Oταν ο καπετάνιος Λιν πληροφορείται ότι ο 25χρονος γιος του δολοφονήθηκε από την αστυνομία, αφήνει τη θάλασσα κι επιστρέφει στο Τσόνκινγκ, 15 χρόνια μετά τη φυγή του. Προσπαθώντας να ξετυλίξει το μίτο της τραγικής ιστορίας, έρχεται αντιμέτωπος με τις ενοχές του, καθώς συνειδητοποιεί ότι γνώριζε ελάχιστα το παιδί του. Ετσι, ξεκινά ένα ταξίδι αναζήτησης, αυτογνωσίας και εξιλέωσης στους δρόμους της πόλης που κάποτε ήταν το σπίτι του...

Το βραδυφλεγές δράμα του Γουάνγκ Ξιαοσουάι χτίζεται με την γραμμική περιήγηση του πατέρα στο άγνωστο και αφιλόξενο παρόν του Τσόνκινγκ, συνευρέσεις με ανθρώπους που κάποτε ήταν η οικογένεια και η ζωή του και μία σειρά φλάσμπακς που υπόσχονται να συνθέσουν το μυστήριο της ταυτότητας του γιου του. Τα ομιχλώδη πλάνα του βιομηχανικού ουρανού της πόλης, επιχειρούν να αφηγηθούν πολλά περισσότερα. Ο Ξιαοσουάι («Ο Ποδηλάτης του Πεκίνου», «Shanghai Dreams») επιχειρεί έναν υπόγειο σχολιασμό πάνω στο χρόνο που κυλάει μόνο μπροστά, στην αλλαγή που βρίσκει πάντα τον άνθρωπο απροετοίμαστο να τη δεχτεί και τη σύγκρουση της ανάγκης να επισκεφτείς το παρελθόν με την πραγματικότητα ότι το έχεις χάσει για πάντα. Το ποτάμι που διασχίζει το Τσόκινγκ και κυλά προς τη θάλασσα, οι μίας κατεύθυνσης κυλιόμενες σκάλες των εμπορικών κέντρων, το σκουριασμένο τελεφερίκ που σε φέρνει αντιμέτωπο με τη θέα της εξέλιξης, σκεπάζοντας την πόλη σου με μπλε, μελαγχολική πάχνη. Ολα κλείνουν το μάτι σε μια Κίνα που αλλάζει, αφήνοντας πίσω μια γενιά ανθρώπων που βρέθηκαν αντιμέτωποι με την απότομη μετάβαση.

Είναι κρίμα που η αισθητική της εικονογραφίας του Ξιαοσουάι δεν συμβαδίζει με την κατασκευή της δραματουργίας του. Με την εξαίρεση ελάχιστων στιγμών αυθεντικής συγκίνησης, η μη δράση δε χτίζει συναισθηματική φόρτιση αλλά εκνευρισμό, γιατί κάθε φορά που ο πατέρας ανακαλύπτει ένα κομμάτι του παζλ, η αφήγηση της ταινίας ξεπέφτει σε στερεότυπα, σχηματικούς ήρωες και ανούσια φορτισμένες σκηνές ξεσπασμάτων που αγγίζουν το μελό. Η αποξένωση, το χάσμα γενεών, η εξιλέωση, η ευκαιρία για τη σκιαγράφηση μίας εσωτερικής όσο και κοινωνικοπολιτικής διαδρομής χάνουν την μάχη με το κλισέ. Ολα καταλήγουν σαν το πιξελαρισμένο πορτρέτο στον τοίχο του ήρωα: αποσπασματικά και ψεύτικα.

Το μόνο στιβαρό, γοητευτικό στοιχείο που κρατάει το βλέμμα στο πανί: η αξιοπρεπής θλίψη της ερμηνείας του Γουάνγκ Ξουεκί στο ρόλο του πατέρα που στωϊκά και πεισματάρικα περιπλανιέται στο Τσόκινγκ, όσο και μέσα του. Δυστυχώς όμως, δεν αρκεί...