Ο Σμιντ και ο Τζένκο θα χρειαστεί να ανταλλάξουν τα όπλα τους με κάρτες μέλους σε Αδελφότητες Κολεγίου. Οι δυο τους θα ζήσουν μοναδικές πανεπιστημιακές εμπειρίες για να εξιχνιάσουν μια επικίνδυνη μυστική οργάνωση. Σύντομα θα ανακαλύψουν ότι η ζωή στο κολέγιο είναι, στην καλύτερη περίπτωση, χαοτική και απολαυστικά επικίνδυνη. Η φιλία τους θα δοκιμαστεί, αφού νέα πρόσωπα θα μπουν στις ζωές τους. Ετσι, η προσοχή τους δεν θα είναι αποκλειστικά στραμμένη στην αποστολή τους, αλλά και στο πώς να επαναπροσδιορίσουν τη φιλία και τη σχέση τους.

«Κάντε ό,τι κάνατε και την προηγούμενη φορά και όλοι θα είναι ευχαριστημένοι.»

Η παραπάνω πρόταση που θα σβήσει τα όνειρα του Τζένκο για μια undercover μυστική αποστολή στον Λευκό Οίκο και θα τον στείλει μαζί με τον Σμιντ πίσω στο... κολέγιο, συνοψίζει καλύτερα από οτιδήποτε άλλο τι ακριβώς είναι το «22 Jump Street».

Σίκουελ του κινηματογραφικού reboot της διάσημης τηλεοπτικής σειράς των 80s, το «22 Jump Street» θα μπορούσε να είναι και η πρώτη ταινία, το «21 Jump Street» (που βγήκε στις αίθουσες το 2012) και ταυτόχρονα και η τέταρτη ή η πέμπτη, αφού το μόνο που έχει σημασία είναι οι δύο κεντρικοί του ήρωες.

Και ναι, δεν είναι ντροπή να το παραδεχτείς πως θα μπορούσες να βλέπεις για ώρες τον Τζόνα Χιλ και τον Τσάνινγκ Τέιτουμ να κάνουν οτιδήποτε: να χορεύουν, να πυροβολιούνται, να μιλάνε μεταξύ τους, να πηδάνε σε ελικόπτερα, να δοκιμάζουν μια δική τους εκδοχή του Λόρελ και του Χάρντι... Αξιολάτρευτοι και κεφάτοι μέσα στις περσόνες τους (κοινωνικά απροσάρμοστος ο Χιλ ο φουσκωτός αλλά λίγο αργός στο μυαλό ο Τέιτουμ) είναι απολαυστικοί καθώς αλλάζουν ταυτότητες και προσπαθούν να το παίξουν σκληροτράχηλοι αστυνομικοί ενώ στην πραγματικότητα είναι δύο παιδιά που κανονικά δεν θα περνούσαν ούτε απ’ έξω από οποιοδήποτε αστυνομικό τμήμα παρά μόνο αν συλλαμβάνονταν για ακατάσχετο χαβαλέ.

Προσωπικό τους franchise (εκτελούν και χρέη παραγωγού, ενώ ο Χιλ υπογράφει και στο σενάριο), δεν σημαίνει ωστόσο πως το «22 Jump Street» μπορεί να αναδείξει το κωμικό τους timing περισσότερο απ’ όσο αντέχει ενα σενάριο που οι καλύτερες του στιγμές είναι όταν δοκιμάζεται η... σχέση των δύο partners (σε ένα θρίαμβο του split screen υπό τους ήχους του «Missing You» του Τζον Γουέιτ) και οι χειρότερές του αγγίζουν επικίνδυνα την ομοφοβία, ακόμη κι αν η «κάλυψη» είναι η εξερεύνηση του προσφιλούς στο σύγχρονο αμερικάνικο σινεμά της έννοιας του «bromance».

Ανώδυνο - σαν μια ταινία που έχεις σίγουρα ξαναδεί και δεν είσαι σίγουρος αν ήθελες να δεις, διασκεδαστικό όσο οι Χιλ και Τέιτουμ κρατούν ψηλά το ηθικό μιας διαρκούς εφηβείας (βλ. και καφρίλας), ελαφρώς καλύτερο από την πρώτη ταινία (αν πρέπει κάποιος να μπει στον κόπο της σύγκρισης) και σε στιγμές τόσο αφόρητα βαρετό που μπορείς να αρχίσεις ήδη να το ξεχνάς για να κερδίσεις χρόνο, το «22 Jump Street» είναι η απενοχοποιημένη εκδοχή του σίκουελ (και της ταινίας) που δεν έχει απολύτως κανένα νόημα, αλλά προτείνεται ανεπιφύλακτα για καλοπροαίρετο χαζολόγημα για τη μιάμιση ώρα που διαρκεί.