Η φράση «δεν τα φτιάχνουν πια όπως παλιά» είναι κάτι που ακούγεται πολύ συχνά τον τελευταίο καιρό. Οσο κλισέ κι αν μοιάζει, ή και σε στιγμές υπερβολικά βουτηγμένη μέσα σε μια αδιαφιλονίκητη νοσταλγία που φαίνεται να έχει κυριεύσει το τελευταίο διάστημα τόσο εμάς όσο και το Χόλιγουντ, η συγκεκριμένη φράση κρύβει μέσα της μια δυνατή δόση αλήθειας.

Και δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο ταιριαστή, όταν κάνείς αναφέρεται στο αριστούργημα του Τζέιμς Κάμερον «Avatar».

Μια ταινία την οποία προσπαθούσε ο Κάμερον να την κάνει πραγματικότητα για πάνω από δεκατέσσερα χρόνια, το «Avatar», όταν κυκλοφόρησε πίσω το 2009, κατάφερε να αλλάξει μια ολόκληρη βιομηχανία αλλά και τον τρόπο με τον οποίο εμείς παρακολουθούμε και, από τότε και στο εξής, τα blockbuster. Μια συναρπαστική εμπειρία για όλες τις αισθήσεις, το «Avatar» ήταν και η ταινία η οποία έφερε το 3D στις κινηματογραφικές αίθουσες και το έκανε, έστω και για ένα μικρό χρονικό διάστημα, προαπαιτούμενο για κάθε blockbuster ταινία που κυκλοφορούσε στο σινεμά, πλούσια σε (υπερ)θέαμα και γεμάτη καρδιά όπως μόνο ο Κάμερον ξέρει να συνδυάζει.

Για όσους δεν θυμούνται (ή δεν γνωρίζουν) την υπόθεσή της ταινίας, ο ήρωας της ταινίας είναι ο Τζέικ Σάλι, ένας πρώην ναυτικός, που είναι πλέον καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι. Αν και απογοητευμένος, είναι ακόμη πολεμιστής κατά βάθος. Αυτό που ήθελε πάντα ο Τζέικ είναι να βρει κάτι για το οποίο να αξίζει να αγωνιστεί, και το βρίσκει σε ένα μέρος που δεν μπορούσε να φανταστεί: σε έναν μακρινό κόσμο. Ο Τζέικ έχει στρατολογηθεί για μια αποστολή στον πλανήτη Πανδώρα, ο οποίος έχει τραβήξει το ενδιαφέρον εταιρειών ανά τον κόσμο, λόγω της εκμετάλλευσης ενός ορυκτού, που αξίζει 20 εκατομμύρια δολάρια το κιλό στη Γη.

Κανένας ως τότε σκηνοθέτης δεν είχε καταφέρει να δημιουργήσει έναν φανταστικά επικό κόσμο από την αρχή σε μια τέτοιου είδους κλίμακα και με τέτοια επική φιλοδοξία. Και μπορεί το κινηματογραφικό σύμπαν της Marvel, στα μετέπειτα χρόνια, να απείλησε κάπως τον βασιλιά, αλλά στην πραγματικότητα δεν κατάφερε ποτέ να τον εκθρονίσει. Από τις πιο επικές του στιγμές μέχρι και τις πιο μικρές του λεπτομέρειες, το «Avatar» καταφέρνει ακόμα και σήμερα να σε ταξιδέψει στον κόσμο της Πανδώρας, να σε κάνει να μαγευτείς και να ερωτευτείς μαζί του ξανά από την αρχή.

Από τις πρώτες στιγμές της ταινίας, ο Κάμερον χτίζει διεξοδικά τη μυθολογία του κόσμου του, τόσο πλούσια αλλά και τόσο απλή μέσα στην πολυπλοκότητά της. Ενας κόσμος ο οποίος ορίζεται τόσο από την τεχνολογία του όσο και από την σύνδεση του με τη Μητέρα Φύση. Και αυτή η σύνδεση είναι που κάνει την ταινία τόσο ιδιαίτερη, ένα blockbuster που υπερασπίζεται την ίδια την φύση που τόσο έχουμε κακοποιήσει, παρουσιάζοντας τον πλανήτη της Πανδώρας ως τον απόλυτα inclusive Παράδεισο όπου τα πάντα, ζώα, φυτά, αλλά και οι κάτοικοί του οι Νά’βι, είναι ενωμένα με έναν συναισθηματικό δεσμό, θέτοντας μερικά ενδιαφέροντα ερωτήματα τα οποία έχουν αντίκτυπο ακόμα και σήμερα.

Ο πυρήνας όμως της ιστορίας του Κάμερον δεν παύει να είναι, για άλλη μια φορά, μια ιστορία αγάπης. Και εδώ ο συναισθηματικός δεσμός που αναπτύσσεται μεταξύ του Τζέικ, ενός ανθρώπου που εισβάλλει στον πλανήτη, με την εξωγήινη Νεϊτίρι, μπορεί να ακούγεται χιλιοειπωμένος, είναι όμως γραμμένος με μια αφοπλιστική αθωότητα και παρουσιάζεται ως μια αλληγορία πάνω στην προσπάθεια του ανθρώπου να επανασυνδεθεί με την φύση. Σε αυτό φυσικά βοηθάνε και οι ερμηνείες των Σαμ Γουόρδινγκτον και Ζόε Σαλντάνα και τα εκπληκτικά εφέ τα οποία η WETA, με την τεχνολογία που εισήγαγε με το Γκόλουμ στον «Αρχοντα των Δαχτυλιδιών» και τελειοποίησε εδώ με τους Να’βι, δίνει την ευκαιρία στους ηθοποιούς να δώσουν ερμηνείες γεμάτες συναίσθημα.

Το συναίσθημα όμως ο Κάμερον το περνάει, αβίαστα σχεδόν, και στις σκηνές δράσης του «Avatar», οι οποίες παραμένουν μερικές από τις καλύτερες και πιο εντυπωσιακές σκηνές που έχουμε δει στο σινεμά. Είναι αυτές ακριβώς οι σκηνές που δικαιολογούσαν, ως έναν βαθμό, την ζάλη που σου δημιουργούσαν τα 3D γυαλιά για πάνω από 160 λεπτά, πίσω στο 2009, και που σε έκαναν όμως να βυθιστείς μέσα στις εκρήξεις, στα φαντασμαγορικά εφέ και στην ανελέητη δράση, με τον Κάμερον να κάνει τον πλανήτη αυτόν να σφύζει από ζωή σε τρεις διαστάσεις. Ακόμα και τώρα όμως, χωρίς την βύθιση αυτή στις τρεις διαστάσεις, η δράση παραμένει εκρηκτική, υπέροχα σκηνοθετημένη και πάνω από όλα επιδέξια συναρπαστική.

Μετά από όλα αυτά η απάντηση στο ερώτημα για το αν το «Avatar» έχει καταφέρει να αντέξει στο χρόνο είναι πλέον πασιφανής. Μια ταινία που πολλοί προσπάθησαν να μιμηθούν, αλλά ελάχιστοι κατάφεραν έστω και λίγο να το φτάσουν και μια υπενθύμιση πως ο Τζέιμς Κάμερον ήταν και θα είναι όχι μόνο ο Βασιλιάς του Κόσμου, αλλά και των blockbuster. Εμείς απλά δηλώνουμε έτοιμοι, ψυχή τε και σώματι, για το επόμενό μας ταξίδι στην Πανδώρα.