Ενημέρωση

The Actor Who Fell to Earth: Ολες οι φορές που ο Ντέιβιντ Μπόουι ευλόγησε με την παρουσία του το σινεμά!

στα 10

Η εκλεκτική σχέση του Ντέιβιντ Μπόουι με το σινεμά ήταν καταδικασμένη να κάνει κάθε του ρόλο ένα μικρό ή μεγάλο cult θησαυρό.

The Actor Who Fell to Earth: Ολες οι φορές που ο Ντέιβιντ Μπόουι ευλόγησε με την παρουσία του το σινεμά!

«Ενιωθα πάντοτε μια αποκρουστική ανάγκη να είμαι κάτι περισσότερο από άνθρωπος.»

Δεν έχει καμία σημασία πόση αλήθεια κρύβει η παραπάνω διάσημη ρήση του Ντέιβιντ Μπόουι, αφού ο άνθρωπος που «θα έπεφτε στη Γη» για να την κατοικήσει για 69 ολόκληρα χρόνια υπήρχε πάντοτε πάνω και πέρα από συμβατικά διλήμματα όπως «αλήθεια ή ψέματα», «θρύλος ή πραγματικότητα», «άνθρωπος ή εξωγήινος».

Αλλωστε ο γεννημένος στις 8 Ιανουαρίου του 1947 Ντέιβιντ Ρόμπερτ Τζόουνς θα άλλαζε όνομα, ρούχα, attitude και την ιστορία της ποπ κουλτούρας, προκειμένου να χαλιναγωγήσει ένα ταλέντο που δεν χωρούσε πουθενά: σίγουρα όχι στα αυλάκια ενός δίσκου, ούτε στα κοστούμια του Ziggy Stardust, ούτε στην εμβληματική «τριλογία του Βερολίνου», ούτε στο απέραντο μυστήριο που θα κρυβόταν πάντοτε πίσω από τα διαφορετικό χρώμα μάτια του και την σαν από άλλο κόσμο φιγούρα του.

Διαβάστε ακόμη: Ακούγοντας Ντέιβιντ Μπόουι στο σινεμά!

David Bowie 607

Ο ηθοποιός Ντέιβιντ Μπόουι προϋπήρχε των μετρημένων στα δάχτυλα - αλλά εμβληματικών κινηματογραφικών και θεατρικών του εμφανίσεων. Προυπήρχε σε κάθε του ζωντανή ηλεκτρισμένη ερμηνεία, σε κάθε του μεταμόρφωση, σε κάθε του μικρό ή μεγάλο βήμα πάνω στον καμβά μιας καλλιτεχνικής δημιουργίας που δεν ήταν ποτέ μόνο η συγγραφή τραγουδιών ή το τραγούδι ή οι συναυλίες ή το σινεμά ή το θέατρο ή η performance art, αλλά όλα αυτά μαζί σε μια νέα σύνθεση που κανείς δεν είχε ξανατολμήσει μέχρι τότε.

Σπουδαστής στη σχολή χορού του Λίντσεϊ Κεμπ, ο Ντέιβιντ Μπόουι έπαιξε για πρώτη φορά στο θέατρο το 1967 σε μια avant-garde παράσταση του «Pierrot in Turquoise» (που θα γυρίζόταν σε ταινία για την τηλεόραση το 1970) και δύο χρόνια αργότερα έκανε το κινηματογραφικό του ντεμπούτο ως «φάντασμα» στο ακατάλληλο μικρού μήκους «The Image» του Μάικλ Αρμστρονγκ, που μπορείτε να δείτε ολόκληρο εδώ:


Το 1969 έκανε μια ακόμη μικρή εμφάνιση στο «The Virgin Soldiers» του Λέσλι Τόμας, αλλά θα χρειαζόταν να περάσουν επτά ακόμη χρόνια και να παρεμβληθεί η γέννηση και ο θάνατος (εντάξει the rise and fall...) του Ζίγκι Στάρνταστ (αλλά και το τηλεοπτικό ντοκιμαντέρ «Cracked Actor» του 1974) για να προσγειωθεί στον πρώτο μεγάλο ρόλο της καριέρας του, τον εξωγήινο που φτάνει στη Γη για να μεταφέρει νερό στον αποξηραμένο πλανήτη του στο «The Man Who Fell to Earth» του Νίκολας Ρεγκ.


«Εριξα τον εαυτό μου στην ταινία ακριβώς όπως ήταν εκείνη την περίοδο. Ηταν το πρώτο πράγμα που έκανα ποτέ. Δεν είχα κυριολεκτικά ιδέα από τη διαδικασία του να κάνεις ταινίες, οπότε άφηνα το ένστικτο να με οδηγεί. Μάθαινα τα λόγια μου για την κάθε μέρα και τα έλεγα ακριβώς όπως ένιωθα. Δεν ήμουν πολύ μακριά... Ενιωθα αποξενωμένος όσο και ο χαρακτήρας. Ηταν μια νατουραλιστική ερμηνεία, μια ιδανική επίδειξη του τι σημαίνει κάποιος να καταρρέει κυριολεκτικά μπροστά στα μάτια σου. Ενιωθα τέλειως ανασφαλής με 10 γραμμάρια κοκαΐνη την ημέρα πάνω μου. Ημουν μαστουρωμένος από την αρχή μέχρι το τέλος...», θυμάται ο Ντέιβιντ Μπόουι, ο οποίος ολόκληρωσε το όραμα του Νίκολας Ρεγκ ακριβώς όπως το είχε φανταστεί ο Βρετανός σκηνοθέτης, μετατρέποντας τη διασκευή του ομώνυμου βιβλίου του Γουόλτερ Τέβις σε ένα cult φιλμ που θα στιγμάτιζε για πάντα τον «εξωγήινο» Ντέιβιντ Μπόουι.

The Man Who Fell to Earth 607 Χαρακτηριστική σκηνή από το «The Man Who Fell to Earth» που λίγα χρόνια αργότερα θα γίνοταν η έμπνευση για το εξώφυλλο του «Low»

Το 1978, ο Ντέιβιντ Μπόουι έπαιξε στο «The Last Gigolo», την ταινία του Ντέιβιντ Χέμινγκς (που γυρίστηκε στο Βερολίνο όπου βρισκόταν ο Μπόουι ηχογραφώντας το «Heroes»), η οποία σηματοδότησε την τελευταία κινηματογραφική εμφάνιση της Μάρλεν Ντίτριχ, αλλά και μια από τις μεγαλύτερες αποτυχίες στην ιστορία του σινεμά - την ταινία που όπως περιγράφει ο ίδιος ο Μπόουι: «Ηταν και οι 32 δικές μου ταινίες του Ελβις Πρίσλεϊ στο πακέτο της μίας». Παρά τον κύριο λόγο για τον οποίο ο Μπόουι δέχθηκε να κάνει την ταινία, ο οποίος ήταν να παίξει δίπλα στην Ντίτριχ, οι δύο τους δεν συναντήθηκαν ποτέ, αφού οι σκηνές της γυρίστηκαν στο Παρίσι όπου έμενε και μοναρίστηκαν στη συνέχεια σαν να είχαν γυριστεί στο ίδιο σκηνικό με τους υπόλοιπους ηθοποιούς της ταινίας. O Μπόουι έγραψε και ένα τραγούδι για την ταινία με τίτλο «Revolutionary Road» που κυκλοφόρησε στην Ιαπωνία ως single και έγινε συλλεκτικό.



«Μόνιμος κάτοικος» Βερολίνου, ο Ντέιβιντ Μπόουι θα γινόταν το 1981 ταυτόχρονα έμπνευση και υπεύθυνος για τη μουσική του «Christiane F.», της ταινίας του Ούλι Εντελ που σόκαρε στην εποχή της με το εικονογραφημένο ημερολόγιο μιας 12χρονης ηρωινομανούς που λατρεύει τον... Ντέιβιντ Μπόουι. Ενα κονσέρτο στην αρχή της ταινίας και τραγούδια από διαφορετικές περιόδους του στο Βερολίνο, χαρίζουν στο cult πλέον «Christiane F.» μια περίοπτη θέση στη φιλμογραφία του Ντέιβιντ Μπόουι.


Την ίδια εποχή με το «Christiane F.», ο Μπόουι θα αποθεωνόταν από κριτικούς θεάτρου για την ερμηνεία του στην παράσταση του «Ανθρωπος Ελέφαντας», ενώ θα δοκιμαζόταν σε δύο εντελώς διαφορετικούς ρόλους στο «The Hunger» του Τόνι Σκοτ και στο «Καλά Χριστούγεννα Κύριε Λόρενς» του Ναγκίσα Οσιμα. Πριν, όμως, από αυτό θα εισέβαλε με το έτσι θέλω στα σπίτια εκατομμυρίων θεατών, με τον σύντομο αλλά κλασικό πρόλογο της μεταφοράς στην τηλεόραση του «The Snowman» του Ρέιμοντ Μπριγκς.


Στο «The Hunger», ο Μπόουι θα υποδυόταν ένα βαμπίρ στο πλευρό της Κατρίν Ντενέβ - σε μια ταινία που τον είχε συναρπάσει όταν τη γύριζε και στη διάρκεια των γυρισμάτων της οποίας θα γινοταν για λίγο ζευγάρι με την Σούζαν Σαράντον. Το φιλμ θα αποκτούσε το cult status που θα του χάριζε, εκτός από το πρωταγωνιστικό του τρίο, η goth ατμόσφαιρα του ερωτισμού και του αίματος, αν και τρεις δεκαετίες μετά είναι λίγοι όσοι δεν θα τοποθετούσαν την ταινία σε μια άτυπη λίστα με τα camp αριστουργήματα των 80s.


The Hunger 607

Αντίθετα, το «Καλά Χριστούγεννα Κύριε Λόρενς» - και αυτό του 1983 - υπήρξε και για τον ίδιο τον Μπόουι η καλύτερη του ερμηνεία στο σινεμά, αλλά και μια καλλιτεχνική και εμπορική επιτυχία που χρεώθηκε πρωτίστως στον ίδιο και στη συνέχεια στην τολμηρή εικονογράφηση των ημερολογίων του Ιάπωνα Λόρενς από τον Ναγκίσα Οσιμα. Ο τελευταίος επέλεξε τον Μπόουι μετά από μια παράσταση του «Ανθρωπος Ελέφαντας». Ο Οσιμα θα δήλωνε για τον Μπόουι: «έχει ένα εσωτερικό πνεύμα που είναι άτρωτο».


Η επόμενη μεγάλη χρονιά για τον ηθοποιό Μπόουι θα ήταν το 1986. Μετά από δύο μικρές εμφανίσεις στο «Yellowbeard» του Γκρέιαμ Τσάπμαν (των Μόντι Πάιθον) το 1983 και στο «Into the Night» του Τζον Λάντις την ίδια χρονιά, ο Μπόουι θα απέρριπτε το ρόλο του κακού στο «A View to a Kill» του 1985 (ρόλο που τελικά έπαιξε ο Κρίστοφερ Γουόκεν), αλλά θα απαιτούσε ένα μικρό ρόλο στο σαρωτικό για την εποχή του «Absolute Beginners» του Τζούλιεν Τεμπλ, προκειμένου να δώσει το κλασικό πλέον τραγούδι του τίτλου.


Οσο και αν χρεώθηκε ως μια εισπρακτική αποτυχία, ο «Λαβύρινθος» θα παραμένει για πάντα εμβληματικός κυρίως για την παρουσία του Ντέιβιντ Μπόουι στο ρόλο του Τζάρεθ στην τελευταία ταινία που θα σκηνοθετούσε ποτέ ο Τζιμ Χένσον του The Muppet Show. H ταινία υπήρξε διάσημη για τα προβλήματα στην παραγωγή της, για τις παραπάνω από 25 διαφορετικές γραφές του σεναρίου που ολοκληρώθηκε λίγες μέρες πριν τα γυρίσματα και για το cult status που θα αποκτούσε μέσα στα χρόνια ως η «ταινία που θα μπορούσε να αφορά τα παιδιά όλων των ηλικίων», όπως πίστευε πάντοτε ο Ντέιβιντ Μπόουι. Πέντε δικά του τραγούδια συμπλήρωσαν το soundtrack του Τρέβορ Τζόουνς, με πιο γνωστά το «Underground» και το «Dance Magic».




To 1988, o Ντέιβιντ Μπόουι ενέδωσε στην επιθυμία του Μάρτιν Σκορσέζε να υποδυθεί τον Πόντιο Πιλάτο στον «Τελευταίο Πειρασμό» σε ένα ρόλο που αρχικά θα έπαιζε ο Στινγκ, το 1991 πρωταγωνίστησε στο πλευρό της Ροζάνα Αρκέτ σε μια ξεχασμένη ταινία του Ρίτσαρντ Σέπαρντ με τίτλο «The Linguini Incident» και το 1992 έκανε ένα πέρασμα από το «Twin Peaks: Fire Walk With Me» του Ντέιβιντ Λιντς:




To 1996, συνεχίζοντας με μικρές αλλά χαρακτηριστικές εμφανίσεις στο σινεμά, ο Ντέιβιντ Μπόουι υποδύθηκε τον Αντι Γουόρχολ στο «Basquiat» του Τζούλιαν Σνάμπελ, συμμετείχε στο σπαγγέτι γουέστερν του Τζιοβάνι Βερονέζι με τίτλο «Il Mio West» («Gunslinger's Revenge» - αμερικάνικος τίτλος), έπαιξε - όχι με ιδιαίτερες αξιώσεις - τον γκάνστερ στο «Everybody Loves Sunshine» του 1999, έγινε οικοδεσπότης του τηλεοπτικού «The Hunger» στο δεύτερο κύκλο του και έπαιξε - κανείς δεν μπορεί να φανταστεί γιατί - στο «Mr. Rice's Secret» του 2000 στο ρόλο ενός φανταστικού φίλου ενός ετοιμοθάνατου παιδιού.




Ο τελευταίος σημαντικός ρόλος του Ντέιβιντ Μπόουι στο σινεμά ήταν αυτός που του χάρισε ο Κρίστοφερ Νόλαν στο «Prestige» του 2006. O Νόλαν ήθελε τον Μπόουι από την αρχή για να υποδυθεί το μικρό αλλά τόσο σημαντικό για την πλοκή της ταινίας ρόλο του Νικόλα Τέσλα. Ο Μπόουι αρνήθηκε αρχικά αλλά μετά από τη μεσολάβηση ενός κοινού φίλου δέχθηκε. Πριν από το «Prestige», είχε υποδυθεί τον εαυτό του σε ένα πέρασμα στο «Zoolander» του 2001, ενώ το 2007 και το 2008 θα δάνειζε τη φωνή του, αρχικά στο «Arthur and the Invisibles» και στη συνέχεια στο τηλεοπτικό «Μπομπ ο Σφουγγαράκης». Τα δύο τελευταία του περάσματα από το σινεμά ήταν στο «August» του Οστιν Τσικ και το «Bandslam» του 2009.



Ηταν 1983 όταν ο Ντέιβιντ Μπόουι αποκάλυπτε πως: «Μου προτείνουν τόσες πολλές κακές ταινίες. Και είναι όλες για να παίξω οργισμένες αδελφές, τραβεστί ή Αρειανούς...». Σίγουρος πως το σινεμά δεν ήταν ποτέ για τον ίδιο μια ακόμη καριέρα. Οπως και ο ίδιος δεν ήταν ακόμη ένας άνθρωπος.

Περισσότερος Ντέιβιντ Μπόουι