Ο Νίκος Καζαντζάκης είναι παγκοσμίως γνωστός για τα μυθιστορήματά του. Λίγοι όμως γνωρίζουν, και ακόμη λιγότεροι έχουν διαβάσει την «Οδύσσεια», ένα επικό ποίημα 33.333 στίχων, το πιο σπουδαίο, κατά τον ίδιο, έργο του. Η πρώτη ομοιότυπη έκδοση της «Οδύσσειας» κυκλοφόρησε το 1938, σε 3.000 αντίτυπα, σφραγισμένα και αριθμημένα. Οι περιπέτειες, φυσικές και πνευματικές, και τα ταξίδια τού Οδυσσέα αφ’ ότου επέστρεψε στην Ιθάκη και έφυγε ξανά, μέχρι τον θάνατό του στον Νότιο Παγωμένο Ωκεανό σε 33.333 στίχους, με αφορμή τους οποίους ξεκινά ένα κινηματογραφικό ταξίδι αναζήτησης…

Αν ο πραγματικός σκοπός του «33.333» είναι φεύγοντας από την προβολή του να αναζητήσεις την «Οδύσεια» του Νίκου Καζαντζάκη και να ενδώσεις στην ανάγνωση και μελέτη της, τότε ο Μένιος Καραγιάννης έχει πετύχει 100% και στο να συστήσει αλλά και στο να υπογραμμίσει τη σημασία του έργου για τον ίδιο το συγγραφέα του αλλά και για την ελληνική και παγκόσμια γραμματεία.

Το ντοκιμαντέρ του είναι μια πράξη λατρείας για την «Οδύσεια», το άγνωστο επικό ποίημα που υπήρξε έργο ζωής για τον μεγάλο Ελληνα συγγραφέα, με διαδρομές που δεν εξαντλούνται μόνο στους ανθρώπους που μιλούν γι’ αυτό αλλά και σε μέρη που ταξίδεψε και ο ίδιος ο Καζαντζάκης στα 17 χρόνια που χρειάστηκαν για να το ολοκληρώσει.

Η προσπάθεια του Μένιου Καραγιάννη να ανασύρει το έργο από τη λήθη και να του προσδώσει μια «επικαιρότητα» ως προς τις αναζητήσεις της σύγχρονης εποχής – ειδικά σε μια Ελλάδα που αναζητά διαρκώς τρόπο να ξεγελάσει τις Σειρήνες και τους Κύκλωπες, ψάχνοντας Ιθάκες που δεν υπάρχουν – τον κάνει να γίνεται αναλυτικός, περισσότερο απ’ όσο τον γνωρίσαμε στο εξαιρετικό «Σκάπετα» του 2013 και ακολουθήσαμε στο « ΑΡΙΚΑ. A.» του 2014 και στο «Lowland» του 2015.

Το ντοκιμαντέρ του Μένιου Καραγιάννη είναι μια πράξη λατρείας για την «Οδύσεια», το άγνωστο επικό ποίημα που υπήρξε έργο ζωής για τον μεγάλο Ελληνα συγγραφέα, με διαδρομές που δεν εξαντλούνται μόνο στους ανθρώπους που μιλούν γι’ αυτό αλλά και σε μέρη που ταξίδεψε και ο ίδιος ο Καζαντζάκης στα 17 χρόνια που χρειάστηκαν για να το ολοκληρώσει.»

Η παράθεση των ομιλητών – αναλυτών (με τον αιωνόβιο – ετών 102 – Σουηδό μεταφραστή της «Οδύσειας» να ξεχωρίζει) δεν κορυφώνεται σε κάτι πιο συναρπαστικό από τις αντιθέσεις που έτσι κι αλλιώς χαρακτήριζαν πάντοτε τον Καζαντζάκη ή στην ίδια την εγγενή δυσκολία της αποκωδικοποίησης ενός τεράστιου σε όγκου στίχων και νοημάτων ποίημα.

Μπορεί μέσα από τις ψηφίδες όσων προσθέτουν στη μεγάλη εικόνα της συγγραφής της «Οδύσειας» να διαφαίνεται η προσωπική αγωνία του Καζαντζάκη, η δική του αναζήτηση μιας πατρίδας και η ταιριαστή στη δική του φιλοσοφία ζωής εκκίνηση της ιστορίας του Οδυσσέα από την επιστροφή στην Ιθάκη μέχρι και το θάνατο, το «33.333» όμως δεν γίνεται ποτέ ένα αποκαλυπτικό πορτρέτο του συγγραφέα, ριψοκινδυνεύοντας να είναι μια τέλεια επιστημονική ανάλυση για εκπαιδευτική χρήση.

Σημαντικό και μόνο γι' αυτό, αλλά και για την έκδηλη και διαφανή αγωνία του δημιουργού του να δείξει δρόμους σε κάθε νέο φιλόδοξο - σύγχρονο και μη - Οδυσσέα.