Ο Ορεν Λιτλ είναι ένας επιτυχημένος μεσίτης, χήρος, κοντά στη σύνταξη. Ζει σ' ένα παραθαλάσσιο διαμέρισμα αλλά περιμένει να κάνει την τελευταία του πώληση για να απομακρυνθεί σε μια μονοκατοικία στο Βερμόντ. Είναι αντιπαθητικός, μισάνθρωπος, προσβλητικός, μονήρης. Οταν ο γιος του, με τον οποίο διατηρεί χείριστη σχέση, πρόκειται να μπει φυλακή για 9 μήνες, ο Ορεν αναγκάζεται ν' αναλάβει την προστασία της 9χρονης εγγονής του, της οποίας αγνοούσε την ύπαρξη. Σε βοήθειά του (ή, μάλλον, της μικρής), σπεύδει η ζεστή και τρυφερή γειτόνισσα Λία και κάπου εκεί ξυπνά η αγάπη ολόγυρα.

Το πανέμορφο ντεκόρ και τα σπίτια του Κονέκτικατ, η γνώριμη γοητεία και το στιλ της Νταϊάν Κίτον, το κύρος του Μάικλ Ντάγκλας που ακόμα επιβιώνει και η αξιολάτρευτη μικρούλα Στέρλινγκ Τζέρινς δεν καταφέρνουν, παρά τις ενωμένες δυνάμεις τους, να διασώσουν ένα από τα χειρότερα σενάρια της χρονιάς. Ηρωες γραμμένοι καταχρηστικά (η Λία της Κίτον είναι μονίμως ντυμένη... Νταϊάν Κίτον και χρειάζεται να είναι τραγουδίστρια στο επάγγελμα, παρότι πραγματικά δεν μπορεί να τραγουδήσει, αλλά ο μισάνθρωπος Ορεν μπορεί να βοηθήσει, αναίμακτα, τη νεαρή του γειτόνισσα να ξεγεννήσει, ερχόμενος έτσι πιο κοντά στο θαύμα της ζωής). Plot line όχι απλώς τραβηγμένο από τα μαλλιά, αλλά συχνά και εξαιρετικά άγαρμπο (η μητέρα της μικρής οφείλει να είναι εθισμένη στο κρακ, ώστε να μην υπάρχει περιθώριο σωτηρίας του Ορεν). Και σκηνοθεσία ό,τι του φανεί του λολοστεφανή, που ολιγορεί στις όμορφες βίστες ή στα τραγουδιστικά διαλείμματα και προσπερνά μετά κλειδιά της υπόθεσης για να προλάβει. Οταν η εταιρεία διανομής μάς έγραψε ότι δε θα γίνει δημοσιογραφική προβολή γιατί «το απαγορεύει η αμερικανική εταιρεία», ενώ η ταινία είχε ήδη βγει σε χώρες όπως η Ιταλία, με (κακές) κριτικές, κάτι είχαμε καταλάβει, αλλά πήγαμε και στην αίθουσα και είδαμε την ταινία. Πήγαμε για να διασκεδάσουμε με μια ρομαντική κομεντί με ωραίο καστ. Αλλά η μόνη στιγμή που χαρήκαμε, ήταν όταν πέρασε το φινάλε.