Δεκαπέντε χρόνια αφότου πρωτοείδαμε στην οθόνη το ημερολόγιό της, η Μπρίτζετ Τζόουνς επιστρέφει, έχοντας πια πατήσει τα 40, με τον ίδιο συνδυασμό γεμάτου διασκεδαστική αγωνία ρομαντισμού και ακαταμάχητου, ισοπεδωτικού κυνισμού. Η νέα ταινία είναι λιγότερο πρωτότυπη από την πρώτη, πιο διασκεδαστική από το «Bridget Jones: The Edge of Reason» του 2004 κι η πιο χαριτωμένη ρομαντική κωμωδία της εποχής, σ' ένα είδος που τελευταία δεν προσφέρει καλά δείγματα.

Συναντάμε την Μπρίτζετ σε μια καλή στιγμή της καριέρας της, αλλά σ' ένα προσωπικό low. Η διανυκτέρευση σ' ένα μουσικό φεστιβάλ, έχοντας κατεβάσει ολόκληρο το μπαρ της διοργάνωσης, θα τη φέρει στη σκηνή ενός ανερχόμενου και, τι τύχη, ελκυστικότατου επιχειρηματία. Λίγες μέρες αργότερα, η Μπρίτζετ θα ξανασυναντήσει τον αξεπέραστο Μαρκ Ντάρσι και θα περάσει και μαζί του μια νύχτα. Οταν η αδέξια ηρωίδα διαπιστώσει ότι, ενάντια σε κάθε πρόβλεψη, είναι έγκυος και χωρίς να έχει ιδέα ποιος από τους πολιορκητές της είναι ο πατέρας, θα τους εμπλέξει και τους δυο στο παιχνίδι της προετοιμασίας για τη γέννηση του μωρού.

Η καινούρια «Μπρίτζετ Τζόουνς» δε σπάει το φράγμα της πρωτοτυπίας, αντίθετα - κι αυτό είναι μάλλον ευπρόσδεκτο - επιστρέφει στους κλασικούς κανόνες της ρομαντικής κωμωδίας και στα χαλαρότερα ήθη των αρχών των '00ς που, ακόμα κι αυτά, μοιάζουν φρέσκα και ανοιχτόμυαλα σε σύγκριση με το σήμερα. Το σενάριο, με τη συμμετοχή της Εμα Τόμσον που έχει γράψει κι έναν απολαυστικό δεύτερο ρόλο για την ίδια, στήνει μια απλή, μετρημένη κωμωδία που ξετυλίγεται από το πνευματώδες στο σωματικό, όχι ρηξικέλευθα αλλά πετυχημένα. Ο Κόλιν Φερθ περνά ελαφρώς στο παρασκήνιο, κομψός και γοητευτικός, ο Πάτρικ Ντέμπσεϊ φέρνει μαζί του το αμερικανικό θετικό πνεύμα και τη λάμψη στο βροχερό Λονδίνο και η Ρενέ Ζελβέγκερ, που έχει όντως κάνει κάτι αλλόκοτο στο πρόσωπό της αλλά ποιος νοιάζεται, κρατά γερά τα ηνία της οικείας και πληθωρικής πρωταγωνίστριας, αξιολάτρευτης σε κάθε της ατσούμπαλο βήμα.