Αν και το «Booksmart» γεννήθηκε μέσα από το αρχέτυπο των νεανικών ταινιών ενηλικίωσης, η αφήγησή του είναι γεμάτη μικρές εκπλήξεις ικανές να κάνουν την διαφορά. Ναι, στην ταινία πρωταγωνιστούν δύο «σπασίκλες» λίγο πριν το κολέγιο. Ναι, όλοι γύρω τους αντιπροσωπεύουν κι ένα χαρακτήρα-στερεότυπο, όπως έχει καθιερωθεί από το παρελθόν όλων των ταινιών του είδους. Ναι, η αφήγηση είναι γεμάτη καφρίλες, άβολο χιούμορ και πολλών ειδών σωματικά υγρά. Και ναι, το τέλος θα βρει τους ήρωες πολύ διαφορετικούς από όπως ήταν στην αρχή. Τίποτα όμως δεν είναι ακριβώς όπως φαίνεται.

Γιατί το σκηνοθετικό ντεμπούτο της Ολίβια Γουάιλντ έχει όλη την διάθεση να κοιτάξει πίσω από τα στερεότυπα, να ανακαλύψει την αλήθεια πίσω από κάθε πρόσοψη και να αποδείξει ότι τίποτα στη ζωή των χαρακτήρων του δεν είναι τελικά μονοδιάστατο, όσο κι αν οι γύρω τους ή (ακόμα χειρότερα) οι ίδιοι τοποθετούν αυθαίρετα ταμπέλες. Το «Booksmart» είναι απλά μια κωμωδία που χρησιμοποιεί τους κανόνες του genre για να τους ξεπεράσει με αυθάδεια, ένα teen movie που χρησιμοποιεί τα κλισέ για να αποδείξει πόσο βολικά μπορεί κάποιος τελικά να κρυφτεί πίσω από αυτά και μια απόλυτα απολαυστική αφήγηση που χρησιμοποιεί τόσο το πνεύμα όσο και το σώμα των ηρώων της για να τους προσφέρει ένα πολύτιμο μάθημα ζωής.

Οταν η ταινία ξεκινά, οι Εϊμι και η Μόλι, αριστούχες μαθήτριες και κολλητές από όσο θυμούνται τους εαυτούς τους, βρίσκονται μπροστά σε μια τρομακτική συνειδητοποίηση. Ολη τους τη ζωή πίστευαν ότι η μελέτη και η αποχή από τις «επικίνδυνες συνήθειες» θα τους εξασφάλιζαν την πολυπόθητη είσοδο σε ένα πρωτοκλασάτο κολλέγιο. Τώρα όμως, την παραμονή της αποφοίτησής τους, ανακαλύπτουν σοκαρισμένες ότι, όσο ήταν βουτηγμένες στα βιβλία τους, όλοι και όλες όσοι υποτιμούσαν ως «ηλίθιους», «ανεύθυνους» και με ενδιαφέρον μόνο για το χαβαλέ, τα πάρτι και το σεξ, έχουν επίσης βρει θέση σε ένα εξίσου καλό κολλέγιο.

Ξαφνικά, αποκαλύπτεται πως οι ίδιες είναι οι χαμένες της υπόθεσης. Για αυτό και αποφασίζουν πως αυτό το τελευταίο βράδυ θα αναπληρώσουν τον χαμένο χρόνο τεσσάρων ετών, μόνο που φυσικά – δεν αποτελεί έκπληξη – τίποτα δεν τις έχει προετοιμάσει για τις περιπέτειες που πρόκειται να ακολουθήσουν στο δρόμο προς το «καλύτερο πάρτι αποφοίτησης».

Κι αν η φήμη του «γυναικείου Superbad» συνόδευσε την ταινία σχεδόν ακαριαία από τη γέννησή της, η σύγκριση (αν και δόκιμη θεματικά) μάλλον αδικεί τις πραγματικές προθέσεις του φιλμ. Το «Superbad» ήταν ένα φιλμ που αξιοποίησε την νοσταλγία των νεανικών ταινιών των 80ς και των 90ς για να επανατοποθετήσει την αφήγησή του σε ένα πιο σύγχρονο πλαίσιο ενώ το «Booksmart» δεν στοχεύει ακριβώς στην επικαιροποίηση της ίδιας ιστορίας αλλά στην υπογράμμιση των κρίσιμων λαθών της και στην ανακάλυψη εκείνων των λεπτομερειών που αποκαλύπτουν πως το ταξίδι για την ενηλικίωση δεν είναι μόνο ένα γλυκόπικρο ταξίδι.

Και δεν είναι απλά η γυναικεία οπτική που κάνει την ταινία ουσιαστικά διαφορετική. Από το «Clueless» μέχρι το «Mean Girls» και από το «Easy A» μέχρι το «Pitch Perfect» αρκετές νεανικές ταινίες έχουν επιχειρήσει να αφηγηθούν παραδοσιακά ανδροκρατούμενες ιστορίες μέσα από μια πιο θηλυκή προσέγγιση. Η πραγματική διαφορά, σε αντίθεση με το σύνολο των περισσότερων παρόμοιων ταινιών, είναι ότι το «Booksmart» δεν πιστεύει ότι είναι απλά γλυκό και αστείο να κάνει κανείς λάθη σε αυτή την ηλικία αλλά ότι υποστηρίζει ότι οι ήρωές του έχουν ακόμα τόσα πολλά να μάθουν, κυρίως γιατί και οι ίδιοι – με κόστος – εγκλωβίστηκαν πίσω από αυστηρές και αυθαίρετες κατηγοριοποιήσεις.

Φυσικά, αυτό δε σημαίνει ότι η ταινία στερείται ακραίων κωμικών ξεσπασμάτων, υπερβολικών καταστάσεων (που θα σύμβαιναν μόνο σε ένα teen movie) και άβολων στιγμιότυπων που αναμενόμενα έχουν να κάνουν με το σεξ, όμως η ματιά της Γουάιλντ παραμένει συγκρατημένη και με μόνιμο γνήσιο ενδιαφέρον για τις πρωταγωνίστριες της, ακόμα κι όταν σουρεαλιστικά τις μετατρέπει κυριολεκτικά σε κούκλες, σε μια ακόμα στάση προς την αυτογνωσία. Η διαδρομή δεν είναι απαραίτητα πάντα πρωτότυπη, όμως υπάρχει σε αυτή μια αμεσότητα και μια βαρύτητα που την κάνει να μοιάζει αληθινή και αυτό είναι η μεγαλύτερη νίκη του φιλμ.

Σε αυτό βοηθούν τόσο η η Μπίνι Φελντστάιν (ειρωνικά, αδελφή του Τζόνα Χιλ σε έναν ακόμα παραλληλισμό με το «Superbad») όσο και η Κάιτλιν Ντέβερ, οι οποίες, πίσω από τις εκφραστικές υπερβολές της μιας ή, αντιθέτως, την μόνιμα άβολη στάση της άλλης, καταφέρνουν να εκφράσουν την υπαρξιακή αγωνία τους με έναν αυθεντικό, ειλικρινή τρόπο. Οταν η σχέση τους έρθει σε ρίξη (γιατί και αυτό επιβάλλεται σύμφωνα με τους κανόνες του genre), η μεταξύ τους συζήτηση έχει βάθος, έχει ένταση και ταυτόχρονα αληθινό κόστος γιατί η σχέση τους έχει ήδη κερδίσει δίκαια την αγάπη και την προσοχή.

Παραδόξως, μέσα από τα κλισέ τους, και οι δυο αναδεικνύονται σε τρισδιάστατους, περίπλοκους χαρακτήρες και η ματιά της Γουάιλντ επιλέγει να κάνει το ίδιο ακόμα και για τους «κομπάρσους» της αφήγησής της, είτε πρόκειται για το τυπικό «ερωτικό αντικείμενο του πόθου» είτε για τον «περίεργο με τους πλούσιους γονείς» (ειδική μνεία αξίζει η πανταχού παρούσα Τζίτζι της Μπίλι Λουρντ).

Η ταινία της ορισμένες φορές πλημμυρίζει από μια επιθετική pop αισθητική που μοιάζει να αναζητά με αγωνία το επόμενο μουσικό τραγούδι για να παίξει δυνατά όσο η κάμερα κινείται σε slow motion, όμως κάτω από την επιφάνειά του το «Booksmart» αποκαλύπτει μια γνήσια ευαισθησία και μια τρυφερή, ζεστή καρδιά, γεμάτη διάθεση να δει πίσω από τα στερεότυπα τόσο του genre όσο και της κοινωνίας. Και αυτό είναι μια ξεκάθαρη νίκη.