούζικ χολ μέχρι τις ολοένα και πιο ανοιχτές σεξουαλικές της αναζητήσεις.

Από τη λουσάτη φωτογραφία και την πληθωρική αναπαράσταση της περιόδου μέχρι την απεγνωσμένη προσπάθεια να χωρέσει υπερβολική πληροφορία μέσα στην κάτι λιγότερο από δύο ώρες διάρκειά του, το «Colette» έχει όλες τις αρετές και τα προβλήματα ενός κλασικού biopic, επιλέγοντας επιπλέον να προσεγγίσει τη ζωή της ηρωίδας του με υπερβολικά ανάλαφρο και εύπεπτο τρόπο. Επικεντρωμένο κυρίως στην εκρηκτική σχέση και τις πνευματώδεις αψιμαχίες της Κολέτ με τον σύζυγό της, και στις ερωτικές της περιπέτειες, φροντίζει όμως να παραμένει πάντα υπέρ του δέοντος καθωσπρέπει, δέσμιο των προσδοκιών μιας συμβατικής ταινίας εποχής.

Ακόμα κι αν δεν κατορθώνει να αναδείξει με τη σαρωτική δύναμη που της αξίζει όλες τις πτυχές μιας γυναίκας γεμάτης λαχτάρα για ζωή, ή να εμβαθύνει στην καλλιτεχνική της διεργασία, ο Γουεστμόρλαντ καταφέρνει ωστόσο να μας δώσει μια κλεφτή ματιά σε όλα όσα κατέστησαν την Κολέτ, σχεδόν αυθόρμητα, σύμβολο της γυναικείας χειραφέτησης κι απελευθέρωσης, σε μια αξιοπρεπή περίπτωση «κλασικού εικονογραφημένου» που αν μη τι άλλο ανοίγει την όρεξη για μια εκ νέου γνωριμία με τη θρυλική συγγραφέα.